PRESENTATION
DIMITRIS KANELLOPOULOS is born at Nemuta (Peloponnez) in 1954. Graduade in History-Archaeology in National and Kapodistrian University of Athens and in History and Philosophy degree in Master of Science at the Babes-Bolyai University (Romania). He has published four poetry collections: Fog of stone (1986) Heridanos Editions, Solitudine Avarorum (1996), Kolonos Editions, Wireless Silence (2005), Oropedio Editions, Bed of Seed Good (2010) and one selective anthology of modern greek poetry, in Romanian language under the title: 42 poeti greci contemporani (42 Greek modern poets), Dacia Editions, Cluj Napoca, Romania (1984). At 2018 he has published a collection of short stories The death of astritis (male of viper), and other stories, KICHLI Editions. In 1982 he contributed to the anthology of Romanian literature in Poliorkia, literary magazin vol. 16 –April 1982– and a dedication to Romanian poet Anatol E. Bconsky in Planodion literary magazine, vol. 24, 1996. From 2006 is editor of literary magazine Oropedio (Nemúta of Olympia Heleias, Peloponnez). He lives in Athens and he works as a books quality consultant.
*
Ὁ Δημήτρης Κανελλόπουλος γεννήθηκε στὴ Νεμούτα Ἠλείας, τὸ 1954 ἀπὸ τὴν ὁποία ἐκπατρίστηκε τὸ 1958, ἀκολουθώντας τὴν οἰκογένειά του, στὴν Ἀθήνα, ὡς ἐσωτερικὸς μετανάστης. Σπούδασε Ἱστορία-Φιλοσοφία στὸ Πανεπιστήμιο Babes–Bolyai τοῦ Cluj Napoca τῆς Ρουμανίας καὶ Ἱστορία-Ἀρχαιολογία στὸ Ἐθνικὸ καὶ Καποδιστριακὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν.Ἐργάστηκε ὡς ὑπάλληλος διάφορων ἐκδοτικῶν οἴκων καὶ ὡς Φιλόλογος στὴν ἰδιωτικὴ ἐκπαίδευση. Δημοσίευσε τὶς συλλογὲς ποιημάτων Ὁμίχλη πέτρινη (Ἠριδανός, 1986) Σκυθικὲς Ἐρημίες (Κολωνός, 1996), Σιγὴ Ἀσυρμάτου (Κολωνός, 2005) καὶ Κλίνη Σπόρου, Καλὴ (Ὀροπέδιο 2010) και Τὸ Φράγμα τῆς Μνήμης, Ὀροπέδιο, Ἀθήνα 2017. Ἐπιμελήθηκε τὸ ἀφιέρωμα στὴ Ρουμανικὴ Λογοτεχνία τοῦ περιοδικοῦ Πολιορκία, τεῦχος 16, Ἀπρίλιος 1982. Τὸ 1984, ὀργάνωσε καὶ παρουσίασε στὸ ρουμανικὸ ἀναγνωστικὸ κοινό, τὴν Ἀνθολογία νεοελληνικῆς ποίησης μὲ τὸ τίτλο «42 Poeti grecii contemporani», (42 σύγχρονοι ἕλληνες ποιητές). Τὸ 1996 ἐπιμελήθηκε τὸ θέμα τοῦ περιοδικοῦ Πλανόδιον τεῦχος 24, τὸ ἀφιερωμένο στὸ ρουμάνο ποιητὴ Anatol Baconsky. Ποιήματά του ἔχουν δημοσιευτεῖ σὲ διάφορα περιοδικά. Ἀπὸ τὸ 2006 ἐκδίδει τὸ περιοδικὸ Ὀροπέδιο τὸ ὁποῖο βραβεύτηκε τὸ 2012 μὲ τὸ Κρατικὸ Βραβείο γιὰ τὴν προσφορά του στὴν Λογοτεχνία.
MEMORY OF A CITY
You see from above the city
you loved.
Memories like a bunch of twigs.
You go back knowing,
that the return to the past
will wound you.
Now other people, other monuments.
*
ΠΟΛΕΩΣ ΜΝΗΜΗ
Βλέπεις από ψηλά την πόλη
που αγάπησες.
Ένα δεμάτι κλαράκια
οι μνήμες.
Γυρίζεις πίσω γνωρίζοντας,
πως η επιστροφή στο παρελθόν
θα σε πληγώσει.
Τώρα άλλοι άνθρωποι, άλλα μνημεία.
* * *
THE PLACE OF LONELINESS
Like an old clock
that breaks the silence of the morning.
The whistle of a train
inside a black tunnel
Like the rain on the window glass.
Behind the injured eyes.
The icy hand seeks.
Addresses,names, old images.
The years that are gone.
*
Ο ΤΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ
Όπως ένα παλιό ρολόι.
Που σπάζει τη σιωπή του πρωινού.
Σφύριγμα τραίνου.
Μέσα σε μαύρο τούνελ.
Όπως η βροχή πάνω στο τζάμι
Πίσω από ραγισμένα μάτια.
Το παγωμένο χέρι ψάχνει.
Διευθύνσεις, ονόματα, παλιές εικόνες.
Τα χρόνια που έφυγαν.
* * *
IT BREAKS
In the dance of memories
there are journeys to little lakes
images on wet glass
the fog
It is the past
Which breaks
like a tumbler of cheap glass on my fingers and makes me bleed all the things I have loved.
*
Στο χορό των αναμνήσεων
Υπάρχουν ταξίδια σε μικρές λίμνες
Εικόνες
Στο ιδρωμένο τζάμι
Η ομίχλη.
Είναι το παρελθόν
Που σπάζει
Σαν ποτήρι από φτηνό γυαλί
Στα δάχτυλά μου και με ματώνει
Ό, τι έχω αγαπήσει.
* * *
NIGHTMARE
And that ruined house
comes like a nightmare at night
it leaves no way for a return.
A hand to hold you
as you sink in the fog.
*
ΕΦΙΑΛΤΗΣ
Κι αυτό το ερειπωμένο σπίτι
Τις νύχτες έρχεται σαν εφιάλτης
Δεν αφήνει δρόμο για γυρισμό.
Ένα χέρι να σε κρατήσει
Που βουλιάζεις μέσα στην ομίχλη.
* * *
MAY ITS BLACK COVER ME
To Christos Roumeliotakis
For years now the night has embraced me.
I put up no resistance
perhaps because I like to hide in its dark
to think about those who lost their arms
holding onto others
who submerged in divine delirium
whispered old words
you’d think they’d stayed outside time.
The hours bear venom underneath
the body of time chopped up
for your sake, wild dogs fight.
It’s none of my business
I allow the night, its black to cover me
I have no fingers to feel
the images that enter through the crevices
and stare at me
as if looking for atonement in my lies.
To the words that penetrated my dark
I put up no resistance.
I allow the black to cover me.
*
ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΤΗΣ ΝΑ ΜΕ ΣΚΕΠΑΣΕΙ
Στον Χρίστο Ρουμελιωτάκη
Χρόνια τώρα η νύχτα μ’ αγκαλιάζει.
Δεν φέρνω αντίσταση
ίσως γιατί μ’ αρέσει να κρύβομαι στο σκοτάδι της
να συλλογιέμαι εκείνους πού έχασαν τα χέρια τους
κρατώντας τους άλλους
που βουτηγμένοι σ’ ένα θεσπέσιο παραλήρημα
ψιθυρίζουν παλιά λόγια
λες και μείναν έξω απ’ τον καιρό.
Φέρνουν φαρμάκι οι ώρες από κάτω
τεμαχισμένο το κορμί του χρόνου
για χάρη του, άγρια σκυλιά φιλονικούν.
Εμένα λόγος δε μου πέφτει
αφήνω τη νύχτα, το μαύρο της να με σκεπάσει
δεν έχω δάχτυλα να ψηλαφίσω
τις εικόνες που μπαίνουν απ’ τις χαραμάδες
και με κοιτούν
σα να γυρεύουν εξιλέωση στα ψέματά μου.
Στα λόγια που τρυπάνε το σκοτάδι μου
δε φέρνω να αντίσταση.
Αφήνω το μαύρο της να με σκεπάσει.