«Άγχος και κάπνισμα, συνέχεια τού το έλεγα».
«Καλά είμαι, ευχαριστώ, εσύ;».
« Αυτά τα λουλούδια πρέπει να μπουν σε ένα βάζο».
«Ο αδελφός του προδόθηκε, επίσης, από την καρδιά του,
είναι η μοίρα τής οικογένειας».
«Δεν σε αναγνωρίζω με αυτό το μούσι».
«Αυτός ο νεαρός θα εκφωνούσε τον επικήδειο. Δεν τον βλέπω
πουθενά».
«Έξυπνη η ιδέα σου. Είσαι ο μόνος που έφερε ομπρέλα».
«Και λοιπόν τι έγινε, αν ήταν πιο ταλαντούχος από τους
άλλους;».
«Το διαμέρισμα δεν έχει ασφάλεια, η Μπάρμπαρα δεν θα το
νοικιάσει».
«Φυσικά έχει δίκιο, αλλά αυτό δεν είναι δικαιολογία».
« Η δουλειά πάνω στο σώμα και μπογιά, μάντεψε πόσο πολύ».
«Δύο κρόκοι αυγών και μια κουταλιά τής σούπας ζάχαρη».
«Δεν ήταν δουλειά του, γιατί ανακατευόταν;».
«Μόνο στο μπλε και μόνο σε μικρά μεγέθη».
« Πέντε φορές τού τηλεφώνησα, ούτε μία απάντηση».
«Εντάξει θα μπορούσα να το είχα κάνει, αλλά κι εσύ θα
μπορούσες».
«Πάλι καλά που τουλάχιστον αυτή είχε μία δουλειά».
« Δεν ξέρω, συγγενείς του είναι μάλλον».
« Αυτός ο παπάς είναι φτυστός ο Μπελμοντό».
« Ποτέ δεν είχα βρεθεί σε αυτή την πλευρά τού νεκροταφείου».
« Τον ονειρεύτηκα την προηγούμενη εβδομάδα, είχα ένα κακό
προαίσθημα».
« Δεν είναι και άσχημη η κόρη του».
« Τι είναι ο άνθρωπος!».
« Τους θερμούς μου χαιρετισμούς στη χήρα , εγώ είμαι
βιαστικός πρέπει να τρέξω».
«Ακούστηκε όλο πολύ σοβαρό στα Λατινικά».
«Ό, τι έγινε, έγινε».
«Αντίο».
« Πόσο χρειάζομαι ένα ποτό τώρα».
« Πάρε με στο τηλέφωνο».
« Ποιο λεωφορείο πάει προς το κέντρο;».
« Εγώ πάω προς τα εκεί».
« Εμείς πάμε αλλού».
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Τι είναι η ποίηση; Ο Νοβάλις και ο Μαλλαρμέ υποστήριζαν ότι το αλφάβητο μιας γλώσσας είναι το μεγαλύτερο ποιητικό έργο, ο Νικολάι Γκόγκολ θαύμαζε τις ποιητικές αρετές μιας απογραφής των ρούχων τού τσάρου, ο Μπόρις Παστερνάκ ένα πίνακα δρομολογίων τού τρένου, ο Ρώσος ποιητής και δοκιμιογράφος Βιαζέμσκι ένα κατάλογο κρασιών, ο Νίκος- Γαβριήλ Πεντζίκης αναζητούσε την ποίηση σε έναν τηλεφωνικό κατάλογο, ενώ ο Μαρσέλ Προυστ, ο Τζαίημς Τζόυς, ο Κ.Π. Καβάφης (μεγάλος ωτακουστής) και ο Νίκος Φωκάς πίστευαν ότι οι ανθρώπινες φωνές που ακούμε καθημερινά στον δρόμο, αποτελούν ένα πρώτης τάξεως ποιητικό υλικό.
Έχουν δίκιο αυτοί οι ποιητές και συγγραφείς; Μήπως υπερβάλλουν; Μήπως οι απόψεις τους ενέχουν το στοιχείο τής εκκεντρικότητας; Η απάντηση είναι κατηγορηματική: όχι. Για τον απλούστατο λόγο ότι το περιεχόμενο τής ποίησης αλλάζει. Θέλουμε να πούμε πως ό, τι θεωρείτο ποίηση τον δέκατο όγδοο και τον δέκατο ένατο αιώνα, δεν θεωρείται ποίηση σήμερα ∙ και πως ό, τι αναγνωρίζουμε ως ποίηση σήμερα, δεν είναι διόλου σίγουρο ότι θα το αναγνωρίζουν οι αναγνώστες τής τέχνης τού Ομήρου τον επόμενο αιώνα.
Αφού όμως το περιεχόμενο τής ποίησης αλλάζει (ειδικά στην λυρική ποίηση, το περιεχόμενο, όπως έχει πει ο Χέγκελ, είναι ο ίδιος ο ποιητής), τότε αναγκαστικά αλλάζουν επίσης η μορφή, αλλά και το γλωσσικό ιδίωμα. Διότι άλλη γλώσσα πρέπει να χρησιμοποιήσει ένας ποιητής που θέλει να μιλήσει, για αηδόνια, τριαντάφυλλα, λίμνες, φεγγάρια, ρομαντικούς έρωτες κ.λπ. και άλλη ο ποιητής που θέλει να μιλήσει για έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή, ένα κινητό τηλέφωνο, ένα παρκόμετρο, μια περιστρεφόμενη πόρτα, μια ακτίνα λέιζερ, ένα στοιχειώδες σωματίδιο κ.λπ.
Το ερέθισμα για τις παραπάνω σκέψεις μας το έδωσε η ανάγνωση μιας επιλογής ποιημάτων υπό τον τίτλο «Η ζωή εδώ και τώρα» τής σπουδαίας Πολωνής ποιήτριας
Βισουάβα Σιμπόρσκα που κυκλοφόρησε φέτος τον Μάιο, σε μετάφραση από τα πολωνικά τής Μπεάτας Ζούλκεβιτς από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Ό,τι κυρίως εντυπωσιάζει, εν πρώτοις, τον απαιτητικό αναγνώστη που θα ξεφυλλίσει τις σελίδες αυτού τού βιβλίου, είναι η πολυμέρεια των θεμάτων που προσεγγίζει αυτή η ποιήτρια. Πράγματι, εκκινώντας από έναν απολύτως ειλικρινή θαυμασμό για το σύμπαν το οποίο μας περιβάλλει, προικισμένη με μιαν αδηφάγο περιέργεια και ταυτοχρόνως με μιαν αξιοσημείωτη σεμνότητα η οποία, ενίοτε, συνδυάζεται με την αίσθηση ενός ιδιαίτερα καλαίσθητου χιούμορ και μιας διαβρωτικής ειρωνείας η Σιμπόρκα σχολιάζει ποιητικά καίρια, οτιδήποτε υποπέσει στην αντίληψή της. Και καθώς η προσοχή της είναι διαρκώς τεταμένη και τα αντανακλαστικά της εν εγρηγόρσει, τα βέλη τής φαρέτρας της που βρίσκουν με ακρίβεια τον στόχο τους είναι πολλά.
Η Σιμπόρσκα μας μιλάει στα ποιήματά της για τα ζώα τού τσίρκου, τα πουλιά, τα δέντρα, τα σύννεφα, τα Ιμαλάια, τις πέτρες, τον έρωτα, τον θάνατο, το μίσος, τα βασανιστήρια, τα ηρεμιστικά χάπια, τον πόλεμο, την ειρήνη, την πολιτική, τη γενοκτονία των Εβραίων, την Τροία, την Κασσάνδρα, τον Ηράκλειτο, τον Πλάτωνα, την Ατλαντίδα, τα ελληνικά αγάλματα, τον Ιώβ, την Έλλα Φιτζέραλντ, τα καθημερινά θαύματα γύρω μας που δεν τα προσέχουμε, τη χαρά τής γραφής και τής τέχνης κ.λπ. κ.λπ.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν στην ποίηση τής Σιμπόρσκα η απλότητα τής γραφής και το στοχαστικό στοιχείο. Πρόκειται για αρετές που προσδίδουν στην ποίησή της μια διαφορετική διάσταση καθιστώντας την εξόχως ελκυστική. Η επιλογή των ποιημάτων την οποία έχει κάνει η κυρία Μπεάτα Ζούλκεβιτς είναι πολύ καλή. Ωστόσο, μπορεί να παρατηρήσει κανείς ότι απουσιάζουν ορισμένα εξαιρετικά ποιήματα όπως δείγματος χάριν τα «Τέσσερις το πρωί», «Δυνατότητες» κ.ά. Ένα από τα ποιήματα που θα μπορούσαν να έχουν συμπεριληφθεί στο «Ζωή εδώ και τώρα» είναι και το ποίημα «Κηδεία 2». Επιχείρησα να το αποδώσω στη γλώσσα μας (από τα Αγγλικά) κυρίως για την πρωτοτυπία τού θέματος. Είναι νομίζουμε αξιοπρόσεκτο πώς η Σιμπόρσκα κατόρθωσε να γράψει ένα ποίημα, συνταιριάζοντας με μαστοριά τις κοινότοπες συζητήσεις που κάνουν οι συγγενείς και οι φίλοι οι οποίοι συνοδεύουν ένα νεκρό στην τελευταία του κατοικία.