π για να μην φθαρεί ο θάνατος
Και το π είναι γιοφύρι πέτρινο της πατρίδας
που ακόμα κρατά τη μυρωδιά από τα σκληρά κορμιά
που πάλαιψαν το κτήνος στο ποτάμι
και ύστερα χάθηκαν γυμνά σε τόπους εξορίας
χορεύοντας σαν δαχτυλίδι σκοτεινής ύλης
πριν προλάβει ο Πυθαγόρας και ρουφήξει το σμήνος της παρθένου
και καπνός θολώσει τους λόφους και τα καμπαναριά της πόλης
και ξυπνήσουν οι θαμμένες φωνούλες των αριθμών
και γίνουν missa canonica
ωδή στου πιάνου τα ματωμένα πλήκτρα
ένα χειμώνα ωχρό που το χιόνι σαν αρχέγονο θηρίο
με άσπρα μαλλιά κάτασπρα
βυθίσει το τρένο στα ευλογημένα αμπέλια της Μαρώνειας
και το λάθος
-το λάθος δεν είναι στο στήθος σου-
τρέχει με νύχια και με δόντια
να προλάβει την επόμενη πράξη
να ξεκληρίσει την ευσπλαχνία της επανάστασης
με μολύβια και σφραγίδες σε χάρτες και χαρτιά
που επιστρέφουν καρφωμένα στους τοίχους
έτσι απλά αλλά μόνιμα
όπως οι σκονισμένες φωτογραφίες
που δείχνουν το έρημο σπίτι να πνίγεται στο ποτάμι
όπως η κρύα λέξη σώμα
που κάποτε ήσουν εντός
και τώρα ψάχνεις τη μαύρη τρύπα
τον τρεχούμενο έρωτα στον ύπνο του π
ρουφώντας ολημέρα τη γλώσσα της σελήνης
και τη νύχτα πάλι στης πάλης το επίγειο κλάμα
στης νήσου τα νωθρά καλοκαίρια
στης Ανδανίας τα μυστήρια
που ο Πολυκάων και οι ιεροφάντες και η Μεσσήνη
τρέμουν τις καθαρές κιθάρες του αποσπερίτη
το λείψανο της βροχής
σαν βυθίζεται στα χλωρά χορταράκια
στης θάλασσας το αγριεμένο πάθος
όταν άπραγο αποσύρεται στο χάος του νερού
και φανερώνονται θλιμμένοι οι λόφοι
και τ´αγάλματα γίνονται σφουγγάρια σαρκοβόρα
κι’ αστράφτουν ναυάγια αλλόκοτα
αγγίζοντας το δαίμονα της μέδουσας
και θηλαστικά πανέρημα στις κούφιες πέτρες του βυθού
οστά του πληγωμένου ψαριού
τόσα οστά φθαρμένα από παλιά ταξίδια
τόσα πρόσωπα ετοιμοθάνατα για μιαν άνοιξη που μίσεψε
τόσα λάθη σε τόσο φως αθέατα
χωρίς αναστολές
χωρίς την παγωμένη σκιά της βροχούλας
που αστράφτει από φόβο μην φθαρεί ο θάνατος
και ο κόσμος νιώσει την ακίνητη νίκη του έρωτα
στο ερυθρό βαθύ το αιρετικό της φύσης
όταν στα πέρατα του σύμπαντος με τα πονηρά φυτά
στον απέραντο μαγνήτη του π με τους ναρκωμένους αγρούς
και τα πετρωμένα φύλλα της λεμονιάς
το τρυφερό κορμί της Πηνελόπης αρχίσει ν´αγριεύει.
*
Ήλιος ο μεγαλοφυής
Ταξιδεύεις μονάχος εκεί που κρύβεται η επανάληψη του μέλλοντος
και οι τύψεις των κορασίδων : στο σώμα
έρχεται η Άνοιξη ή το σώμα είναι η Άνοιξη
Στα χόρτα που με τρυφερό πάθος τα έντομα ασπάζονται το φως
και τα πουλιά δεν αντέχουν την αγωνία του : τον ήλιο
τον μεγαλοφυή που θρηνεί το αίμα
Και ξάφνου το ρίγος της μνήμης στα μαλλιά σου που δεν μαράθηκαν
ενώ στο παράθυρο περνούν ατίθασες νύχτες : βαθύ φεγγάρι
σαν θρύψαλο τραύμα που στάζει ο ουρανός
Πιο πέρα μονάχα η θάλασσα αναπνέει το ίδιο πάντα ανόητο κενό
κάτω από τον ίδιο πάντα ουρανό κανείς δεν βλέπει : τη γλώσσα
με το αμφίβολο σώμα του ναυαγού και την απάτη του νόμου
Θα μεγαλώσουν οι αμαρτίες στο πικραμένο σώμα σου και όλα
τα δάση θα φύγουν για πάντα δίχως απορία : ατέλειωτο ταξίδι
την ώρα που ο κόσμος καίγεται δίχως να φαίνονται νεκροί
Ο Κώστας Γουλιάμος γεννήθηκε στην Καλαμάτα. Είναι πανεπιστημιακός (Κύπρος, Καναδάς, Ελλάδα) για πάνω από μια 35ετία. Από το 1976 δημοσίευσε έναν αριθμό ποιητικών συλλογών. Μία εξ αυτών, «τα Νευρασθενικά Τοπία» επέλεξε για έκδοση και οπτικοακουστική παρουσίαση ο Μάνος Χατζιδάκις στο διεθνές Φεστιβάλ «Μουσικός Αύγουστος 1981». Έχει μεταφράσει στα ελληνικά ποίηση των William Faulkner, Octavio Paz και Robert Kroetsch. Δοκίμια και κριτικά του κείμενα για ποιητές και ποίηση δημοσίευσαν εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά. Μαζί με τον Μίκη Θεοδωράκη συνέγραψαν το δοκίμιο”Στη Διαλεκτική της Αρμονίας” (Gutenberg, 2018). Από τις εκδόσεις επίσης Gutenberg κυκλοφόρησαν οι ποιητικές του συλλογές «Η Ομιλία της Νύχτας» (2017) και «Υγρό Γυαλί» (2020). Το 2018 εκπροσώπησε ως ποιητής την Κύπρο στον ευρωπαϊκό θεσμό “European Literature Night” (Amsterdam) και “European Capitals of Culture” (Leeuwarden /The Netherlands).