Γιώργος Ανδρούτσος – Εικόνες σύγχρονων αγίων
Ο Γιώργος Ανδρούτσος δουλεύει με μολύβι σε χαρτί και με κάρβουνο και κιμωλία. Κι αυτό γιατί τα συγκεκριμένα υλικά, όπως λέει ο ίδιος, δεν έχουν την πολυτέλεια του λαδιού. Στόχος του είναι η παραμόρφωση της πραγματικότητας ώστε να εκφράσει τα συναισθήματα και την ιδιαίτερη εσωτερική οπτική του, γεγονός που μπορεί να τον κατατάξει στους εξπρεσιονιστές ζωγράφους. Η ένταση στις γραμμές δίνει στα πορτρέτα του μια τραγική διάσταση και η προσπάθειά του καταλήγει σε μια ψυχικά αποδεκτή διατύπωση.’Οσο για την ένταση της χειρονομιακής του γραφής καταλήγει σε μια καθαρά προσωπική γλώσσα.
Ο ίδιος λέει: “Όλα τα πρόσωπα που ζωγραφίζω είναι φανταστικά. Μόνο ορισμένες κινήσεις προκύπτουν μελετώντας ανθρώπους που βρίσκονται καθημερινά γύρω μου. Αν και δεν μου αρέσει ο εξπρεσιονισμός – είμαι περισσότερο άνθρωπος της λογικής παρά του συναισθήματος – , ούτε με ενδιαφέρει να βγάζω στο σχέδιό μου το συναίσθημά μου, αυτό προκύπτει τελικά σαν αποτέλεσμα. Το χειρονομιακό σχέδιο δεν σημαίνει απαραίτητα ενστικτώδη – ή αλλιώς αυθόρμητη – συγκίνηση. Και επιμένω στο να θέλω το σχέδιο να έχει σημεία αναπαράστασης”.
Ο Γιώργος Ανδρούτσος συνθέτει τους πίνακές του με ιδιαίτερη ευαισθησία και με εξπρεσιονιστική – αφαιρετική διάθεση, ενώ μετεωρίζεται ανάμεσα στην αναγνωρίσιμη φόρμα και στην ασάφεια. Το έργο του είναι ψυχογραφικό και δυναμικό. Ο ίδιος αρνείται να εμπλουτίσει εκφραστικά το τελικό αποτέλεσμα με χρωματικές παρεμβάσεις. Το μαύρο και το άσπρο αρκούν για να εκφράσουν το ψυχικό βάθος των ανθρώπων του. Το έργο του, όλο κίνηση, διαβάζεται ως ένα συνολικό πεδίο όπου δεν λείπουν οι υπαινιγμοί στο πραγματικό όσο το φυσικό θέαμα μεταβάλλεται προοδευτικά σε όγκους και σχήματα. Οι φιγούρες του ασφυκτιούν και θέλουν να εξαπλωθούν προς όλες τις κατευθύνσεις. Ο εκρηκτικός δυναμισμός της χειρονομιακής γραφής αρκεί για να συγκινήσει τον θεατή. Το τελικό αποτέλεσμα εκφράζει μια θαρραλέα δήλωση καλλιτεχνικής ελευθερίας που έχει την δική της λογική και αυτοτέλεια και υπακούει σε μια εσωτερική πειθαρχία που δεν αφήνει ποτέ την ταραχώδη σύνθεση να καταλήξει σε “μουντζούρα”.
Αυτό που ουσιαστικά κάνει ο Γιώργος Ανδρούτσος είναι να απελευθερώνει μια κρυμμένη ενέργεια, να θέτει στην πρωτοκαθεδρία τον προσωπικό παράγοντα και να αναδεικνύει το σχέδιο ως μηχανή έκφρασης του ψυχισμού του. Ενώ, παράλληλα, επιχειρεί να γεφυρώσει τα αντικειμενικά δεδομένα μιας προσωπογραφίας με την υποκειμενική ματιά, τη συγκινησιακή φόρτιση και τη φαντασία του. Απαλλάσσεται από τις περιγραφικές λεπτομέρειες που εξατομικεύουν ενα πρόσωπο έτσι ώστε να εκφραστεί εντονότερα ο εσωτερικός του κόσμος.Κύριος στόχος του καλλιτέχνη είναι η απόδοση της ψυχικής του σχέσης με τη ζωγραφική επιφάνεια και τα εκφραστικά του μέσα. Το έργο γίνεται πεδίο αποτύπωσης του εσωτερικού ψυχικού του κόσμου και όχι πεδίο αναπαράστασης του οπτικού ερεθίσματος. Η μετωπικότητα των πορτρέτων τα οποία περιβάλλονται από ένα κενό φόντο, συγγενεύει με την αισθητική αντίληψη της αγιογραφίας δίνοντάς τους μια συμβολική διάσταση : μοιάζουν με εικόνες σύγχρονων αγίων.
Ήρα Παπαποστόλου Κριτικός & Ιστορικός Τέχνης (βιογραφικό info@art22.gr και jtzimourtas@art22.gr)
*
“Sur l’aporie du visage”
Thomas Symeonidis,
Docteur en Esthétique et philosophie de l’art
Commençons par le titre: “Inner Landscapes” (Paysages Intérieurs). En regardant les dessins de George Androutsos on discerne immédiatement la différence avec l’expressionnisme abstrait et le surréalisme, où le terme “Paysages Intérieurs” a été également employé. On pourrait même parler dans le cas d’Androutsos d’un expressionisme particulier puisqu’en se référant au paysage – un terme associé principalement à la description et la représentation d’un environnement extérieur – il semble contester la primauté d’une vérité liée à l’aspect externe des choses. En plus, l’argument en faveur de cet expressionisme se renforce lorsque l’on songe aux éléments de la déformation et de l’abstraction. On pourrait finalement s’interroger s’il ne s’agit pas d’un réalisme, d’un réalisme particulier bien sûr, un réalisme issu de nombreuses couches d’information qui superposées résument la réalité. À cet égard, on pourrait examiner les dessins d’Androutsos sous l’angle de l’impressionnisme, à savoir sous un angle qui met en valeur l’essence de la réalité par le biais d’un instant bien choisi et rendu.
Mais laissons à côté la tentative de classifier Androutsos pour se focaliser sur les dessins eux-mêmes et essayer de répondre à la question: D’où émane la force et la spécificité de ces dessins? Je pense que la grande réussite d’Androutsos réside dans la façon dont il garde un équilibre entre la représentation et l’abstraction, c’est-à-dire, la manière dont le travail sur ces deux niveaux différents crée une tension fondamentale à laquelle s’ajoutent le reste des tensions qui caractérisent la pratique d’Androutsos. Je pense notamment à la combinaison de différents matériaux (charbon, encre, crayon, craie), l’absence de couleur et, par extension, la tension entre le blanc et le noir. Je pense à l’absence d’un arrière-plan, un fond. Et bien sûr, je pense au fait que les dessins sont des portraits, bien qu’investis d’ambiguïté et d’incertitude. À cet égard, nous dirions que la force essentielle de portraits d’Androutsos se résume à l’équilibre entre l’identité et l’altérité du visage.
Une altérité qui peut être cernée dans deux directions différentes: Celle de la profondeur, le territoire inconnu de la psyché. Et celle du monde, le cadre de référence de l’activité quotidienne. Ces deux éléments, la profondeur et le monde, sont l’altérité du visage, le paysage intérieur. John Ashbery, semble le savoir: «Our landscape / Is alive with filiations, shuttlings; / Business is carried on by look, gesture» . Ce manque de fond de toile, l’absence d’une réalité de référence externe dans les dessins d’Androutsos, atteste l’internalisation de la réalité extérieure par le visage lui-même, sa médiation et son dérangement par la réalité extérieure. C’est pourquoi, le visage, afin de s’ouvrir à l’altérité à travers la geste dessinatrice, est rendu comme un champ de force : chaque ligne est chargée avec tension à travers le désordre et l’entrecroisement avec les autres lignes. Merleau-Ponty, semble le savoir aussi: «Mais, quand il s’agit d’œuvres qu’on aime à revoir ou à relire, le désordre est toujours un autre ordre, un nouveau système d’équivalences exige ce bouleversement, non pas n’importe lequel et c’est au nom d’un rapport plus vrai entre les choses que leurs liens ordinaires sont dénoués» . On peut donc supposer que les visages d’Androutsos sont des représentations d’un «moi généralisé», un moi dont le lieu n’est pas un espace objectif, mais une «localité anthropologique» qui est composé de la jonction du moi et de son propre monde.
Androutsos tente d’atteindre l’essence d’un visage, l’aporie constitutive du visage lui-même. Heureusement, Androutsos ne se donne pas complètement à l’abstraction, il ne renonce pas à la représentation. L’aporie du visage ne se pose pas comme une altérité inévitable, mais comme un principe sur lequel s’ouvre la possibilité de fonder une multiplicité de formes du même visage. L’abstraction dans ce cas-là, n’a rien à voir avec un soi-disant échec de la représentation. Il s’agit plutôt d’une remise en question de la représentation. L’abstraction met à la lumière ces relations invisibles qui nouent un visage avec son soi profond, avec le monde dans lequel se trouve. L’abstraction est la vérité de la représentation. Revenons donc au paysage intérieur, revenons à ce secret, à cette énigme qui joint le monde et le soi d’un visage. Ashbery, comme nous l’avons déjà dit, semble savoir: «Un jour, nous allons essayer de faire autant que possible et peut – être nous quelques – uns, mais cela n’a rien à voir avec la promesse qui nous est donnée aujourd’hui, notre paysage nous pénètre à périr dans horizon» . Contemplons maintenant les «paysages intérieurs». George Androutsos semble savoir aussi.
“Sur l’aporie du visage”
Θωμάς ΣυμεωνίδηςThomas Symeonidis,Διδάκτωρ, Αισθητικής και Φιλοσοφίας της Τέχνης
Docteur en Esthétique et philosophie de l’art
Ας ξεκινήσουμε από τον τίτλο: «Εσωτερικά Τοπία».Commençons par le titre: “Inner Landscapes” (Paysages Intérieurs). Βλέποντας τα σχέδια του Γιώργου Ανδρούτσου, αντιλαμβανόμαστε αμέσως τη διαφορά με τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό και τον σουρεαλισμό, όπου ο όρος «εσωτερικά τοπία» έχει επίσης χρησιμοποιηθεί. En regardant les dessins de George Androutsos on discerne immédiatement la différence avec l’expressionnisme abstrait et le surréalisme, où le terme “Paysages Intérieurs” a été également employé.Θα μπορούσαμε επίσης να μιλήσουμε στην περίπτωση του Ανδρούτσου για έναν ιδιότυπο εξπρεσιονισμό, καθώς ενώ αναφέρεται σε «τοπία», ένας όρος συνδεδεμένος κατά κύριο λόγο με την περιγραφή και την απεικόνιση ενός εξωτερικού περιβάλλοντος, ο Ανδρούτσος αμφισβητεί την εξωτερική όψη των πραγμάτων, αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία μίας αλήθειας βασισμένης στην εξωτερική όψη των πραγμάτων. On pourrait même parler dans le cas d’Androutsos d’un expressionisme particulier puisqu’en se référant au paysage – un terme associé principalement à la description et la représentation d’un environnement extérieur – il semble contester la primauté d’une vérité liée à l’aspect externe des choses. Επίσης, στο επιχείρημα υπέρ του εξπρεσιονισμού, θα μπορούσαν να προστεθούν τα στοιχεία της παραμόρφωσης και της αφαίρεσης.En plus, l’argument en faveur de cet expressionisme se renforce lorsque l’on songe aux éléments de la déformation et de l’abstraction. Μήπως όμως από την άλλη έχουμε να κάνουμε με έναν ρεαλισμό, με έναν επίσης ιδιότυπο ρεαλισμό, έναν ρεαλισμό όπου πολλά στρώματα πληροφορίας έχουν υπερτεθεί δίνοντας μία σύνοψη της πραγματικότητας;On pourrait finalement s’interroger s’il ne s’agit pas d’un réalisme, d’un réalisme particulier bien sûr, un réalisme issu de nombreuses couches d’information qui superposées résument la réalité.Από αυτή την άποψη, η συζήτηση θα μπορούσε να λάβει υπόψη και το επιχείρημα του ιμπρεσιονισμού, την πίστη ότι σε μία στιγμή μπορεί να συλληφθεί η πραγματικότητα. À cet égard, on pourrait examiner les dessins d’Androutsos sous l’angle de l’impressionnisme, à savoir sous un angle qui met en valeur l’essence de la réalité par le biais d’un instant bien choisi et rendu.
Ας αφήσουμε όμως κατά μέρους τις απόπειρες κατηγοριοποίησης του Ανδρούτσου για να δούμε τα ίδια τα σχέδια και να προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα: Από πού εκπορεύεται η δύναμη και η ιδιαιτερότητα αυτών των σχεδίων;Mais laissons à côté la tentative de classifier Androutsos pour se focaliser sur les dessins eux-mêmes et essayer de répondre à la question: D’où émane la force et la spécificité de ces dessins?Θεωρώ ότι η μεγάλη επιτυχία του Ανδρούτσου έγκειται στον τρόπο με τον οποίο ισορροπεί ανάμεσα στην αναπαράσταση και την αφαίρεση, στον τρόπο με τον οποίο η εργασία σε αυτά τα δύο διαφορετικά επίπεδα δημιουργεί μία βασική ένταση η οποία έρχεται να προστεθεί στις επιμέρους εντάσεις που χαρακτηρίζουν στο σύνολό τους τα έργα του Ανδρούτσου.Je pense que la grande réussite d’Androutsos réside dans la façon dont il garde un équilibre entre la représentation et l’abstraction, c’est-à-dire, la manière dont le travail sur ces deux niveaux différents crée une tension fondamentale à laquelle s’ajoutent le reste des tensions qui caractérisent la pratique d’Androutsos. Αναφέρομαι στον συνδυασμό διαφορετικών υλικών (κάρβουνο, μελάνι, μολύβι, κιμωλία), στην απουσία χρωμάτων και κατά προέκταση την ένταση ανάμεσα στο λευκό και το μαύρο.Je pense notamment à la combinaison de différents matériaux (charbon, encre, crayon, craie), l’absence de couleur et, par extension, la tension entre le blanc et le noir. Αναφέρομαι στην απουσία φόντου. Je pense à l’absence d’un arrière–plan, un fond.Και βεβαίως, αναφέρομαι στο γεγονός ότι τα σχέδιά είναι προσωπογραφίες, όσο και αν επενδύονται με ασάφεια και απροσδιοριστία. Et bien sûr, je pense au fait que les dessins sont des portraits, bien qu’investis d’ambiguïté et d’incertitude.Από αυτή την άποψη, θα λέγαμε ότι η μεγάλη δύναμη των προσωπογραφιών του Ανδρούτσου οφείλεται στην ισορροπία ανάμεσα στην ταυτότητα και την ετερότητα του προσώπου. À cet égard, nous dirions que la force essentielle de portraits d’Androutsos se résume à l’équilibre entre l’identité et l’altérité du visage.
Μία ετερότητα που μπορεί να εντοπιστεί σε δύο διαφορετικές κατευθύνσεις: Σε αυτή του βάθους, την αχαρτογράφητη επικράτεια του ψυχισμού.Une altérité qui peut être cernée dans deux directions différentes: Celle de la profondeur, le territoire inconnu de la psyché. Και σε αυτή του κόσμου, το πλαίσιο αναφοράς της καθημερινής δραστηριότητας.Et celle du monde, le cadre de référence de l’activité quotidienne. Αυτά τα δύο στοιχεία, βάθος και κόσμος, είναι η ετερότητα του προσώπου, το εσωτερικό του τοπίο.Ces deux éléments, la profondeur et le monde, sont l’altérité du visage, le paysage intérieur.Ο John Ashbery, δείχνει να γνωρίζει: « Το τοπίο μας / ζει μέσα σε σχέσεις, κίνηση· / οι υποθέσεις μας διεκπεραιώνονται με βλέμματα, χειρονομίες» 1.Αυτή η απουσία φόντου, η απουσία μίας εξωτερικής πραγματικότητας αναφοράς στα σχέδια του Ανδρούτσου, πιστοποιεί την εσωτερίκευση της εξωτερικής πραγματικότητας στο ίδιο το πρόσωπο, τη διαμεσολάβηση και τη διατάραξή του.John Ashbery, semble le savoir: «Our landscape / Is alive with filiations, shuttlings; / Business is carried on by look, gesture»[1].Ce manque de fond de toile, l’absence d’une réalité de référence externe dans les dessins d’Androutsos, atteste l’internalisation de la réalité extérieure par le visage lui-même, sa médiation et son dérangement par la réalité extérieure. Για αυτό και το πρόσωπο, προκειμένου να δεχθεί σχεδιαστικά την ετερότητά του, αποδίδεται ως δυναμικό πεδίο, η κάθε γραμμή φορτίζεται με ένταση μέσα από την αταξία και τη διαπλοκή της με τις άλλες γραμμές. C’est pourquoi, le visage, afin de s’ouvrir à l’altérité à travers la geste dessinatrice, est rendu comme un champ de force : chaque ligne est chargée avec tension à travers le désordre et l’entrecroisement avec les autres lignes. Ο Merleau-Ponty, δείχνει να γνωρίζει επίσης: «Όταν όμως πρόκειται για έργα που μας αρέσει να ξαναβλέπουμε ή να ξαναδιαβάζουμε, η αταξία είναι πάντα μια άλλη τάξη, ένα νέο σύστημα ισοδυναμιών απαιτεί αυτή την ορισμένη αναστάτωση, όχι οποιαδήποτε, και οι κοινοί δεσμοί ανάμεσα στα πράγματα λύονται στο όνομα μιας αληθινότερης σχέσης» 2.Merleau-Ponty, semble le savoir aussi: «Mais, quand il s’agit d’œuvres qu’on aime à revoir ou à relire, le désordre est toujours un autre ordre, un nouveau système d’équivalences exige ce bouleversement, non pas n’importe lequel et c’est au nom d’un rapport plus vrai entre les choses que leurs liens ordinaires sont dénoués»[2].Μπορούμε λοιπόν να υποστηρίξουμε ότι τα πρόσωπα του Ανδρούτσου είναι αναπαραστάσεις ενός «γενικευμένου εγώ», ενός εγώ όπου ο τόπος δεν είναι ένας αντικειμενικός χώρος, αλλά μία «ανθρωπολογική τοποθεσία»3η οποία συγκροτείται από την άρθρωση του κόσμου και του εαυτού μας.On peut donc supposer que les visages d’Androutsos sont des représentations d’un «moi généralisé», un moi dont le lieu n’est pas un espace objectif, mais une «localité anthropologique»[3]qui est composé de la jonction du moi et de son propre monde.
Ο Ανδρούτσος προσπαθεί να φτάσει στην ουσία ενός προσώπου, στην ίδια την απορία της σύστασής του, Ευτυχώς όμως, ο Ανδρούτσος δεν διολισθαίνει ολοκληρωτικά στην αφαίρεση, δεν αποκηρύσσει την αναπαράσταση.Androutsos tente d’atteindre l’essence d’un visage, l’aporie constitutive du visage lui-même. Heureusement, Androutsos ne se donne pas complètement à l’abstraction, il ne renonce pas à la représentation.Η απορία δεν τίθεται ως μία αναπόδραστη ετερότητα, αλλά ως μία αρχή στην οποία μπορεί να βασιστεί η πολλαπλότητα των μορφών ενός προσώπου.L’aporie du visage ne se pose pas comme une altérité inévitable, mais comme un principe sur lequel s’ouvre la possibilité de fonder une multiplicité de formes du même visage.Η αφαίρεση στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι μία αδυναμία αναπαράστασης, αλλά μία διερώτηση της αναπαράστασης.L’abstraction dans ce cas-là, n’a rien à voir avec un soi-disant échec de la représentation. Il s’agit plutôt d’une remise en question de la représentation.Η αφαίρεση φέρνει στην επιφάνεια, ενσωματώνει στην ίδια τη μορφή που ρυθμίζει τις βαθύτερες σχέσεις ενός προσώπου. L’abstraction met à la lumière ces relations invisibles qui nouent un visage avec son soi profond, avec le monde dans lequel se trouve. Η αφαίρεση είναι η αλήθεια της αναπαράστασης. L’abstraction est la vérité de la représentation.Ας επανέλθουμε λοιπόν στο εσωτερικό τοπίο, ας επανέλθουμε σε αυτό το μυστικό, σε αυτό το ανυπόφορο αίνιγμα που υπάρχει μέσα στον καθένα. Revenons donc au paysage intérieur, revenons à ce secret, à cette énigme qui joint le monde et le soi d’un visage. Ο Ashbery, όπως είπαμε, δείχνει να γνωρίζει: «Κάποια μέρα θα προσπαθήσουμε να κάνουμε όσο γίνεται περισσότερα και ίσως καταφέρουμε μερικά, αλλά αυτό δεν θα έχει καμιά σχέση με την υπόσχεση που μας δόθηκε σήμερα, το τοπίο μας να μας διαπερνά για να χαθεί στον ορίζοντα» 4. Ashbery, comme nous l’avons déjà dit, semble savoir: «Un jour, nous allons essayer de faire autant que possible et peut – être nous quelques – uns, mais cela n’a rien à voir avec la promesse qui nous est donnée aujourd’hui, notre paysage nous pénètre à périr dans horizon»[4]. Ας κοιτάξουμε τώρα τα «εσωτερικά τοπία». Contemplons maintenant les «paysages intérieurs».Ο Γιώργος Ανδρούτσος δείχνει να γνωρίζει επίσης. George Androutsos semble savoir aussi.
[1] J. Ashbery, (1999),Self-Portrait in a Convex Mirror,Βλαβιανός, X., Νεφέλη: Αθήνα, σελ.39.Nefeli: Athènes, p.39.
[2] Ponty, M., (1969), La prose du monde, Gallimard : Paris, p.89.
[3] Ibid., p.192.
[4] Op.cit., J. Ashbery, (1999), p.33