Γεωργία Λαλιώτη
ΑΦΟΣΙΩΣΗ
Αυτό το ποτήρι, τ’ αγαπημένο σου,
γάλα, νερό, χυμό, καφέ σου ‘χει προσφέρει.
Κάποτε σου χρησίμευε κι ως βάζο
για τα μανουσάκια που μάζευες απ’ τους αγρούς.
Κι άλλοτε –χρόνια μετά–
τοποθετούσες τη μασέλα σου
γεμίζοντάς το πάλι με νερό.
Είναι το ίδιο ποτήρι, τ’ αγαπημένο σου,
που θα σε ξεδιψάει στους αιώνες–
ή όσο ζω, καθώς θα μεριμνώ
άσβεστη να κρατώ του καντηλιού τη φλόγα.
ΕΠΙΚΛΗΣΗ
Άγγελέ μου αγαπημένε έλα πάλι
να με πάρεις αγκαλιά, να με κρατήσεις,
να ταράξεις της καρδιάς μου το ακρογιάλι
και καινούριες να μου φέρεις συγκινήσεις.
Πάντα θαυμάζω άγγελέ μου τη μορφή σου
και παντού αναζητάω τη ματιά σου.
Όσο όμορφα περνά ο καιρός μαζί σου,
τόσο άχαρα περνάει μακριά σου.
Μια στιγμή να είμαι δίπλα σου μου φτάνει,
έστω για λίγο να σ’ αγγίξω μου αρκεί.
Ένα χαμόγελο να ήξερες τι κάνει,
ένα σου βλέμμα πόσα δίνει στην ψυχή…
ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΣΗΣ
21 Μαρτίου δείχνει το ημερολόγιο.
Εαρινή ισημερία‧ πρώτη επίσημη
μέρα της άνοιξης. Συν τοις άλλοις,
μου είπαν παγκόσμια ημέρα ποίησης πως είναι.
Ωραία η ποίηση, δε λέω,
τα βράδια με πανσέληνο ταιριάζει.
Αλλά για το παιδί ποιος θα μιλήσει;
Για ετούτο που ξυπόλυτο
λουστράρει τα παπούτσια μας…
Για εκείνο που πηγαίνει στο σχολείο
κουβαλώντας τα βιβλία στα χέρια του…
Για το άλλο που σχολείο να πάει δεν μπορεί…
Για αυτό που τρέμει από το κρύο
και δεν βρίσκεται φωτιά να το ζεστάνει…
Για όσα προσπαθούν να χορτάσουν
με τη μυρωδιά μιας καμένης τυρόπιτας…
Γέμισε ο τόπος σκοτωμένα πουλιά
και ποιος θα καταγγείλει τα θηρία;
Ποιος θα μας πει για όλα εκείνα
τα παιδιά που κλαίνε στα κρυφά
όσο εμείς διαβάζουμε ποιήματα;
ΤΑΛΑΝΤΕΥΣΗ
Λέω για απόψε να σταματήσουμε.
Αμφιβάλλω αν σ’ αγαπώ μέσα απ’ το ρόλο,
φιλιά θεατρικά αν σου χαρίζω,
αν μπαίνω και αν βγαίνω απ’ τη συνθήκη.
Κάπως μου φαίνεται στο τέλος να μη σ’ έχω,
να μην κοιμόμαστε αγκαλιά, να μη σ’ αγγίζω
στ’ απόκρυφα του σώματός σου μέρη.
Για αυτό, λέω να σταματήσουμε για απόψε.
Αν μη τι άλλο να μη σ’ έχω ούτε στα ψέματα,
μήπως και καταλάβω την αλήθεια,
αφού δεν ψάχνω λύτρωση από τ’ απωθημένα μου,
την άκρη αναζητώ στο μπερδεμένο νήμα μας.
ΤΟ «ΑΓΑΛΜΑ»
Ωραία Καρυάτιδα φαντάζεις,
τα μάτια σου μοιάζουν με χρυσάφι
σαν να τα έχουν φτιάξει ζωγράφοι
κι έτσι ομορφιά τριγύρω μοιράζεις.
Αισθάνεται δέος και το φεγγάρι
για το κορμί σου το αγαλματένιο.
Είσ’ ένα όνειρο μαλαματένιο,
ένα πανάκριβο μαργαριτάρι.
Η γοητεία σου είναι μεγάλη
και υπερισχύει αυτής του κόσμου.
Είσαι ο ήλιος μου, είσαι το φως μου,
είσαι λιμάνι μου και ακρογιάλι.