Scroll Top

ΝΙΚΟΣ ΜΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

  Το “Γραφείον Ποιήσεως” συνεχίζει την παρουσίαση των Ελλήνων και ξένων ποιητών και ποιητριών στην εφημερίδα “Πελοπόννησος”.Στο φύλλο της Κυριακής 05.04.20 παρουσιάζεται το ποιητικό πορτρέτο του ποιητή Νίκου Μυλόπουλου!! Επιμέλεια σελίδας Αντώνης Δ. Σκιαθάς.
Γραφείον Ποιήσεως Ενότητα: “Ποιητικά Πορτρέτα”

 

 

1.Ας υποθέσουμε ότι έχετε απέναντί σας τον εαυτό σας όταν ήταν παιδί και

πρέπει να τον συστήσετε σε άλλους. Τι θα λέγατε; Άλλαξε κάτι από τότε;

 

Με θυμάμαι ν’ ανεβαίνω σ’ ένα μικρό υψωματάκι ή ένα μπαλκονάκι και μένα αέρινο πήδημα στον υπέροχο να επιστρέφω κόσμο της παιδικής μου ηλικίας. Άλλοτε πάλι στα πλουμιστά να σκαρφαλώνω φτερά ενός χειροποίητου χαρταετού και καθισμένος στη σέλα του να τρυπώνω στα σύννεφα. Κάπως έτσι η φαντασίωση.

Στην πραγματικότητα είχα την τεράστια τύχη να γεννηθώ σ’ ένα μικρό σπιτάκι, μια μονοκατοικία, σε μια γειτονιά της Θεσσαλονίκης, στις αρχές της δεκαετίας του 50.

Στο σπίτι ήμασταν δύσκολα οπότε το παραμικρό αγαθό είχε μεγάλη αξία. Και λέω τύχη γιατί μεγάλωσα ελεύθερος είτε στον κήπο μας με τις τριανταφυλλιές και τ’ αγιοκλήματα είτε στον χωματόδρομο που περνούσε μπροστά από το σπίτι μας παίζοντας με τα άλλα γειτονόπουλα, αναπνέοντας καθαρό κι αμόλυντο αέρα, έναν ολόφρεσκο ακούγοντας γαλάζιο ουρανό. Αυτά τα παιδικά μου χρόνια, η «πατρίδα» μου, με σημάδεψαν και διαμόρφωσαν τις ιδέες, τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα που με ακολουθούν μέχρι σήμερα.

Δεν θεωρώ ότι έχω αλλάξει μεγαλώνοντας. Άλλωστε η προσωπικότητα που διαμορφώνεται από τα 2-12 χρόνια μένει αναλλοίωτη στον χρόνο ενώ ο χαρακτήρας μπορεί κατά το ήμισυ να αλλάξει από εξωτερικά ερεθίσματα.

Παρέμεινα λοιπόν δραστήριος, με φαντασία ανεπτυγμένη, πολύ πιο ευαίσθητος σε θέματα ισότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης ενώ η όποια ωρίμανση μ’ έκανε να στραφώ περισσότερο εντός, κάνοντας πάντοτε πρώτα αυστηρή αυτοκριτική στον εαυτό μου, προσπαθώντας να επηρεάσω τους γύρω μου με πράξεις πάντα και βέβαια με τους στίχους, αποφεύγοντας τα λόγια τ’ ατεκμηρίωτα.

2.Πως ακούτε την ποιητική φωνή σας διαβάζοντας τους στίχους σας;

 

Διαβάζοντας στίχους μου θεωρώ ότι καταγράφεται μια φραστική, συνειδητή, ειρηνική επανάσταση, ενάντια στη φθορά του συμβατικού και της κανονικότητας όπου ο στίχος οφείλει να αμφισβητεί και να αμφιβάλλει.

Ο ποιητής δεν είναι ρεπόρτερ που παρουσιάζει γεγονότα. Είναι ο διακόπτης εκείνος που ανάβει συνειδήσεις και συγκινεί τις ψυχές. Είναι αυτός που καλεί για ενδοσκόπηση, ένα σκάψιμο συνεχές για ανεύρεση και διάδοση πνευματικής τροφής πριν τον ανούσιο θάνατο από ομώνυμη ασιτία. Θεωρώ ακόμη ότι οι στίχοι μου είναι μια τεράστια αρμαθιά από εύθραυστα αντικλείδια που επιτρέπουν ν’ ανοίξουμε πόρτες μοναδικές και μονάκριβες που ως τώρα προσπερνούσαμε απλά και μόνο γιατί ήταν κλειδωμένες.

3.Επίγονο ποιων ποιητών θεωρείτε τον εαυτό σας;

 

Χωρίς να ακουστεί διόλου εγωιστικό θα έλεγα ότι δεν θεωρώ τον εαυτό μου επίγονο, με την αυστηρή έννοια, κάποιου ή κάποιων ποιητών κι αυτό για δύο λόγους. Πρώτον γιατί ο όρος επίγονος φέρει μια ιδιαίτερη βαρύτητα που δεν θα την άντεχα. Δεύτερον είχα την «τύχη» ν’ αρχίσω να γράφω σε ώριμη ηλικία και μάλιστα προερχόμενος από ένα διαφορετικό επιστημονικό χώρο. Άρα δεν διδάχθηκα και δεν επηρεάστηκα τόσο όπως συμβαίνει σε άλλους που οι σπουδές και η ενασχόλησή τους είναι συναφείς προς το αντικείμενο της ποίησης.

Έχοντας βιώσει πολλές και ποίκιλλες εμπειρίες και κουβαλώντας στην πλάτη μου αρκετά χρόνια, ένοιωσα μια ατίθαση ανάγκη να ξεκινήσω το γράψιμο. Διαβάζοντας με πάθος πολλές και πολλούς Έλληνες κυρίως ποιητές και έχοντας μιαν ενθάρρυνση και μια ώθηση ψυχολογική, εξέδωσα το 2002 την πρώτη μου ποιητική με τίτλο «Παράκτιος πια ο έρωτας». Ταυτόχρονα γνώρισα από κοντά και συνομίλησα με Θεσσαλονικείς ποιητές και ποιήτριες που ανήκουν στην 1η και 2η μεταπολεμική γενιά και στη συνέχεια νεώτερους.

Μου αρέσουν πάρα πολύ και με συγκινεί πρωτίστως η γραφή των κοινωνικών ποιητών Λειβαδίτη και Αναγνωστάκη, καθώς επίσης ο Σαχτούρης ο Σινόπουλος και πολλοί Θεσσαλονικείς της 2ης μεταπολεμικής γενιάς, αποφεύγοντας για ευνόητους λόγους να τους ονοματίσω. Και βέβαια ο Καβάφης και οι δύο Νομπελίστες ποιητές μας αποτελούν τεράστιο εθνικό πλούτο στην πολιτιστική μας κληρονομιά.

4. Η ποίηση αδικεί τον ποιητή καθώς δεν μπορεί να τον θρέψει. Εσείς πως την αντιμετωπίζετε επαγγελματικά στον βίο σας;

Εννοείται πως δεν τίθεται θέμα επαγγελματικής αποκατάστασης. Έχοντας διανύσει μια επιτυχημένη 25ετή επαγγελματική διαδρομή στην Ιατρική ξεκίνησα κάποια στιγμή κάτω από έντονες συναισθηματικές συνθήκες να γράφω. Χωρίς να υπάρχει κάποια άμεση σχέση μεταξύ ποίησης και ιατρικής, θεωρώ ότι υφίσταται μια αλληλοεπίδραση μιας κι οι δύο επιχειρούν να βοηθήσουν τον άνθρωπο, η ιατρική πρωτίστως το σώμα (και όχι μόνο) η δε ποίηση ιδιαίτερα την ψυχή με διαφορετικούς μηχανισμούς και τρόπους. Και όπως έχω ξαναπεί η ιατρική «δεν μιλιέται» και η ποίηση «δεν γράφεται».

5. Πως σας επισκέπτονται οι ιστορίες που γράφετε γι’ αυτές;

Ερχόμενος κάθε μέρα σε επαφή με ερεθίσματα που παρακάμπτουν την επιφάνεια και αγγίζουν το βαθύτερο νόημα των πραγμάτων δεν βρίσκω άλλον τρόπο να λειτουργήσω πέρα πέραν της ποίησης. Καθώς οι σκέψεις αποτελούν την αιώνια φυλακή μας, ο στίχος είναι ο μόνιμος και μόνος δρόμος διαφυγής και απόδρασης. Είναι ένας κόσμος ξεχωριστός ατέλειωτων βουβών διαλόγων , μια γλώσσα αόρατη, ένας προσωπικός κώδικας σιωπής, μιας σιωπής επώδυνης, φορές αφόρητης, στην προσδοκώμενη πορεία προς το φως. Η ποίηση στο σύνολο της οφείλει να είναι ένα εγχείρημα διαδραστικό ανάμεσα στην Τέχνη και τον Άνθρωπο και παράλληλα μια ιδεολογία συγκρουσιακή, μια ζωηρή και μόνιμη εστία αντίστασης σε μια κοινωνία που χάνει τα ηθικά και ανθρώπινα χαρακτηριστικά της σ’ έναν κόσμο παγκοσμιοποιημένο ψυχρό και ψυχικά αδιάφορο.

6. Η αρματωσιά των ποιητικών σας διαδρομών σε τι διαφέρει από αυτές των ομότεχνών σας;

Οι ποιητές είναι οι ευαίσθητοι δέκτες βασικών και πρωταρχικών εννοιών και ερεθισμάτων όπως η ζωή, ο θάνατος, ο έρωτας και ο χρόνος. Τα δικά μου ερεθίσματα είναι το φως, ο έρωτας, η εικόνα κι ο ήχος, η απώλεια, μνήμη, όχι μόνο η διαπίστωση του αιτίου αλλά η ανάλυση κι η κατανόηση του αιτιατού και προπάντων ο χρόνος. Ο χρόνος. Αυτή η απόλυτη σχετικότητα, οι στιγμές, η μνήμη κι η ευθύνη. Η κατάργηση των «κλασσικών» όρων όπως παρελθόν, παρόν και μέλλον. Δεν μπορείς ποτέ να σκεφτείς το παρόν μιας και είναι ήδη παρελθόν ενώ μια ευρύτερη διάσταση του είναι το μέλλον. Είναι όλα όσα προφταίνουμε να σκεφτούμε και κυρίως το μεγαλύτερο ανεκπλήρωτο με την ασύλληπτη γοητεία του αγνώστου.

Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό της ποίησης μου είναι ότι από την 3η συλλογή, έχω ήδη εκδώσει δέκα, γράφω στο πρώτο πληθυντικό, επιχειρώντας να εκφράσω το συλλογικό υποκείμενο μέσα από έναν διάλογο με τον αναγνώστη . Η διαδικασία αυτή ευελπιστεί στην αυτοβελτίωση των ατόμων ώστε σταδιακά να δημιουργηθεί μια καλύτερη, πιο ανθρώπινη, πιο ευαίσθητη και πιο δίκαιη κοινωνία.

7.Ο χώρος της ποίησης και της λογοτεχνίας, όπως έχει δείξει η ιστορία, είναι τόπος μικρών και μεγάλων αψιμαχιών. Εσείς πως τις βιώνετε;

 

Αυτό είναι απολύτως αληθές. Ο ποιητής έχει το χάρισμα, αλλά παράλληλα είναι άνθρωπος με ολόκληρο το φάσμα των αδυναμιών και των ελαττωμάτων του. Από τότε που ο καθένας πρωτοεμφανίζεται στα γράμματα υπάρχει μια ενδόμυχη λαχτάρα για αναγνώριση, στη συνέχεια αυτό μετατρέπεται σε επιθυμία για καταξίωση και τότε σιγά σιγά αρχίζει ένας ανταγωνισμός με θεμιτά και κάποτε αθέμιτα μέσα και τρόπους. Αυτό γίνεται αμέσως αντιληπτό σε κάθε ποιητικό κύκλο ή ομάδα, σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο και είναι στ’ αλήθεια κρίμα γιατί θα περίμενε κανείς από ανθρώπους πιο ευαίσθητους και πιο καλλιεργημένους να βρίσκονται σε ένα επίπεδο ανώτερο των υπολοίπων.

Πιστεύω ότι όλο αυτό οφείλεται στην έλλειψη ειλικρίνειας. Ελάχιστοι λένε την αλήθεια και λειτουργούν με βάση αυτήν. Περισσεύουν τα χαμόγελα, τα καλά λόγια , οι φιλοφρονήσεις και όλα αυτά όταν οι ενδιαφερόμενοι είναι μπροστά κι από πίσω άλλα. Κι επειδή το ψέμα έχει κοντά ποδάρια , η ιστορία πορεύεται όπως όλοι γνωρίζουμε.

8. Η ποίηση έχει διάρκεια και διαδρομή. Εσείς πως έχετε σχεδιάσει την πορεία σας προς την ολοκλήρωση του έμμετρου αγώνα που επιτελείται;

 

Ο στόχος μου στην προσπάθεια για ολοκλήρωση αποβλέπει στην επικοινωνία με περισσότερους ανθρώπους, λιγότερα γράφοντας λόγια ώσπου να πετύχω συναντίληψη των ψυχών μέσα από την σιωπή.

9. Στον επέκεινα χρόνο που νομίζετε ότι θα βρίσκεται το πορτρέτο που ο ίδιος φιλοτεχνείτε;

Αυτό θα εξαρτηθεί από τον αντίκτυπο, την διάδραση και τη διάρκεια που θα έχει το έργο στην κοινωνία. Το δικό μου μέλημα είναι και θα εξακολουθήσει να είναι η συνεχής βελτίωση της γραφής μου έτσι ώστε να μπορέσω ίσως ν’ αφήσω ένα μικρό στίγμα στον χώρο της ποίησης.

10.Πως ορίζεται το ποίημα που «αντέχει στον χρόνο»;

Για να αντέξει ένα ποίημα στον χρόνο οφείλει να είναι διαχρονικό. Να θίγει ζητήματα που απασχολούν τους ανθρώπους από την εμφάνιση τους επάνω στη γη, τα συναισθήματατους, τις χαρές, τις λύπες, τους έρωτες, τις μεταφυσικές τους αγωνίες, τα κοινωνικά ζητήματα και δικαιώματα, την ελευθερία, την ειρήνη, τον επιούσιον και τα χρόνια αναπάντητα ερωτήματα τους, τη ζωή και τον θάνατο. Άρα η ποίηση είναι συνυφασμένη με τον άνθρωπο και για τον λόγο αυτόν δεν έχει τέλος.