Messages to Odysseus
First Draft
Dear Odysseus
The suitors have all left
some you sorted (cleaned) out, some ran away
No one left, not one to flatter my vanity
For twelve whole years you licked the boots
Of that short, horse-faced slut.
In the meantime, I grew older
Somewhat changed –
hips rounded, proud body
Shattered
You come back looking for – new – love games
My modified self gives in
Do I owe you a favour
If only I had a real man for suitor
To punish you
Option: Delete
Second draft
Dear Odysseus
I write this on the laptop you got me
Like an eel you slip away, not one chance missed
Still
You were here when the storm broke
you poured your love on my broken body
kissed the surreal shapes of my face
kept alive the desire
in a worthy manner
Which is why I forgive you
I owe you deep gratitude
(This space is outside my comfort zone
I am not sure I’ll send this email)
(Odysseus, somehow, published by Sakespearikon, 2018. Translation: Katy Loogotheti-Anderson)
Μηνύματα στον Οδυσσέα
Πρώτη γραφή
Αγαπημένε μου Οδυσσέα,
Έφυγαν όλοι οι μνηστήρες,
άλλους τούς τέλεψες και κάποιοι λάκισαν.
Ούτε ένας, να κολακευόμουν έστω.
Δώδεκα χρόνια έγλειφες τις γόβες της –
κοντή κι αλογομούρα.
Στο μεταξύ μεγάλωσα,
σαν μεταλλάχτηκα,
κάθισε η περιφέρεια,
γιάγμα η κορμοστασιά μου.
Γυρνάς και θέλεις γούστα.
Κι εγώ η μεταλλαγμένη υποχωρώ,
σχεδόν χρωστώ και χάρη.
Να ‘χα έναν αληθοφανή μνηστήρα, να σε τιμωρήσω.
Επιλογή: Delete
Δεύτερη γραφή
Αγαπημένε μου Οδυσσέα,
Γράφω στο λάπτοπ που μου πήρες.
Ξεγλιστράς, δεν χάνεις ευκαιρία.
Όμως
ήσουν εδώ σαν ξέσπασε η μπόρα.
Το τεθλασμένο σώμα μου το λάτρεψες
τη σουρεαλιστική μορφή μου ασπάστηκες
αξιέπαινα συντήρησες τον πόθο.
Γι’ αυτό σε συγχωρώ.
Βαθιά χρωστώ ευγνωμοσύνη.
(Έγινε άβολoς αυτός ο χώρος.
Δεν ξέρω αν θα στείλω το e-mail.)
(Οδυσσέας, τρόπον τινά, εκδ. Σαιξπηρικόν, 2013)
As if it were summer
It’s raining I’m walking on the beach
my umbrella is blowing in shambles
grey and turbulent the sea
A little later I hear about the shipwreck, again.
The waters are filled with death.
I want my islands back.
These seas will forever carry their heavy burden.
fish knocked up evil
glass eyes will stare at the reflection of dead dreams.
And the dark skin on the shores a rejoicing guilt.
And not being able to hold your hand on the edge of the dry field.
Lover of distance, of train tracks and flight paths.
You fooled me when you played the lover of green.
In grey markets you are exhibited
In frozen squares you wander
the day is blackening
Mourning the unknown.
(The Age of Touch, Shakespearikon Edition, 2016. Translation: Xanthi Hondrou-Hill)
Σαν να ‘ταν καλοκαίρι
Βρέχει περπατώ στην παραλία
φυσά δυνατά η ομπρέλα μου σμπαράλια
γκρίζα και ταραγμένη η θάλασσα
λίγο αργότερα ακούω για το ναυάγιο, και πάλι.
Γέμισαν τα νερά θάνατο.
Θέλω πίσω τα νησιά μου.
Αυτές οι θάλασσες θα κουβαλούν για πάντα το βαρύ φορτίο τους.
ψάρια γκαστρωμένα κακό
γυάλινα μάτια θα κοιτάζουν την αντανάκλαση των νεκρών ονείρων.
Και το σκούρο δέρμα στις ακτές μια χαίνουσα ενοχή.
Και να μην μπορώ να σου κρατήσω το χέρι στην άκρη του ξεροχώραφου.
Εραστή της απομάκρυνσης, των διαδρομών του τρένου και των πτήσεων.
Με γέλασες όταν παρίστανες τον εραστή του πράσινου.
Σε γκρίζες αγορές εκτίθεσαι
σε παγωμένες πλατείες πλανιέσαι
μαυρίζει η μέρα
μοιρολογεί το άγνωστο.
(Εποχή αφής, εκδ. Σαιξπηρικόν, 2016)