Scroll Top

«7 + 1 Ποιήματα για τον Οκτώβριο του 2022 στο Culture Book»

«Ηχηρές Αντιπολεμικές Φωνές»

Επειδή γύρω μας ο κόσμος έχει τρελαθεί [-ή μήπως ήταν πάντα τρελαμένος;-] και επειδή η φρενίτιδα του πολέμου εισβάλλει καμουφλαρισμένη με ειρηνοποιό μανδύα στις συνειδήσεις μας και επειδή το αίμα όλων των σκοτωμένων είναι παντού του ίδιου χρώματος και επειδή τα δάκρυα όλων έχουν την ίδια γεύση και επειδή ο πόνος των ανθρώπων που θρηνούν τις απώλειες τους είναι της ίδιας έντασης και επειδή η μυρωδιά της καμένης γης, η εικόνα του διαμελισμένου και κατακρεουργημένου σώματος, το απελπισμένο βλέμμα του παιδιού, η αδικία εις βάρους του απλού λαού σαν σφήνες έχουν καρφωθεί στα εγκεφαλικά μου κύτταρα και επειδή με ιαχές και τυμπανοκρουσίες θα γιορτάσουμε την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου και επειδή προσκλήθηκα να ανθολογήσω 7+1 ποιήματα για τον Οκτώβρη, επέλεξα η θεματική των ποιημάτων να έχει τίτλο «Ηχηρές Αντιπολεμικές Φωνές». Και πράγματι οι φωνές των 8 ποιητών και ποιητριών ενώνονται και στέλνουν με την δική τους μοναδική ποιητική γραφή, ένα ηχηρό μήνυμα ΚΑΤΑ του πολέμου, κατά του ιμπεριαλισμού, του εθνικισμού, του μιλιταρισμού, του φασισμού και του μισανθρωπισμού, τιμώντας έτσι όλους όσους χάθηκαν, όλους όσους έμειναν, όλους όσους έφυγαν ακολουθώντας την δύσκολη διαδρομή της προσφυγιάς, τιμώντας όλους αυτούς τους ανθρώπους που καταγράφονται στις στατιστικές των πολέμων και στα βιβλία της Ιστορίας ως αριθμοί.

Κατερίνα Λιάτζουρα 

 

Κατερίνα Ατσόγλου

Σώπα εσύ γραφιά

Σώπα ποιητή
Και σκύψε το κεφάλι
Δεν ήρθε ακόμα η στιγμή
Να πάρεις το δρεπάνι

Να κόψεις με τις λέξεις σου
Τον ήχο της απάτης
Να γράψεις με το είναι σου
Τον ύμνο της αγάπης

Σώπα λοιπόν εσύ γραφιά
Και αρεστός να γίνεις
Σε κάθε φίλου την καρδιά
Εκεί βουβός να μείνεις

Κι αν διαφωνείς με τις ιαχές
Και κάθε είδους τυμπανοκρουσία
Δεν πρέπει να μιλάς για αυτές
Μα σαν στρατιώτης ταπεινός να πολεμάς για την ανδρεία

 

Σίσσυ Δουτσίου

Το Πεδίο της Μάχης

Το σώμα
που έλιωσε μέσα στον πόλεμο
δεν θα αναστηθεί,
ο ίδιος ο σκελετός που χωρίστηκε από το σώμα
θα κατοικήσει μέσα στην πολιτεία
θα στοιχειώνει τα στρατόπεδα, τις φυλακές,
τα προαύλια πανεπιστημίων και τους τοίχους πολυκατοικιών
με μια πλατιά ησυχία και ένα σιωπηλό θρήνο.

Εδώ δεν ανασαίνουν τα αδέρφια μου

Ένα μελαγχολικό στέμμα, άδειο
το κεφάλι του υπηρέτη
χαϊδεύει το θησαυρό των αρχόντων.

Πώς έγιναν έτσι οι άνθρωποι;
Σκοτάδια και ερείπια ντροπαλά
σώματα κάτω από λέξεις
ανάμεσα στο αόρατο πλήθος
η ζωή παλεύει να διεκδικήσει το χαμόγελό της
Τα παιδιά λείπουν
κρυμμένα πίσω από μεγάλα ψάρια μιας αποξηραμένης λίμνης
Ο έρωτας διαπραγματεύεται την απόδρασή του

Μόλις ακουστούν οι ιαχές πολέμου
οι ήρωες κατάχλωμοι
θα αψηφήσουν τη γέννησή τους
Οι νεκροί θα παλέψουν με τον πρόεδρο της δημοκρατίας
Γύρω τους γκρίζα δέντρα και η αθωότητα
θλιμμένη – για το λευκό και το κόκκινο
που χάθηκε

Πώς έγιναν έτσι οι άνθρωποι;
Σαν ετοιμόρροπα βουνά
Σαν ωκεανοί από βάσανα και ανεκπλήρωτες επιθυμίες
Περιπλανώμενοι μάγοι
Πριν κοιμηθούν σημειώνουν την ημερομηνία που σώπασαν

Το μεγαλείο της γιορτής απειλείται
από το βλέμμα των πολεμοχαρών ανδρείκελων

 

Μαρία Καντ (Καντωνίδου)

Παιδί σε Τραμπολίνο

Εν μέσω πολέμου [διαγράφεται]
Εν καιρώ ειρήνης [1 οριζοντίως]
θα μπορούσες να κάνεις πολλά και ad libitum, όπως, για παράδειγμα, να λύνεις σταυρόλεξα
για λύτες στον γκρενά καναπέ με τα λαχούρια ή/και να απλώνεις τα λευκά σου εσώρουχα
στην ίδια πάντα πτυσσόμενη απλώστρα από ανοδιωμένο αλουμίνιο κατά της φθοράς ή/και
να μετακινείς τα έπιπλα του καθιστικού απ’ εδώ κι απ’ εκεί για καλύτερη θέαση ειδήσεων,
ανταποκρίσεων και αρκούντως ευτυχισμένων στιγμών ή/και να γράφεις ιστορίες μαγικού
κατά προτίμηση, ρεαλισμού – κάλλιστα δε μια ιστορία

για ένα μαχαίρι και ένα βαλσάκι
[φιγούρα που πέφτει χορεύοντας]
ή για ένα μαχαίρι και ένα καφάσι
[μαχαίρι που τροχίζεται κόβοντας]
ή για ένα μαχαίρι και μία γέννα
[γέννα που σκοτώνει γεννώντας
ο πόλεμος]
ή για ένα π α ι δ ί σε τραμπολίνο.

 

Χριστίνα Λαμπούση

Άγγελοι στο απόσπασμα

Παιδιά σε κρησφύγετα
πρόβατα επί σφαγήν
τους είπαν ψέματα
η αγκαλιά της μάνας τους
δεν ήταν αρκετή

Ανάξιοι μαθητές της Ιστορίας
πάλι στα όπλα;
Πάλι στα χαρακώματα;
Κι άλλο αίμα θα χυθεί;

Φωνή βοώντος εν τω πολέμω
βαλίτσες βγήκαν από τις σοφίτες
με δυο τρία βασικά
σε σημείο κρυφό το κομπόδεμα
πόσα δίνεις, όσα θες
τη ζωή μου σώσε
το καλύτερο εμπόρευμα

Κοιμηθείτε νεκροί της ειρήνης
οι νεκροί του πολέμου
θα αγρυπνούνε για πάντα
στον επόμενο τόνο η ώρα θα είναι
του θανάτου
των προσφύγων
του τέλους
δεν υπάρχει κάτι άλλο να δείτε

Το αίμα κυλά
σχηματίζει σταυρό στις πλάκες

Γιώργος Λίλλης

Μυρμιγκοφωλιά

Κάποια παιδιά διέλυσαν
την φωλιά μας
δυο και τρεις φορές τη διέλυσαν
χαλώντας την εύτακτη ζωή μας.

Συνεχίσαμε ακατάπαυστα
δυο και τρεις φορές
χτίζοντας από την αρχή
την βομβαρδισμένη χώρα μας.

Προστάτη των αδυνάμων
ένα σου ζητούμε και μη μας
λοιδορείς γι΄ αυτό.
Ένα εφιάλτη να τους χαρίσεις
να επισκιάσει τον αθώο τους ύπνο.

Ένα εφιάλτη, για μια μοναδική φορά
όπου τα σπίτια τους θα γκρεμίζονται.
Μόνο αυτό σου ζητάμε.
Κάνε να νιώσουν αυτό που νιώθουμε.

 

Ειρηναίος Μαράκης

Αντιπολεμικό

Η αγάπη είναι πόλεμος, είπες
σε κάποια περασμένα Χριστούγεννα.
Κι εγώ, καθώς ξημερώνει
στα χαρακώματα
ένα σκοπό τραγουδάω
από χρόνια περασμένα
από χρόνια ειρηνικά
από εκείνα που μας οδήγησαν
στη συντριβή.

Όταν επέστρεψα στην πατρίδα
η γαλανόλευκη σημαία
στόλιζε το φέρετρο μου.
Έγραψαν πως έπεσα σαν ήρωας
στο μέτωπο της Σμύρνης.
Δεν είπαν πως σκοτώθηκα
μ’ ένα θλιμμένο χαμόγελο
και με τη φωτογραφία σου
στο χέρι.

 

Άκης Παραφέλας

Εικαστική οικονομία πολέμου

αυτό το κτίριο που στέκεται εδώ με τις μεγάλες μαύρες οπές
τα ορθάνοιχτα στόματα, με τα μάρμαρά του γεμάτα λακκούβες και μάτια

Αυτό το κτίριο, εκείνοι εκεί οι ετοιμόρροποι τοίχοι
με τα εξαφανισμένα ταβάνια και τα ταβάνια με τα ικάρια συντρίμμια

Ήταν μια πόλη κάποτε και ίσως γύρω του περνούσαν μεγάλοι δρόμοι,
υπήρχαν καταστήματα και λάμπες που ανάβανε τα βράδια σαν σελήνες, αφήνοντας
πότε πότε να πέφτουν στους περαστικούς αστέρια σαν
πεταμένα εισιτήρια

και ταξιδεύανε πολλοί μέσα στο κτίριο στην πόλη αυτή, ώσπου
μια μέρα κάποιοι το πάγωσαν το χάραξαν σε μια φωτογραφία, το περικύκλωσαν
με παπαρούνες μισοζωγραφισμένες γκρι και με καπνούς, κι έβαλαν μπρος του σφράγισαν
ένα τεράστιο μπάνερ, μία γυναίκα μ’ ένα μωρό κενό στην αγκαλιά και κονσερτίνες να
το κρατάνε πάνω της σφιχτά όσο τα σώματα τινάζονταν

Το κτίριο, λοιπόν, άδειο τώρα φόντο και λειψό βρήκε τον λόγο που
στέκεται, χωρίς απαραίτητα να έχει στα μπαλκόνια του μεγάλες μπουγάδες ή
ηλικιωμένες γλάστρες, αλλά παίρνοντας την όψη υποστυλώματος ή μάλλον
ανεμόπτερου, με ξεσκισμένα πανιά, αλλά με άριστη ακόμη πτητική δυνατότητα
ικανή να εξασφαλίσει μιαν απέλπιδα διαφυγή σε αυτή την τελευταία εικονική
ανθρώπινη παρουσία που τρέμει

γιατί μέσα από την κοιλιά του σκάφους, μέσα απ’ το βάθος έρχονταν έρχονται ακόμη
σίδερα, κουρνιαχτοί, νέοι νεκροί στρατιώτες και σκιές που προχωρούν σε φάλαγγα

κι αν κάτι θέλουν, κι αν κάτι μάθαν πως θέλουν είναι να βάλουν
στη θέση της γυναίκας μια διαφήμιση καινούργιου σκυροδέματος
μια διαφήμιση για κτίρια που πέφτουνε καλύτερα

 

Αντώνης Ε. Χαριστός

Μάχου ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος

Ετοιμάστηκα για το στρατόπεδο

Έδεσα σφιχτά το κράνος,
φόρεσα το αμπέχονο
και γυάλισα τ’ άρβυλα

Έπειτα, μου δώσανε τουφέκι
και καθώς βαδίζαμε, εν δυο – εν δυο, στη σειρά
«για την πατρίδα», φωνάζαμε αλαλάζοντας

Κατέκαψα χωριά,
έμπηξα τη λόγχη σε φρέσκο κρέας,
ξεκοίλιασα εγκύους

-Όπως με διέταξαν-

Τώρα, μπροστά στα κομμένα πόδια μου
τα χθεσινά περιττώματα,
μπλεγμένα με τα σημερινά κάτουρα,
πνίγουν τα πνευμόνια στη δυσωδία
Και μου μείναν μονάχα τρία δάκτυλα
για να ξύνω τις τρίχες τού προσώπου,
που στάζουν ιδρώτα

Τελευταίες ώρες τ’ Αυγούστου·
λιώνω κυριολεκτικά στα σεντόνια

Άφαντη και η Σβετλάνα·
Τόσους μήνες απλήρωτη κι αυτή,
μόνο φακές και φασόλια μαγειρεύει

Μα, έχει μέρες να φανεί
κι όπου να ‘ναι νυχτώνει