Scroll Top

Σφηνάκια Ποίησης Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου | της Αγγελικής Πεχλιβάνη

Υπεύθυνη στήλης | Αγγελική Πεχλιβάνη

 

Με τα τρία αυτά «σφηνάκια» ολοκληρώνεται μια διαδρομή περίπου δέκα μηνών. Συνολικά 28 μικρές κριτικές παρουσιάσεις δημοσιεύθηκαν στον ιστότοπο του culturebook, το οποίο και ευχαριστώ για τη γενναιόδωρη φιλοξενία του. Όπως ευχαριστώ και όλους εσάς που διαβάσατε, σχολιάσατε και «κεραστήκατε» τα σφηνάκια Ποίησης, κάποιες από τις Κυριακές σας. Σταματώ αυτές τις «κριτικές δοκιμές» εδώ, γιατί ο χρόνος είναι πιεστικός και η φύση μου «ορέγεται» ασταμάτητα το καινούριο.

Ραντεβού από το νέο έτος, με νέα παιχνιδάκια.

Καλές γιορτές, φωταγωγημένες και ζεστές.

Αγγελική Πεχλιβάνη

Αντωνία Μποτονάκη, Τη γλώσσα της την πέταξαν στη γάτα. (Θράκα, 2024)

Η τρίτη ποιητική συλλογή της Αντωνίας Μποτονάκη είναι ένα κομψό και ραδινό βιβλίο των – “καταιγιστικών” τον τελευταίο καιρό  εκδόσεων Θράκα, με τον ελκυστικότατο τίτλο, Τη γλώσσα της την πέταξαν στη γάτα. Και εκεί που λες, σώνει πια με τις έμφυλες ταυτότητες και την καταπιεσμένη γυναίκα, μας τα είπαν κι άλλες, μπουχτίσαμε πια, ξαφνικά διαβάζεις ποιήματα με στίχους τραγανούς, στίχους αναβαπτισμένους στα χρώματα και τα αρώματα μιας φύσης καθαρής, ενός τόπου ζυμωμένου με την παιδική ηλικία, που όμως είναι   εμποτισμένοι στην αδικία και τη σκληρότητα της πατριαρχικής αγροτικής κοινότητας. Τα ποιήματα της Μποτονάκη είναι καλά όχι μόνο γιατί έχουν «περιεχόμενο» ανθρωπιστικό και  συμβατό με τα κελεύσματα των καιρών μας, ή γιατί  έχουν εξαιρετικά δουλεμένα εκφραστικά μέσα, αλλά γιατί έχουν ρίζες που διακλαδώνονται σε βάθος, ξεδιπλώνονται  σε Τόπο, στην Ιστορία και σε ιστορίες. Αρδεύονται από τη μεγάλη μυθιστορηματική αφήγηση, αντηχούν τους ρυθμούς του δημοτικού τραγουδιού και «ανανεώνονται» στην ποιητική  παράδοση των νεκρών, ακολουθώντας τον δρόμο του Μπράβου, του Γκανά και γιατί όχι του Σινόπουλου. Η ποιήτρια καταγγέλλει, νοσταλγεί,  θυμάται,  πονάει,  συνομιλεί με τους νεκρούς της· και όλα αυτά, αυθεντικά, χωρίς πόζα και «θεωρία». Είναι μέσα στην ποίησή της, απτή και ομιλούσα, διαρκώς παρούσα, γιατί  …αλίμονο/ αν ερήμην [της] έπλεαν τα φορτηγά τις νύχτες/ στα σκοτεινά περάσματα.

Αρεταίος Μπεζάνης, Δυσανεξία στη λακτόζη. (Καστανιώτης, 2024)

Η δυσανεξία στη λακτόζη είναι η δεύτερη συλλογή τού, μόλις είκοσι πέντε ετών, Αρεταίου Μπεζάνη. Αποτελείται από 42 ποιήματα, εκ των οποίων τα τρία είναι πεζοποιήματα και τοποθετούνται σε κομβικά μέρη στην αρχή, τη μέση και το τέλος της συλλογής. Το βασικό της θέμα, όπως και της πρώτης συλλογής, είναι ο έρωτας και η απουσία του. Ένας έρωτας γήινος, γεμάτος ορμή, σαρκικός και ομοερωτικός, αφιλτράριστος, με δεσποζουσα μια συναισθηματική, και, ίσως και τραγική τονικότητα. Η ποίησή του νεανική, κάποιες φορές υπέρ το δέον απλή, αλλά ποτέ βαρετή. Το ερωτικό βίωμα δίνεται ολιστικά, η, δε, πικρία και απελπισία που προκύπτει από τη μη ανταπόκριση ή την απουσία του αγαπώμενου αποδραματοποιείται με εικόνες καθημερινές όπως ένα πιάτο γεμιστά, το χιούμορ και την ειρωνεία. Θεματικές συνιστώσες είναι, επίσης, η μοναξιά και το τραύμα που προκαλείται από τη γονεϊκή απόρριψη της ομοερωτικής –και, ταυτοχρόνως, ποιητικής ταυτότητας, καθώς και το άγχος του θανάτου. Ποίηση που στηρίζεται σε σχήματα συναισθησίας αρκετά δραστικά και φρέσκα, με την αφή και την όραση προεξάρχουσες· άστικτη κατά βάση, με έντονη εικαστικότητα και θεατρικότητα –ειδικά στα πεζοποιήματα που εκδιπλώνεται ένα είδος δραματικού μονολόγου. Ποίηση για ένα Εσύ, με το οποίο το ποιητικό υποκείμενο διαλέγεται, μάχεται, παθιάζεται και στροβιλίζεται παρουσία ή, και, απουσία του.

Κωνσταντίνος Νικολάου, ο ταλαντούχος Νέρωνας. (Σμίλη, 2024)

Πρόκειται για τη δεύτερη συλλογή του Νικολάου που εκδίδεται δυόμιση χρόνια μετά τη βραβευμένη Βιογραφία ενός χεριού  –το έχουμε πει πως ο Νικολάου απολαμβάνει τη βραδύτητα– και η οποία φέρει έκτυπα τα χαρακτηριστικά της Βιογραφίας: την αφηγηματικότητα με όλα τα “όπλα” της (ευρηματικότητα, απρόοπτο, ανατροπή), τον φιλοσοφικό στοχασμό, που εν πολλοίς προκύπτει από την αναγωγή των περιφερικών, ακόμα και ελασσόνων, δράσεων ιστορικών προσώπων στο παρόν και βέβαια την ειρωνική θέαση και τις διακειμενικές συνάψεις από την ιστορία, την λογοτεχνία και τον κινηματογράφο. Το καινούριο που κομίζει ο Νικολάου με αυτή τη συλλογή είναι οι νεοφορμαλιστικές δοκιμές –ελπίζω μόνο παρωδιακού τόνου, ως είθισται–,  ο πειραματισμός με τις πιο αυστηρές ποιητικές μορφές και την ομοιοκαταληξία, καθώς και μια διαμορφωμένη, πλέον, σε σχέση με την  πρώτη του συλλογή,  τάση να συγκροτήσει το θεωρητικό ποιητικό του σύμπαν με ποιήματα Ποιητικής.

Αυτό, όμως, που ξεχωρίζει σε αυτή τη συλλογή είναι ο προσωπικός και εξομολογητικός τόνος αρκετών ποιημάτων της. Ο ποιητής γράφει ποιήματα για τους γονείς, τους συναδέλφους και εν γένει τους συνανθρώπους, που στάζουν από «πικρή καθημερινότητα», αίσθηση διάψευσης αλλά και χρέος. Κείμενα γνήσιου ποιητικού τόνου, διαυγή, χωρίς λαβυρινθώδεις νοητικές διακλαδώσεις και γριφώδη τεχνάσματα, με μια –διαισθάνομαι περισσότερο– υπαρξιακή αγωνία, ένα αίσθημα διλημματικού χαρακτήρα που σχετίζεται όχι μόνο με τη ζωή αλλά και την ποίηση.

Βιογραφικό Αγγελική Πεχλιβάνη