Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, βρέθηκα στη Θεσσαλονίκη, όπου γνώρισα πολλούς αξιόλογους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών. Την εποχή εκείνη τα στέκια για εμάς τους νέους ποιητές ήταν το πατάρι του Ιανού και το βιβλιοπωλείο του Λοξία. Εκεί συγχρωτιζόμασταν με τους μεγάλους και καταξιωμένους, τις σημαντικές προσωπικότητες της πόλης. Ανάμεσά τους ξεχωριστή θέση στη μνήμη και στην καρδιά μου κατέχει ο κύριος Γιώργος, ο ποιητής Γιώργος Ξ. Στογιαννίδης. Πολύ συχνά περπατούσαμε στην παραλία για να σπουδάσουμε τους βίους των ανθρώπων. Ήταν εξαιρετική εμπειρία να μιλάς μαζί του. Από τα πιο απλά θέματα της καθημερινότητας ως τις καταβυθίσεις μας στα άδυτα της δημιουργίας και της τέχνης, ο ποιητής μιλούσε με απόλυτη σοβαρότητα. Με μάθαινε πώς να μελετώ τους ανθρώπους και τα τοπία. Μεγαλόθυμος και ευπρεπής μου υποδείκνυε την εντροπία των πραγμάτων και πώς αυτή μεταλλάσσεται στο χώρο. Πάντοτε ευγενικός και έτοιμος να συμβουλεύσει και να επισημάνει, όχι με τρόπο δασκαλίστικο, αλλά ως μεγαλύτερος αδερφός ή συνοδοιπόρος μοιραζόταν μαζί μου τις αισθητικές του ανησυχίες και τα σχέδιά του. Ο Γ. Ξ. Στογιαννίδης πάντοτε φρόντιζε να μου θυμίζει πως πρέπει να εξοικειωθώ με την ιδέα του ξένου γιατί όπως έλεγε: «Ξένος εκεί, ξένος κι εδώ. Αλλά μη φοβάσαι. Εσύ έχεις την ποίηση». Αργότερα κατάλαβα πως πατρίδα είναι η ποίηση.