Γράφει η Αναστασία Υφαντίδου
Ποιήτρια, καθηγήτρια, κριτικός, μεταφράστρια, ποιήτρια! Πολυγραφότατη και πώς να βουτήξεις σε τόσο βαθιά νερά; Ας τολμήσω! Από τα πολλά βιβλία της κρατώ τα πέντε στα χέρια μου κυρίως γιατί ήθελα να δω την ποιήτρια να ξετυλίγει την ψυχή της σε βάθος χρόνου. Ήθελα να δω τις ζυμώσεις των εμπειριών και πως αυτές αποτυπώνονται στην ποίηση της Λιάνας Σακελλίου.
Αφές Ρέουσες – εκδόσεις Νεφέλη – 1992 – 23 ποιήματα/
Σ’ ένα σκοτεινό τοπίο θαλασσινό, αλμυρό, σχεδόν στον βυθό των συναισθημάτων της ποιήτριας, αγγίζοντας τους πιο μύχιους φόβους της ξαπλώνει πλάι στην αλήθεια, την αποδέχεται, καθώς εκεί που τελειώνει η ακτή, το γήινο, το απτό, το ορατό, εκεί αρχίζει το όνειρό σε μια κατάδυση χωρίς μάσκες. Οι παλιοί έλεγαν τα μάτια καθρεφτίζουν το φως των καιρών γράφει η ποιήτρια κι όμως τα μάτια και οι βιτρίνες που τα σκεπάζουν είναι τελικά ο φόβος κι η απογοήτευση της, αφού τελικά το ποθούμενο στη ζωή είναι το χρώμα των στιγμών που ζούμε κι ας τελικά επιλέγουμε το σκοτεινό μας σύμπαν. Η ποίηση της Λιάνας Σακελλίου συνομιλεί με την μουσική επηρεασμένη από τους στίχους του Born to Run του Bruce Springsteen γράφοντας Στις αμερικανικές πόλεις οι άνθρωποι ερωτεύονται και πεθαίνουν βίαια και παρακάτω ο συμβιβαστικός θάνατος ή συμβιβαστική φυγή/Τα σκοινιά των ηρώων δεμένα/Τα στόματα τους διψασμένα/Τα παιχνίδια στο δρόμο βρυχώνται οκτάβες περιγράφοντας έναν κόσμο όπου οι ήρωες καθηλώνονται δεμένοι στα σκοινιά των συμβιβασμών και τα στόματα τους παραμένουν διψασμένα αφού η αλήθεια τους δεν φτάνει να τους ξεδιψάσει καθώς δεν βρίσκει κατάλληλους αποδέκτες. Συνέπεια όπως τραγουδά ο Springsteen να γεννηθούμε για να τρέχουμε. Ποιήματα δομημένου ρεαλισμού παρατηρούνται ξεκάθαρα όπως οι Μικρές ώρες στο Εδιμβούργο το οποίο κλείνει συγκλονιστικά με τους στίχους Εδώ ο πρώην συγκάτοικος Εβραίος επιμένει ν’ απλώνει στα πλήκτρα το Fur Elize με την καυστική ματιά της ποιήτριας ν’ αγγίζει μελανά κομμάτια της ιστορίας που πονούν την ίδια την ανθρωπότητα. Στη Χώρα των Θραυσμάτων ένας τίτλος αλληγορικός και στίχοι που θυμίζουν κεραυνό που χτυπά ένα ρολόι εκκρεμές – Η φασαρία του δρόμου μπαινοβγαίνει στο δωμάτιο σαν ανάσα/ Σωρός τα σπασμένα γυαλιά στο βυθό/ Κι αυτό το καλοκαίρι τα λειαίνει κι ελαττώνεται. Η γλαφυρότητα των περιγραφών της με εικόνες της αρχέγονης φύσης σε έναν χορό έντονου ερωτισμού, της γης που σαγηνεύεται, που δίνεται ολοκληρωτικά και απομένει μόνη στο τέλος με την ανάμνηση να βρέχει τον ύπνο της διακρίνονται έντονα στο ποίημα Τ’ αμπέλια της, Το κυρτωμένο κορμί της ταραζόταν/ στην ανάμνηση των πελμάτων/σαν το λεπτό πανί το τεντωμένο στ’ αλώνι/για να μην πλημμυρίσουν τ’ αμπέλια της απ’ τη βροχή. Η ποιήτρια κλείνει την συλλογή της με τις Παραλλαγές, Είμαστε αφές ρέουσες σε χώρα θραυσμάτων/ Κι η καρδιά μας μεγαλώνει/για ν’ απαιτήσουμε μια αχλύ/ στον καθρέφτη του χερσαίου εαυτού μας υποδηλώνοντας τον αγώνα του συναισθήματος και του δικαίου απέναντι σε μια κοινωνία εύθραυστη, θρυμματισμένη στην οποία αγωνιούμε να δούμε τον εαυτό μας πολύ πιο διαφορετικό από αυτό που πραγματικά είναι.
Πάρε με σαν φωτογραφία – Εκδόσεις Τυπωθήτω – 2004
Κρατώ στα χέρια μου ένα πρωτότυπο βιβλίο, πλούσιο για ποιητική συλλογή το οποίο αποτελείται από 48 ποιήματα των οποίων οι τίτλοι βρίσκονται στο τέλος του ποιήματος και όχι στην αρχή τους ως είθισται διαχωρισμένα σε τρείς ενότητες. Στολισμένες οι σελίδες του, με λουλούδια-φωτογραφίες της Elena Sheehan συνοδεύουν τα ποιήματα, εικόνες οι οποίες σαν να συμπληρώνουν την εικονοποιία των στίχων, σαν να μιλούν κι αυτά για την βαθιά, αισθαντική ποίηση της Λιάνας Σακελλίου όπως ένα λουλούδι με την ομορφιά, την δροσιά ή τον μαρασμό του μιλάει στον άνθρωπο. Κι εδώ όπως και στις Αφές Ρέουσες οι στίχοι της ποιήτριας διαπνέονται από έντονο ερωτισμό, από όνειρα κι αισθήσεις διαρκείς που όμως καταλήγουν στον ψυχρό ρεαλισμό και αποδόμηση των αισθημάτων που πολλές φορές εμείς οι ίδιοι εξυψώνουμε, δίχως να έχουμε πραγματική εικόνα και επίγνωση της πραγματικότητας. Άλλωστε η αλήθεια είναι κακή μαθήτρια, αργοπορημένη, καθυστερεί και μας χτυπά την πόρτα πάντα τελευταία. Το νωπό χνούδι τους αποζητούσε λεπταίσθητα χάδια/ Μια ειμαρμένη τα έκανε φτερά/με την επίγνωση του αποχωρισμού/στο πέταγμα του στίχου/Χνάρια που έχουν χάσει την χώρα τους/Φέρνουν μια μοναξιά διαβάζουμε στις Μεταμορφώσεις. Έντονα τα στοιχεία της φύσης όπου παρομοιάζονται με αυτά τα πιο βαθιά ανθρώπινα συναισθήματα, ένα νερό που κυλάει ο πόθος, μια γέφυρα για να σε φέρει κοντά στο αντικείμενο του πόθου Κι ότι είναι με τόση συνέπεια φευγαλέο ίσως είναι ποθητό στην Βιοποικιλότητα ενός έρωτα, ενός πόθου ο οποίος όσο πιο πολύ ξεμακραίνει τόσο μεγαλώνει η επιθυμία κι η λαχτάρα. Είναι παραδεκτό πως οι μεγάλοι έρωτες δεν έχουν αίσια κατάληξη, ίσως γιατί μοιάζουν με μάχη επικράτησης, ίσως γιατί μοιάζουν με παιχνίδι με άγνωστους όρους κι αν κάποιος από τους δύο βγει χαμένος τότε στ’ αλήθεια χάνει ο ίδιος ο έρωτας. Έτσι η ποίηση της Λιάνας Σακελλίου συνομιλεί και με τον μεγάλο έρωτα της Κλεοπάτρας και του Αντώνιου. Έχω βαφτίσει με το αίμα σου το πρόσωπό μου/Τι σημαίνει ευγενής θάνατος Ρωμαίε;/Τι χοές να σου προσφέρω; Πρωτότυπη, πλούσια η γλώσσα της ποιήτριας μας εισάγει σ’ έναν βαθύ, άγνωστο ποιητικό κόσμο ξεδιπλώνοντας πρώτα τις δικές της ευαισθησίες, ελπίδες, απογοητεύσεις ώστε να συμπορευτούμε μαζί της σε αυτό το σκοτεινό, υγρό τοπίο της αλήθειας και των στίχων της.
Πορτρέτο πριν το σκοτάδι – Εκδόσεις Τυπωθήτω – 2010
Μια ποιητική συλλογή που αποτελεί τον φανταστικό διάλογο του ποιητή Edward James με την χορεύτρια Tilly Losch την οποία ερωτεύτηκε, παντρεύτηκε και χώρισε τελικά μετά από μια θυελλώδη σχέση. Στο εξώφυλλο σαν να αναπαριστάται η γνωστή χορεύτρια, μια φιγούρα που ξυπνά πόθους και όνειρα. Τι είναι ο διάλογος ανάμεσα σε δύο εραστές; Ίσως ένα ποτάμι που κυλάει ανάποδα, σκέψεις κρυμμένες, ίσως λέξεις που δεν ειπώνονται ποτέ ή προφέρονται χτενισμένες. Ακατέργαστη άρνηση πνέει ανάμεσα μας/σαν πειρασμός./Σαν απόκληρα κάστρα.
-Σαν υπνοβάτης αναρριχώμαι στη σκάλα που οδηγεί στον ουρανό σου
-Ανεβαίνεις τη σκάλα του μύθου/Όλα όσα έχω να σου πω χάνονται.
Λέγεται πως από τον έρωτα του ο ποιητής αποτύπωσε τα βρεγμένα πέλματα της Lilly στο χαλί της σκάλας. Κι αμέσως η ποιήτρια, Ο πόθος δημιουργεί παραισθήσεις δείχνοντας μας πως καθετί που θεωρητικά είναι ασήμαντο, στον έρωτα γίνεται ουσιώδες κι όσο το πάθος κυριαρχεί η δίνη του παραλόγου καταπίνει τον ερωτευμένο. Η σχέση μας θυμίζει εωθινή διάθλαση φωτός – τρελαίνει τα έντομα μέσα στο σκοτάδι. Κι εδώ αυτός ο έρωτας έχει κατάληξη κοινή. Διαζύγιο, δύο άνθρωποι γίνονται ξένοι, απόμακροι σαν να χάνονται σ’ ένα δάσος κι είναι αδύνατο οι κόσμοι τους να συναντηθούν ξανά. Σε πολλά ποιήματα της ποιήτριας διακρίνουμε αυτόν τον ρεαλισμό που διέπει τις ανθρώπινες σχέσεις. Ενώ αρχικά μεταφέρεσαι σ’ ένα σχεδόν ονειρικό τοπίο, ξαφνικά βρίσκεσαι στην άκρη ενός καταρράκτη να κοιτάζεις το λασπωμένο έδαφος γνωρίζοντας ότι το άλλοτε αγαπημένο χέρι που σε σήκωνε από τη γη στον ουρανό δεν είναι πια εκεί και κυρίως δεν είναι πια αγαπημένο. Αποτύπωση όχι μόνο του συγκεκριμένου έρωτα μεταξύ του James και της Losch αλλά κάθε έρωτα που ξεκινά με δυνατές προοπτικές και όνειρα και καταλήγει κρεμασμένος στην γκιλοτίνα του χρόνου. Η Λιάνα Σακελλίου κατέχει την τέχνη του να τα περιγράψει όλα αυτά με την ποίηση της, να σε κάνει να νιώσεις όχι παρατηρητής αλλά πρωταγωνιστής των μικρών ή μεγάλων ιστοριών της.
Όπου φυσά γλυκά η αύρα – Εκδόσεις Gutenberg – 2017
Σε μια ακόμη συνεργασία με την Elena Sheehan να ντύνει το εξώφυλλο με ένα φόρεμα λευκό να θυμίζει νυφικό που όμως μάλλον δεν φορέθηκε ποτέ. Εβδομήντα τρία ποιήματα περιέχει η αύρα της Λιάνας Σακελλίου από τις εκδόσεις Gutenberg κι ενώ περιμένω να διαβάσω γλαφυρά για έρωτες που σε παρασύρουν με την δύναμη τους, με χτυπά στο πρόσωπο η πραγματική αφήγηση του Αθάνατου νερού. Το πρώτο ποίημα αφιερωμένο στην αγωνία ενός πατέρα να σωθεί η κόρη του που πάσχει από φυματίωση, στην γνωστή ιστορία του Raffaello Ceccoli και της κόρης του Arzia η οποία εγκαταστάθηκε στην Μονή Ζωοδόχου Πηγής της Καλαβρίας όπου και πέθανε λίγο πριν τα είκοσι της χρόνια, αποδεικνύοντας πως οι συναισθηματικές κεραίες ενός ποιητή, μιας ποιήτριας αγγίζονται από καθετί που συμβαίνει στον κόσμο, υπαρκτά γεγονότα, αληθινά, που καλπάζουν στο νου και δημιουργούν μια άλλη ιστορία στο μυαλό του καλλιτέχνη. Πράγματι ο ζωγράφος Ceccolli κατάφερε να δώσει στην κόρη του το Αθάνατο νερό μέσω της τέχνης του αφού η εικόνα της Βρεφοκρατούσας και το Βρέφος έχουν την μορφή της. Η Αρτσία έγινε θεοτόκος/ το θείο βρέφος εκείνη παιδί. Με τον ίδιο τρόπο η Λιάνα Σακελλίου συνομιλεί και με άλλους καλλιτέχνες μέσω της ποίησης της όπως ο ζωγράφος Κωνσταντίνος Παρθένης/Βάφει την κρήνη, τα κελιά/ σαν ιταλική αγροικία κυανά ή ο Γιάννης Σκαρλάτος /Ήταν ο θεός κι εκείνη το θαύμα του κόσμου. Κοινός τόπος ο Πόρος και είναι σαν να ξεπηδούν μπροστά σου εικόνες μιας άλλης εποχής με καλλιτέχνες σπουδαίους να συνομιλούν με την ποιήτρια σαν μια παρέα που πίνει κρασί στο λιμάνι και ξεθυμαίνει το συναίσθημα με το αλκοόλ ή σαν μια βασιλική παρέα μιας αριστοκρατικής εποχής που τσουγγρίζει τις αξίες του χθες αναμειγμένες με παλιακές πληγές που και σήμερα ακόμη ταλανίζουν τη σκέψη, με τις ιδέες του σήμερα ώστε να φυτευθούν οι προσδοκίες του αύριο./ Η Ματίνα γνώριζε γερμανικά/και την πήραν στο γερμανικό φρουραρχείο για διερμηνέα/ Όταν μάθαινε πως ετοιμάζονταν να συλλάβουν κάποιον/ τον ειδοποιούσε αμέσως να φύγει γιατί κινδύνευε/Την κατέδωσε ο πατέρας ενός που είχε σώσει/ . Αυτός είναι ο κόσμος που έπλασαν οι άνθρωποι, αυτό είναι το βάρος της συνείδησης πολλών, είτε στα παλαιότερα, είτε στα τωρινά χρόνια που ζούμε. Ναι ο κόσμος χωρίζεται στους καλούς και στους κακούς και δεν είναι μόνο προνόμιο των κινουμένων σχεδίων αυτό, είναι η παιδική απεικόνιση του αληθινού κόσμου που χαρίζουμε στα παιδιά, υπάρχει και διαιωνίζεται χρόνια τώρα. Το καλό δεν αναγνωρίζεται ποτέ, σταυρώνεται εύκολα με μηδενικές ενοχές από τους ευεργετημένους. Η συνείδηση τους κοιμάται ναρκωμένη. Θύματα πολέμου υπήρξαν οι νεκροί αλλά και οι επιζήσαντες. Θύματα πολέμου είναι και οι σημερινοί επιζήσαντες και μάλιστα ενός πολέμου ακήρυχτου, αφανή, ενός πολέμου του εγωισμού, του φθόνου με την ανιδιοτελή αγάπη. Κι αυτήν την πραγματικότητα ξεσκεπάζει με λίγες φράσεις η ποιήτρια τόσο απλά, τόσο εύγλωττα. Μεγάλη αξία και η στοχαστικά καυστική ματιά της σε συμπεριφορές μιας παλιομοδίτικης εποχής, όπου η γυναίκα βρίσκονταν στο επίκεντρο μιας κριτικής διάθεσης και ενοχοποίησης της ίδιας της της ύπαρξης, της γυναικείας της φύσης, την οποία έπρεπε να σκεπάζει, να κρύβει σαν ένα αντικείμενο που στέκει σε μια γωνιά, την στολίζει αλλά δεν μπορεί να έχει γνώμη για το αν του αρέσει εκεί που τοποθετήθηκε ή όχι, όπως διαβάζουμε στο ποίημα Λουτρά και κόρες. Ένα βιβλίο που καταδεικνύει την αδικία και την ανισότητα κοινωνικά και ηθικά, μια ποίηση στοχαστική, έτσι όπως πραγματικά σκέφτονται οι αληθινοί ποιητές και με τον πλέον χρήσιμο κι έξυπνο τρόπο εκφράζουν αλήθειες. Κλείνοντας το βιβλίο αυτό νιώθω σαν να περιηγήθηκα σ’ ένα ζωντανό μουσείο της ανθρωπότητας, σαν να συμμετείχα σ’ ένα ντοκιμαντέρ ιστορίας, σαν να συνομίλησα κι εγώ με τους μεγάλους του κόσμου, που στο βάθος δεν ήταν τίποτα άλλο παρά άνθρωποι απλοί όπως όλοι μας. Και το συνταίριασμα ήρθε στην συνειδητοποίηση πως όλοι αναζητούμε τα ίδια πράγματα από την ζωή, ακόμη κι αυτοί που η σκέψη τους λοξοδρομεί και γίνονται στίχοι στα ποιήματα μιας σπουδαίας ποιήτριας.
Sequentiae – Εκδόσεις Gutenberg – 2021
Εξώφυλλο η Κοίμηση της Θεοτόκου από το έργο του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου και από τον τίτλο ακόμη προετοιμαζόμαστε για μια μυσταγωγία στην διαδικασία αποτύπωσης αυτού του μοναδικού έργου. Ο τρόπος γραφής των στίχων μου θυμίζει δέντρο κι ίσως έτσι αποτυπώνεται η ίδια η ζωή με τις ρίζες, το κορμό και τα κλαδιά της που είναι οι δρόμοι που επιλέγει ο άνθρωπος. Ο δημιουργός μιλά στο δημιούργημά του, Στη νεκρική κλίνη γίνεσαι λίμνη/ σου απλώνω αμβρόσιο πέπλο. Ο ζωγράφος μιλά στην Παναγιά, παρατηρεί τους παρευρισκομένους, νιώθει τις σκέψεις τους, τις αποκαλύπτει. Οι φίλοι από την πρωτινή ζωή/τα κεφάλια γυρνούν αμήχανα. Κι εδώ έρχεται η ποιήτρια μέσω του δημιουργού ζωγράφου να συμπονέσει, να νιώσει, να εξυψώσει. Η ρομφαία του Συμεών εκεί έμεινε/ όσο έζησες την απόσταξες. Το οδοιπορικό ενός πίνακα που περίμενε καρτερικά να αποκαλυφθεί μας ξετυλίγεται στους στίχους νιώθοντας την ίδια αγωνία του δημιουργού, του παρατηρητή και του εξερευνητή συγχρόνως. Έκαψαν Χίο και Ψαρά. Μπήκε σε πλοίο/Παπά – Κώστα ξετζάμωσε τη να τη δω καλύτερα./ Εδώ δεξιά στο κλίτος την πήγαμε, στο στασίδι και τον άφησα μόνο/Θυμάμαι δύο ώρες πέρασαν και ξεφωνίζει, κλαίει σαν μωρό. Με έντονη θεατρικότητα στα λόγια της ποιήτριας μας ξετυλίγεται όλη η ιστορία της εικόνας, σαν να βλέπεις ζωντανά έναν ηθοποιό στην σκηνή να περιγράφει με αγωνία το οδοιπορικό ενός θαύματος. Οι στίχοι της σαν να ξεστομίζονται από τον αρχαιολόγο Γεώργιο Μαστορόπουλο που ανακάλυψε ότι το έργο είναι τoυ ΔΕΙΞΑΝΤΟC και του συντηρητή Σταύρου Μπαλτογιάννη που με επιμονή και υπομονή την φρόντιζε σαν μωρό επί δυόμισι χρόνια ώσπου να επιβεβαιώσει τον δημιουργό της. Οι τέχνες συγκινούν την Λιάνα Σακελλίου, είναι εμφανές σε όλα τα βιβλία της, σε όλα τα ποιήματα της. Ξεδιπλώνει στίχο τον στίχο το μάγμα της έμπνευσης και της αφοσίωσης, της δημιουργικότητας και της ιστορικής εξέλιξης μεγάλων ανθρώπων και ακόμη μεγαλύτερων επιτευγμάτων. Ένα ταξίδι η ποίηση της ανάμεσα σε εποχές και ανθρώπους, σε τόπους και αγωνίες. Στο τέλος όμως πάντα νιώθεις ότι έφτασες στην Ιθάκη, ότι όσο κι αν μακριά ταξίδεψες, η ποίηση της Λιάνας Σακελλίου σε έφερε ακόμη πιο κοντά στον ίδιο σου τον εαυτό!