Ιστορία της ποιητικής φωνής πέρα από το βιβλίο – μια αφήγηση εν εξελίξει
Ιστορία της ποιητικής φωνής πέρα από το βιβλίο – μια αφήγηση εν εξελίξει ένα σύντομο κείμενο, για την ιστορία της ποίησης πέρα από το βιβλίο με αναφορά στους σταθμούς από: την προφορικότητα των αφρικανικών και μεσογειακών αρχαίων πολιτισμών, τους τροβαδούρους, την αρχαία ελληνική ποίηση, τα avant-garde ρεύματα, τους beat poets, τα open mic, τους spoken word/slam performers, μέχρι τις ψηφιακές και μετασωματικές μορφές σήμερα.
Οι τροβαδούροι: φωνές της επιθυμίας και του δημόσιου αισθήματος
Στην μεσαιωνική νότια Γαλλίας, τον 12ο και 13ο αιώνα, η ποίηση γεννιέται ξανά όχι ως λόγος γραπτός, αλλά ως τραγούδι. Οι τροβαδούροι (troubadours), οι οποίοι επηρέασαν βαθιά τη μεσαιωνική ποίηση και την κουλτούρα της Δύσης ήταν ποιητές-τραγουδιστές, που συνθέταν σε γλώσσα οξιτανική (oc) λυρικά ποιήματα που τραγουδιόνταν και απαγγέλλονται συνοδεία έγχορδου. Ήταν οι φορείς μιας καινούριας ποιητικής φωνής, που δεν εξέφραζε κάποια θεϊκή αλήθεια, τη θρησκευτική αφοσίωση ή ηρωικά κατορθώματα αλλά τον έρωτα, την αβρότητα και την εσωτερική εμπειρία του ατόμου, που έβρισκε λόγο σε δημόσιους χώρους, αυλές ευγενών, πλατείες, παλάτια. Πολλές φορές οι τροβαδούροι διαγωνίζονταν σε ποιητικές μονομαχίες, όπου η φωνή ήταν εργαλείο δόμησης σχέσεων, αλλά και κοινωνικού status. Η ευγενής αγάπη (fin’amor) ήταν η βασική θεματική: ένας έρωτας εξιδανικευμένος, σχεδόν ανέφικτος. Η φωνή του ποιητή-ερμηνευτή είναι προσωπική, συναισθηματική, γεμάτη λεκτικά παιχνίδια, σχήματα, καινοτομίες, δεν λέει απλώς, αλλά κάνει, γοητεύει, πείθει, συγκινεί. Η φωνή του τροβαδούρου είναι επιτελεστική: σχηματίζει επιθυμίες, διαμορφώνει στάσεις, χτίζει κοινότητες λόγου. Είναι ίσως η πρώτη φωνή στην ευρωπαϊκή παράδοση που επιμένει πως το ποίημα δεν προορίζεται για σιωπηλή ανάγνωση· αντίθετα, «γεννιέται» κάθε φορά στην εκφορά τους, σε αυλές, γιορτές, περιβάλλοντα ακρόασης. Η ποίηση γίνεται φωνή που προσφέρεται, φωνή που απευθύνεται. Είναι η ανάδυση μιας σχέσης μέσα από τη φωνή — όχι μόνο ανάμεσα σε πρόσωπα, αλλά ανάμεσα στον λόγο και το κοινό του, ανάμεσα στον ερωτισμό και την κοινωνική τάξη, ανάμεσα στην τέχνη και την καθημερινότητα.
Οι τροβαδούρισσες (trobairitz) — γυναίκες ποιήτριες, αν και λιγότερες, απαντούν ή δημιουργούν δική τους φωνή, αφήνοντας σημαντικό αποτύπωμα. Η φωνή τους, γυναικεία, είναι ενεργή, απαιτητική, ηχηρή, χωρίς να χάνει τη λεπτότητα της αυλικής αισθητικής
Μάρω Γαλάνη
Barbara Bridger
Τι είναι για εμένα η ποίηση
Poetry has an emotional directness. When my mother died, I chose to express my grief in a sequence of poems. Poetry is a cry from the heart.
MOTHER (1)
Abandoned by the dead ones,
my mother and others,
I fall back
over and over,
a landed fish,
gasping.
There’s a smell of wet leaves in this room.
It’s dark in here
and nothing moves.
Scales litter the floor.
A fish eye view
of tables and torn photographs.
Here’s Hull docks,
Hessle Bank
and Humberside.
The tide’s out,
the mud’s in.
Damp silt,
sodden shale
and everywhere,
lost in air,
the silver fish are drowning.
Όταν πέθανε η μητέρα μου, για να επεξεργαστώ το πένθος μου, έγραψα μια σειρά ποιήματα για αυτήν. Ο πατέρας της μητέρας μου, ο παππούς μου, ήταν ιχθυέμπορος σε ένα μεγάλο λιμάνι της βορειοανατολικής Αγγλίας, το Χαλ, που βρίσκεται στις εκβολές του ποταμού Χάμπερ.
ΜΗΤΕΡΑ (1)
Εγκαταλειμμένη από τους νεκρούς
τη μητέρα μου κι άλλους
Σπαρταράω και τινάζομαι
σαν ψάρι στη στεριά
πνίγομαι στον αέρα.
Μυρίζει υγρά φύλλα το δωμάτιο
Είναι σκοτάδι
τίποτα δεν κινείται.
Στο πάτωμα σκόρπια λέπια.
Ματιά ψαριού –
τραπέζια και σκισμένες φωτογραφίες.
Εδώ οι αποβάθρες του Χαλ
Το Χέσλ
Η όχθη του Χάμπερ.
Άμπωτη
το νερό δίνει τόπο στη λάσπη
Υγρό κατακάθι
μουλιασμένη πέτρα
και παντού
χαμένα στον αέρα
πνίγονται τα ασημένια ψάρια.
Μετάφραση: Αντρέας Τσανάκας
WINTER GARDEN
and when the air in here becomes so still
it’s like a web of dust around my head
I step out into the cool damp
trip over a stone
snag my leg on a bramble
cut my hand on some shale
and understand that I’m fragile
a soft bellied animal
I kick aside these leaves and know
that each year I grow flowers
food
and older
that these seasons are my seasons
this winter my old age
next spring my lost youth
and summer a dream that it hurts to remember
ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΟΣ ΚΗΠΟΣ
κι όταν εδώ μέσα ο αέρας τόσο ακινητεί
σαν δίχτυ σκόνης γύρω απ’ το κεφάλι μου
Βγαίνω στη δροσιά της νοτισμένης γης
σκοντάφτω σε μια πέτρα
γρατζουνάω το πόδι στις βατομουριές
κόβω το χέρι μου στον σχιστόλιθο
και το καταλαβαίνω πώς είμαι εύθραυστη
ένα ζώο χωρίς κέλυφος
Κλωτσάω τα πεσμένα φύλλα και το ξέρω
πως κάθε χρονιά που μεγαλώνω λουλούδια
λαχανικά
μεγαλώνω κι εγώ
πως τούτες οι εποχές είναι οι δικές μου
αυτός ο χειμώνας τα γεράματά μου
η άνοιξη που έρχεται, η χαμένη μου νιότη
και το καλοκαίρι ένα όνειρο, μια επώδυνη μνήμη
Μετάφραση: Αντρέας Τσανάκας