Κι ὅμως στήν τελετή
εἴχανε λάβει ὅλα τά μέτρα:
ψαλιδάκι γιά τά μάγια
στήν τσέπη τοῦ γαμπροῦ,
ψωμί γιά τή γλωσσοφαγιά
στό φόρεμα τῆς νύφης·
τί πῆγε στραβά
καί ἡ ζωή τους δέν κλείδωσε;
Θά φταίει πού δέν πάτησαν γυρίζοντας
τό σιδερένιο κλειδί στό κατώφλι,
ἐκεῖνο τοῦ παλιοῦ σπιτιοῦ, τό γύφτικο,
πού ‘χαν πατήσει κι οἱ γονιοί τους
κι οἱ παπποῦδες τους,
πού τόσες καλοχρονιές εἶχε κλειδώσει.
Προτίμησαν αὐτό τοῦ διαμερίσματος,
κλειδί μοντέρνο, ἀσφαλείας,
πάει μπροστά ἡ ζωή.
Παράβαση ἀσυγχώρητη·
πῶς νά κλειδώσουν ἔτσι οἱ ἐποχές,
πῶς σίδερο νά γίνει ἡ ἀγάπη;
*
μαζεύεις τούς δαιμόνους».
Αὐτά μᾶς ὀρμήνευαν μικρούς
καί κάθε σφύριγμα
μόλις σκοτείνιαζε σταματοῦσε.
Σήμερα τέτοιος φόβος δέν ὑπάρχει,
ἄλλοι δαιμόνοι κυκλοφοροῦν τίς νύχτες,
κρύβονται σέ ὀθόνες ὑπολογιστῶν,
πετοῦν βόμβες μολότοφ,
διακινοῦν ἡρωίνη,
κάνουνε σοῦζες σέ χιλιάρες μηχανές.
Κι ἄν δέ σφυρίζουμε ἐμεῖς, ἀνώφελο·
σφυρίζουν
τά περιπολικά καί τά ἀσθενοφόρα.
Ο Αλέκος Ε. Φλωράκης είναι διδάκτωρ εθνολόγος-λαογράφος, με σπουδές στην Αθήνα και το Παρίσι και συγγραφέας πολλών βιβλίων και μελετών. Το 2018 τιμήθηκε με το χαλκό μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του επιστημονικού έργου του.
Από τούς πρωτεργάτες της ποιητικής γενιάς του ’70, δημοσίευσε δέκα ποιητικές συλλογές, ένα βιβλίο με αφηγήματα και δύο με δοκίμια. Το 1971, επιμελήθηκε, μαζί με τον Στέφανο Μπεκατώρο, την ποιητική ανθολογία Η νέα γενιά 1965-1970 (εκδ. Κέδρος). Το 2020 κυκλοφόρησε ο συγκεντρωτικός τόμος των ποιημάτων του 1968-2018, Τα ορατά και τα αόρατα (εκδ. Γαβριηλίδης).