Scroll Top

 ΗΛΙΑΣ ΓΚΡΗΣ

“Σαν άλλος Οιδίποδας”
Εκδόσεις ΓΚΟΒΟΣΤΗ

Ποίηση που αμφισβητεί, αναστοχάζεται και συνομιλεί με την ιστορία.

ΧΑΜΑΙΛΕΟΝΤΕΣ

Αν σου μιλώ για χαμαιλέοντες δεν είναι
που το κηπάκι ποδοπατούν της ευπρέπειας
νομίζοντας ατιμώρητα πως ξεγελούν το μάταιο

ούτε που την αγορά πλημμυρίζουν κίβδηλο νόμισμα

Αν με σκοτίζουν οι χαμαιλέοντες δεν είναι
που σέρνουν με λουρί τη λογική στα τέσσερα
η άμοιρη και σηκώνει στις πλάτες το αδιάντροπο

ούτε που διαρκώς αλλάζουν καμουφλάζ χρώματα
και μόνο το χρώμα της ντροπής δεν ξέρουν

Αν επιμένω μιλώντας για χαμαιλέοντες
δεν είναι που γλοιώδης προβοσκίδα η γλώσσα τους
τινάζεται κι αρπάζεται γάντζος στην αναρρίχηση

δεν είναι που ανοίγουν μιαν άβυσσο στην πόρτα μας

είναι που καμαρώνουν στο κεφαλόσκαλο της ευτέλειας
με πινελάκι αλαζονείας πλαστογραφούν το αύριο μας.

Η ΕΠΕΛΑΣΗ
ΤΗΣ ΑΛΗΘΟΥΣ ΑΡΧΟΝΤΙΑΣ

Κι όταν κόπασε ο αχός του σφαγείου
έμπορος της Πόλης με τ’ άφθονο κοίτασμα
διαφωτισμού και αμύθητα πλούτη
που στάθηκε μέγας χορηγός του Αγώνα

ο λεβέντης ξέπεσε ρέστος στην Ύδρα
να ψωμοζεί σαν τελώνης με προσφάι τη θλίψη
διπλα σε ρακένδυτα του οίστρου απομεινάρια
ενώ πτωχαλαζόνες πιάσανε τα πόστα

και το ‘ παιζαν ηγήτορες. Και σαν πέρασε
ο Όθων με κουστωδία λαμπρό κηφηναριό
του ‘παν και είδε του ανδρός την κατάντια και
ζήτησε να του κάμει αναφορά ” ίνα

σας απονείμω το παράσημο με το Σταυρό
του Σωτήρος”. Τότε ο Παναγιώτης Σέκερης

χλιμίντρισε σαν άλογο η πτοημένη περηφάνια του
σ’ επέλαση αληθούς αρχοντιάς
και είπε στον κορδωμένο ανόητο βασιλέα ‘

” Στήθια σαν τα δικά μου δε χρειάστηκε
ποτέ να τα κοσμούν παράσημα”.