Scroll Top

Vicente Huidobro (Chile, 1893-1948)/Τρία ποιήματα – Μετάφραση | Επίμετρο: Στέργιος Ντέρτσας

 
Εκείνη

Εκείνη έκανε δυο βήματα μπροστά
Έκανε δυο βήματα πίσω
Το πρώτο βήμα έλεγε καλή σας μέρα κύριε
Το δεύτερο βήμα έλεγε καλή σας μέρα κυρία
Και τα υπόλοιπα λέγανε τι κάνει η οικογένεια
Σήμερα είναι μια ωραία μέρα σαν ένα περιστέρι στον ουρανό

Εκείνη φόραγε ένα πουκάμισο φλεγόμενο
Εκείνη είχε τα μάτια μιας υπνωτίστριας των θαλασσών
Εκείνη είχε κρύψει ένα όνειρο σε κάποιο ντουλάπι σκοτεινό
Εκείνη είχε βρει κάποιον πεθαμένο καταμεσής του κεφαλιού της

Όταν εκείνη ερχόταν άφηνε μια ομορφότερη πλευρά της πολύ μακριά
Όταν εκείνη έφευγε κάτι σχηματιζότανε στον ορίζοντα να την προσμένει

Τα βλέμματα της ήταν λαβωμένα και αιμορραγούσαν πάνω στην κορυφή
Είχε τους κόρφους της ανοιχτούς και τραγούδαγε τα σκότη της ηλικία της
Ήτανε όμορφη σαν ένας ουρανός κάτω από ένα περιστέρι

Είχε ένα στόμα από ατσάλι
Και μια θνητή σημαία ζωγραφισμένη ανάμεσα στα χείλη
Γέλαγε σαν τη θάλασσα που νιώθει άνθρακες στην κοιλιά της
Σαν τη θάλασσα όταν η σελήνη κοιτιέται που πνίγεται
Σαν τη θάλασσα που ΄χει δαγκώσει όλα τ’ ακρογιάλια
Τη θάλασσα που ξεχειλίζει και πέφτει στο κενό σε καιρούς αφθονίας
Όταν τ’ άστρα γουργουρίζουν πάνω απ’ τα κεφάλια μας
Πριν ο βοριάς ν’ ανοίξει τα μάτια του
Ήτανε όμορφη στους οστέινους ορίζοντες της
Με το φλεγόμενό της πουκάμισο και τις ματιές της δέντρου αποκαμωμένου
Σαν τον ουρανό καβαλάρη πάνω στα περιστέρια

Ella


Ella daba dos pasos hacia adelante
Daba dos pasos hacia atrás
El primer paso decía buenos días señor
El segundo paso decía buenos días señora
Y los otros decían cómo está la familia
Hoy es un día hermoso como una paloma en el cielo
Ella llevaba una camisa ardiente
Ella tenía ojos de adormecedora de mares
Ella había escondido un sueño en un armario oscuro
Ella había encontrado un muerto en medio de su cabeza
Cuando ella llegaba dejaba una parte más hermosa muy lejos
Cuando ella se iba algo se formaba en el horizonte para esperarla
Sus miradas estaban heridas y sangraban sobre la colina
Tenía los senos abiertos y cantaba las tinieblas de su edad
Era hermosa como un cielo bajo una paloma
Tenía una boca de acero
Y una bandera mortal dibujada entre los labios
Reía como el mar que siente carbones en su vientre
Como el mar cuando la luna se mira ahogarse
Como el mar que ha mordido todas las playas
El mar que desborda y cae en el vacío en los tiempos de abundancia
Cuando las estrellas arrullan sobre nuestras cabezas
Antes que el viento norte abra sus ojos
Era hermosa en sus horizontes de huesos
Con su camisa ardiente y sus miradas de árbol fatigado
Como el cielo a caballo sobre las palomas.
*Εξάντληση

Πάω νύχτα και μέρα
όπως ένα ερημωμένο πάρκο.
Πάω νύχτα και μέρα μέσα από Σφίγγες πεσμένες απ’ τα μάτια μου•
θωρώ τον ουρανό και το γρασίδι του που μαθαίνει να άδει •
θωρώ τον λαβωμένο κάμπο με δυνατές κραυγές,
και τον ήλιο καταμεσής του αγέρα.

Χαϊδεύω το καπέλο μου το γεμάτο με ιδιαίτερο φως•
περνώ το χέρι πάνω απ’ τον τράχηλο του αγέρα•
οι αγέρηδες, που όπως οι βδομάδες διαβαίνουν•
οι βδομάδες και τα φώτα με γκριμάτσες καρπού και δίψα αίματος•
τα φώτα, που διαβαίνουν όπως οι μήνες •
όταν η νύχτα στηρίζεται πάνω στα σπίτια,
και το άρωμα των γαρυφάλλων πάει γύρω απ’ τον άξονα του.

Παίρνω θέση, όπως το άσμα των πουλιών•
είναι μακρινή η εξάντληση και η αχλή •
πέφτω σαν τον αγέρα πάνω στο φως.

Πέφτω στην ψυχή μου επάνω.
Ορίστε εδώ το πουλί των θαυμάτων •
ορίστε εδώ το τύπωμα του κάστρου μου •
ορίστε εκεί τα πούπουλά μας πάνω στη θάλασσα, που αντίο φωνάζει.

Πέφτω απ’ την ψυχή μου.
Και σπάω σε ψυχικά κομμάτια στον χειμώνα επάνω •
πέφτω από τον αέρα πάνω στο φως•
πέφτω από το περιστέρι στον αγέρα επάνω.

Fatiga


Marcho día y noche
como un parque desolado.
Marcho día y noche entre esfinges caídas de mis ojos;
miro el cielo y su hierba que aprende a cantar;
miro el campo herido a grandes gritos,
y el sol en medio del viento.
Acaricio mi sombrero lleno de luz especial;
paso la mano sobre el lomo del viento;
los vientos, que pasan como las semanas;
los vientos y las luces con gestos de fruta y sed de sangre;
las luces, que pasan como los meses;
cuando la noche se apoya sobre las casas,
y el perfume de los claveles gira en torno de su eje.
Tomo asiento, como el canto de los pájaros;
es la fatiga lejana y la neblina;
caigo como el viento sobre la luz.
Caigo sobre mi alma.
He ahí el pájaro de los milagros;
he ahí los tatuajes de mi castillo;
he ahí mis plumas sobre el mar, que grita adiós.
Caigo de mi alma.
Y me rompo en pedazos de alma sobre el invierno;
caigo del viento sobre la luz;
caigo de la paloma sobre el viento.
*Δρόμος

Ένα τσιγάρο κενό

Κατά μήκος του δρόμου
Έχω τα δάχτυλά μου μαδήσει

Και δεν κοιτώ πίσω ποτέ

Τα μαλλιά μου
Και ο καπνός τούτης της πίπας

Εκείνο το φως που μ’ οδηγούσε
Όλα τα δίχως φτερά πουλιά
Στους ώμους μου τραγουδήσανε

Όμως η εξουθενωμένη μου καρδιά
Στην τελευταία φωλιά αποβίωσε

Βρέχει πάνω στον δρόμο
Και πάω να γυρέψω το μέρος
Όπου έχουν χυθεί τα δάκρυα μου

Camino


Un cigarro vacío

A lo largo del camino
He deshojado mis dedos

Y jamás mirar atrás

Mi cabellera
Y el humo de esta pipa

Aquella luz me conducía
Todos los pájaros sin alas
En mis hombros cantaron

Pero mi corazón fatigado
Murió en el último nido

Llueve sobre el camino
Y voy buscando el sitio
donde mis lágrimas han caído

ΕΠΙΜΕΤΡΟ

Βισέντε Ουιδόμπρο (Χιλή, 1893-1948). Παιδί αριστοκρατικής οικογένειας που σπούδασε στο Παρίσι και ακολούθησε σπουδές λογοτεχνίας, στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Έγραφε από μικρός, έχοντας ως πρώτο του πρότυπο την ποιήτρια και φεμινίστρια μητέρα του, María Luisa Fernández Bascuñan. Οι πρώτες του δημοσιεύσεις ήρθαν νωρίς (1911), με έντονες επιρροές από τον Ρουμπέν Νταρίο, θεωρούμενο και πατέρα του μοντερνισμού, καθώς και τους μεγάλους Γάλλους ποιητές, ενώ ταυτόχρονα, εκείνη την εποχή, εξέδωσε δύο λογοτεχνικά περιοδικά (Musa Joven, Azul). Το 1916 βρέθηκε στο Παρίσι γνωρίζοντας από κοντά τα πρωτοποριακά ρεύματα και τους κυριότερους εκφραστές του. Εκεί συναναστράφηκε με μορφές όπως ο Πικάσο, ο Μιρό, ο Μαξ Γιάκομπ , ο Απολλιναίρ, ο Μπρετόν, ο Λουίς Αραγκόν. Σταδιακά αποστασιοποιήθηκε από τα κυρίαρχα πρωτοποριακά ρεύματα για να κάνει, μέσα από το ποιητικό έργο του τη δική του πρόταση, γνωστή ωςcreacionismo(επινοητισμός ή δημιουργισμός), της οποίας είναι και ο θεμελιωτής. Μέσα στο σύμπαν της συγκεκριμένης θεώρησης είναι η μεμονωμένη λέξη και η ύπαρξη της, εντός του κειμένου, που αποκτάει βάρος ως ανεξάρτητο δημιουργικό ον, παρά τις όποιες σημασίες μπορεί αυτή να περικλείει. Θα εκθέσει λεπτομερώς τις απόψεις του για τη συγκεκριμένη θεωρία στο έργο του με τίτλο Manifiestos (1925). Η ποιητική αυτή αντίληψη, που καθρεφτίστηκε στους στίχους “¿Por qué cantáis a la rosa, ¡oh poetas!? “Hacedla florecer en el poema” («Γιατί τραγουδάτε το ρόδο, ω ποιητές; Κάντε το ν’ ανθίσει μέσα στο ποίημα!») επηρέασε σε σημαντικό βαθμό την ποίηση της εποχής, ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική. Το κορυφαίο του έργο, όπου αποτυπώνονται έμπρακτα οι αντιλήψεις του αυτές, είναι η μεγάλης έκτασης ποιητική σύνθεση με τίτλο Altazor o el viaje en paracaídas. Στο πλούσιο έργο του, που περιλαμβάνει και μυθιστορήματα, υπάρχει και το βραβευμένο κινηματογραφικό του σενάριο για την ταινία Cagliosto (1923). Εντάχθηκε στο Κουμμουνιστικό Κόμμα της Χιλής (1932)με το οποίο είχε έντονη πολιτική δράση σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Τάχθηκε ανοιχτά εναντίον του φασισμού στην Ευρώπη και εργάστηκε και ως πολεμικός ανταποκριτής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου από το Παρίσι. Πέθανε στο σπίτι του στην Καρταχένα, όπου είχε εγκατασταθεί τα τελευταία χρόνια της ζωής του, σε ηλικία των 55 ετών. Η ταφή του έγινε, σύμφωνα με την επιθυμία του, σε έναν λόφο απέναντι στη θάλασσα.