Scroll Top

Ξάνθος Μαϊντᾶς -“Ἀφανῶν γυναικῶν”

Ξάνθος Μαϊντᾶς
“Ἀφανῶν γυναικῶν”
Ἐκδόσεις Γαβριηλίδης/2019

ΠΑΙΓΝΙΟ

Μέρες τὴν παίδευαν
τὰ ἐγγόνια της.
Παιχνίδι τό ‘χαν κάνει.
Μὰ αὐτὴ ἀμίλητη.

Πές μας καὶ πές μας
γιαγιὰ πῶς τό ‘κανες
μὲ τὸν παππού.
Μέρες ἀμίλητη.
Ὥσπου δὲν ἄντεξε
κι ἔδωσε τέλος
στὸ παιχνίδι τους.

«Ἐρχόταν πότε-πότε ὁ παππούς σας
ἀπὸ τὴν ταβέρνα μεθυσμένος
καὶ μὲ μαγάριζε.»

* * *

ΜΠΕΡΑΤΙ

Ὅταν χήρεψε ἡ μανιὰ ἡ Λένη
–μ’ ὀκτὼ παιδιὰ στὴν πλάτη–
ἦταν δὲν ἤτανε σαράντα πέντε χρονῶν .
Οἱ μέρες ποὺ ἦρθαν δύσκολες
κι οἱ τέσσερις οἱ κόρες σὲ ἡλικία.
Πῶς βόλτα τά ‘φερνε κανεὶς δὲν ἔμαθε.

Μόνο σὰν ἦρθε ἡ ὥρα
καὶ πάντρεψε τὸν μεγάλο της
μετὰ τὴν ἐκκλησία, στὸ παζάρι
–τὸ ἔθιμο ἤθελε ἄντρας
ν’ ἀνοίξει τὸν χορό–
ἡ μανιὰ ἡ Λένη κρατώντας
νύφη καὶ γαμπρό,
στάθηκε ἀπέναντι στὰ ὄργανα
καὶ παράγγειλε:

Μπεράτι.

* * *

ΕΚΛΟΓΕΣ 1967

Στὴν Ἔλλη, ἐτῶν τριάντα-και, κάπου στὴν Φυλῆς
μιὰ νύχτα, Μάη τοῦ ἑξηνταεφτά,
πήγαμε, τὴν εἴδαμε, καὶ δὲν τὴν ἄγγιξε κανείς,
μὰ αὐτὴ ὅλους μᾶς πλησίασε μὲ τὰ μαλλιὰ λυτὰ

στὸν σβέρκο ἐπάνω κάθισε τοῦ καθενὸς στητή,
μὲ τὴ σειρά σας φώναξε παιδιὰ
ἦρθε, ναί ἦρθε ἡ στιγμή, ἡ κάλπη εἶναι ἀνοιχτὴ
κι ὅλοι τὴν ψῆφο ἐλεύθερα θὰ ρίξετε, κανονικά.

Φεύγοντας καὶ τὴν κάρτα της μᾶς ἔδωσε, Ἔλλη ἀρτίστα,
ποὺ ὄμορφα εἶχε καστανὰ κι ἀτίθασα μαλλιά,
μάτια γλαρὰ ἐρωτικὰ μὲ μιὰ γαλήνια νύστα.

Ὤ, πόσο σκέφτομαι τὴ νύχτα ἐκείνη τὴ σημαδεμένη
τὰ εὐτελῆ τεχνάσματα, τὰ ψεύτικα ἐρωτικὰ
τὴ νιότη μας τὴν ἄστοχη κι ἀόριστα θλιμμένη.