Scroll Top

«7 + 1 Ποιήματα για τον Απρίλιο του 2021 στο Culture Book»

7 + 1 Ποιήματα για το Culture Book από επτά (7) και έναν (1) ποιήτριες και ποιητές που με δόκιμο τρόπο ο καθένας και η καθεμία με το δικό τους τρόπο συνομιλούν με την ποιητική τέχνη. Σε αυτή την ενότητα καταγράφουμε ποιήματα που δεν τα έχουν δημοσιεύσει ακόμα οι δημιουργοί τους.

Οι συμμετέχοντες ποιήτριες και ποιητής για τον μήνα Απρίλιο είναι: Σουλεϊμάν Αλαγιαλή-Τσιαλίκ, Σταυρούλα Δημητριάδου, Ελευθερία Θάνογλου, Δημήτριος Τ. Παπαγεωργίου, Αγγελική-Φωτεινή Σαρταρίδου, Δημήτρης Σπυρόπουλος, Αντώνης Δ. Σκιαθάς, Βαγγέλης Τασιόπουλος. Ο καθένας και η καθεμία τους με τον τρόπο τους έχουν καταγραφεί στη σύγχρονη Λογοτεχνική ιστορία της χώρας μας. Έχουν διαφορετική βιολογική ηλικία και Λογοτεχνική ιστορία. Ανήκουν σε διαφορετικές λογοτεχνικές τάσεις και “γενιές”, έχουν όμως τον δικό τους “μύθο” όταν συνοδοιπορούν με την τέχνη του Ομήρου.
Να σημειώσουμε πως θεωρήσαμε υποχρέωσή μας (πώς αλλιώς άλλωστε όταν ομιλούμε για λογοτεχνία) να αποδεχτούμε τον τρόπο χρήσης των σημείων στίξης και των γραμματικοσυντακτικών κανόνων του κάθε συγγραφέα.

Καλή ανάγνωση!

Αντώνης Δ. Σκιαθάς

 

 

Σουλεϊμάν Αλαγιαλή-Τσιαλίκ

Η ΕΔΡΑ ΤΗΣ ΓΑΛΗΝΗΣ

Μες στα χωράφια των αργυραμοιβών
Κυματίζει η απέραντη σιωπή.
Εδώ είναι η έδρα της γαλήνης
Δίχως εντάσεις και ριζικές ανατροπές.
Ακολουθούμε πιστά τη γραμμή
Που ακινητεί το χρόνο
Κι ο καθένας προχωρά δίχως ταυτότητα
Δίχως τα ψιθυρίσματα των χαρακτηρισμών
«Έγκαιρος» ή «αργοπορημένος».
Δίχως να στέκεται απέναντι στους άλλους
Ως διαφορετικός κι ανέκφραστος.

Εδώ δε συνταιριάζουν τα μυστικά κανενός.
Της επιβίωσης με την ομίχλη
Και της αδιαφορίας με τη θολή φοβέρα.
Κι όλα είναι τόσο ρευστά
Μες στη διάθλαση της πληρότητας.
Μόνο ξεχωρίζουν τα ροζάρια
Που κρατάνε οι άσπιλοι εχθροί του χρόνου
Όταν όλα βυθίζονται αργά
Στα χρώματα της ύπαρξης.
Εδώ δεν υπάρχει η άλλη
Άκρη του θαύματος.
Εδώ δεν …

§

 

Σταυρούλα Δημητριάδου

Γράμμα σε δυσκολοκατάκτητο αγαπημένο

Άγρια Γη του Αμαζονίου
αδύνατον να σε κατακτήσω.
Τα φύλλα σου μου χαράκωσαν το δέρμα.
Ακόμα βγάζω ψιλά-ψιλά αγκαθάκια πίσω από τα αυτιά,
μπλαβιά φιλιά σου απ΄τους μηρούς, ανάμεσα στα γόνατα.
Δεν ξέρω αν θέλεις ήλιο να πυρώνει το πετσί,
ή βροχές να κατακλύζουν τα ποτάμια σου.
Οι άγριες φυλές κυλούν μέσα σου ανυπότακτες,
αλητεύουσες εν αγνοία
ερήμην αμαρτωλές, αγίες ερήμην.
Ριπές ανέμων στα μάτια των παιδιών σου
όταν κοιτούν, χωρίς προφανή αιτία.
Σ’ αφήνω λοιπόν στην προαιώνια μοναξιά σου,
στην άγρια ομορφιά σου
τη μη διαχειρίσιμη
και την τόσο λίγο εκτιμηθείσα.

§

 

Ελευθερία Θάνογλου

Εγκατάλειψη

Τα σπίτια δεν τ΄ αφήνουμε,
μας αφήνουν.
Γλιστράνε αθόρυβα
όπως το ψάρι χωρίς λέπια
απ΄ την παλάμη μέσα.

Έτσι και τα σπίτια˙
με την απουσία των πρώτων ενοίκων
γλιστράνε από πάνω μας
όπως τα πλοία εγκαταλείπουν
τον ορίζοντα
που αιχμαλώτισε το βλέμμα.

§

 

Δημήτριος Τ. Παπαγεωργίου

Ξεγελάστηκαν οι μέλισσες

Βγήκαμε στις ταράτσες να γιορτάσουμε
να θαυμάσουμε τα βεγγαλικά της πόλης,
να μυρίσουμε το μπαρούτι των ημερών μας
τη σύγχρονη σκλαβιά μας,

η αριστεία των αριθμών κόντρα στην δημοκρατία
των γραμμάτων,
όλα σε μια ταράτσα γιορτινή και πένθιμη συνάμα
καλή χρονιά καλή λευτεριά καλό Πάσχα καλή ανάσταση
καλό καλοκαίρι,
ο χρόνος
τρεχούμενο νερό βιαστικό σε παιδικές χούφτες
διψασμένες και αυτές για το μητρικό χάδι
κι ‘ας μεγάλωσαν κι ‘ας θέριεψαν,
συντροφιά καπνού παρηγοριά του ήλιου
ξέχασα να βάλω τους φίλους μου στο άσπρο σύννεφο,
ψηλά να τους κοιτάζω, ψηλά να μου λείπουν·

ξεγέλασε ο Απρίλης τις μέλισσες τις μαρμάρωσε με παγωμένη πνοή
να θυμηθώ να μην λυγίσω στην απώλεια της μάνας
το πρώτο μου καλοκαίρι να τιμήσω,
να εξατμιστώ στο βλέμμα της γυναίκας μου
από έρωτα ύστερα κάπως να μονιάσω,

όλα έτσι ήσυχα να αρχίσουν από την αρχή
να συγχωρεθούμε
να ξεδιψάσουμε την ορμή μας την επιπολαιότητα,
στο τελείωμα της μέρας να παραδοθούμε αγνοί
στο μοιραίο με το νέκταρ της αποδοχής.

§

 

Αγγελική-Φωτεινή Σαρταρίδου

ΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΛΕΜΟΝΙΑ
(Τρόπος μείζων)

Σαν είδ’ ο Χριστός τη λύπη μου
με δάκρυα στόλισε τα δέντρα
κι ασημοφέγγισε η νύχτα.
Και η βροχή τραγούδησε:
«Αγάπα τους κι ας σε μισούν,
μη δειλιάς, προχώρα!
Μες του χειμώνα την καρδιά
ανθίζει μία λεμονιά».

§

 

Δημήτρης Σπυρόπουλος

Ερωμένες

Όμορφες ερωμένες
τη ζωή μου κατέκλυσαν
μυρωδιά φθινοπωρινής βροχής
τριμμένη ρίγανη στη χούφτα μου.

§

 

Αντώνης Δ. Σκιαθάς

Ο Λυτρωτής


Αγναντεύω το γιασεμί
καθώς ανηφορίζει
στο σίδερο των Ρωμιών τις ώρες
της Μεγάλης Εβδομάδας.
Το άσπρο σ ‘όλες τις αποχρώσεις
των θεών λευκό και στο σώμα του Νυμφίου.
Και συ κάλλος της ζωής μου
στις εκκρεμότητες της γέννας
στις χαραμάδες της μνήμης
στους εφιάλτες των εμβολιασμών
θρυμματίζεις ήλιο
στο νερό
που έχουμε στη στέρνα.
Μοναδική μου
στα ραβασάκια της ψυχής
τις αρμονίες της θάλασσας
υμνείς
χωρίς διλήμματα και μυστικά
χωρίς δικαιολογίες και υπερσυντέλικους
μ’ ένα κεράκι της λαμπρής
αιώνια αναμμένο για το κάλλος

§

 

Βαγγέλης Τασιόπουλος

ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΦΥΛΛΑ ΤΗΣ ΑΜΒΡΟΣΙΑΣ

Ο τόπος μας στης ιστορίας το ανάθεμα ρίχνει
τους περατάρηδες και τα φτωχά σκουλήκια.

Μιλούν διαρκώς
οι μιμητές της πιο εφήμερης πατρίδας μου
για της ξενομερίτισσας την τίμια αμαρτία, ενώ
ο οινοχόος στον κρατήρα ψηλαφίζει
την αγωνία και τη θλίψη της.
Μεσόκοπα βουνά
την παραστέκουν στα συμπόσια,
καθώς αδιάφορα σφυρίζουν οι βοσκοί
κι η υγρασία γάζα απλώνεται στον κάμπο,
όσο μπορεί, να δέσει τις πληγές
μη και κακοφορμίσουνε στα χέρια τους.
Θαρρώ Πολύμνια τη λέγανε.

Κάποτε, σφύριζε το τρένο,
τάραζε τη σιωπή
κι ο έρωτας κρυφά, όπως πάντα,
έμπαινε στις μέρες μας.
Έτσι χαλούσε ο πόλεμος στα παραμύθια,
άλλαζε ρότα η χάρτινη βαρκούλα,
–ήταν κι αυτό παρηγοριά στη διεκδίκηση–.

Ο τόπος μας, έχει την ιστορία του ανάθεμα,
πεισμώνει, παρακαλά,
ικετεύει γι’ αμέριστη συμπάθεια,
στους νυκτουργούς αφήνεται άθυρμα.
Λεηλατεί τη σωτηρία του.
Αναζητά τον άνακτα-προδότη
στη σκιά του πεπρωμένου, εικάζοντας
ως είθισται, πως
ήτανε κόκκινα της αμβροσίας τα φύλλα.

Πίνακας: Σμαράγδα Παπούλια