Γράφει ο Ελισσαίος Βγενόπουλος
Εκατό χρόνια μοναξιά
Στις σχισμές του μαγικού ρεαλισμού
Ο παράδεισος δεν θα μπορούσε να υπάρχει χωρίς κάμποσες σκόρπιες βιβλιοθήκες στις πιο ηλιόλουστες γωνιές του, αλλά τι παράδεισος θα ήταν αυτός, αν στις υποφωτισμένες εσοχές του δεν ξερνούσαν ολόλευκο, εκτυφλωτικό φως κινηματογραφικές μηχανές προβολής;
Πολλά χρόνια μετά, μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, ο συνταγματάρχης Αουρελιάνο Μπουενδία θα έφερνε στον νου του το μακρινό απόγευμα που ο πατέρας του τον πήγε να γνωρίσει τον πάγο… Μ’ αυτά τα λόγια ξεκινά ένα από τα γοητευτικότερα και πιο φημισμένα μυθιστορήματα του εικοστού αιώνα.
Η πολυαναμενόμενη διασκευή του Εκατό χρόνια μοναξιάς από το Netflix, σε σκηνοθεσία της Κολομβιανής Λάουρα Μόρα και τον Αργεντίνο Άλεξ Γκαρσία Λόπες δίνει νέα πνοή, κινηματογραφική αυτή τη φορά στο magnum opus του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Η σειρά αυτή, με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα χρόνων από τον θάνατο του Μάρκες, επιχειρεί με τόλμη να εισέλθει στη δαιδαλώδη ιστορία της οικογένειας Μπουενδία, με αποστολή να αποτυπώσει τον μαγικό ρεαλισμό που χαρακτηρίζει το φανταστικό χωριό Μακόντο.
Σε μια κομβική στιγμή για τους θαυμαστές του μυθιστορήματος, η σειρά μας συστήνει τον συνταγματάρχη Αουρελιάνο Μπουενδία καθώς αντιμετωπίζει το εκτελεστικό απόσπασμα. Ωστόσο, το στωικό του βλέμμα δεν είναι απλώς προσηλωμένο στο θάνατο αλλά στις αναμνήσεις που ρέουν σαν ατελείωτο ρεύμα. Αυτή η άμεση βύθιση στη χρονική ελαστικότητα του Μάρκες σηματοδοτεί τη δέσμευση της σειράς στο αφηγηματικό του ύφος. Το «Εκατό χρόνια μοναξιάς» εξιστορεί την άνοδο και την πτώση της οικογένειας Μπουενδία κατά τη διάρκεια επτά γενεών, αντικατοπτρίζοντας την κυκλική φύση του χρόνου και της ιστορίας. Η σειρά ακολουθεί πιστά την απεικόνιση του Μάρκες για τη φανταστική πόλη Μακόντο, έναν τόπο που βρίθει υπερφυσικών γεγονότων, πολιτικών αναταραχών και καταδικασμένων ερωτικών ιστοριών. Ωστόσο, δεν αποφεύγει να δώσει στην αφήγηση μια οπτική γλώσσα που υποστηρίζει, κατά το δυνατόν, τον μυστικιστικό πυρήνα της.
Η Λάουρα Μόρα, η οποία κέρδισε το βραβείο Golden Shell Award στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σαν Σεμπαστιάν το 2022, δίνει στο έργο τη λεπτή κατανόηση των κολομβιανών τρόπων και τοπίων και της ταυτότητας της Λατινικής αυτής χώρα. Το όραμά της ριζώνει τη σειρά σε μια ζωντανή πραγματικότητα, επιτρέποντας στο Μακόντο να υπάρχει τόσο ως απτό χωριό όσο και ως μυθικό κατασκεύασμα. Ο Άλεξ Γκαρσία Λόπες συμπληρώνει με ένα δυναμικό στυλ που έχει ακονίσει από τη δουλειά του σε σειρές του είδους, όπως το The Witcher. Μαζί, δημιουργούν ένα μωσαϊκό όπου η μαγεία και ο ρεαλισμός συνυπάρχουν αρμονικά.
Τύχη αγαθή, αυτή την περίοδο το Netflix έχει ανεβάσει την όμορφη ταινία η οποία στηρίζεται στο βιβλίο «Πέδρο Πάραμο» του Μεξικανού συγγραφέα Χουάν Ρούλφο, θα γράψουμε για αυτήν. Ο συγγραφέας Χουάν Ρούλφο κατά πολλούς πατέρας του Μαγικού Ρεαλισμού, συνδυάζει την ιστορία της μεξικανικής επανάστασης με το υπόστρωμα μιας οικουμενικής μυθολογίας και καταφέρνει να φτάσει στον βαθύτερο πυρήνα του τοπικού, του μεξικανικού, και να το καταστήσει καθολικό, παγκόσμιο. Η μεγάλη μορφή του Μαγικού Ρεαλισμού, λοιπόν, ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες αντιστάθηκε στις χολιγουντιανές προτάσεις – διασκευές κατά τη διάρκεια της ζωής του, φοβούμενος ότι θα απογυμνώσουν την ιστορία από την πολιτιστική της ουσία. Πολλοί σπουδαίοι συγγραφείς απογοητεύτηκαν από το κινηματογραφικό αποτέλεσμα άλλοτε δικαιολογημένα κι άλλοτε όχι. Ο Χέμιγουέι είχε πει τα χειρότερα για την μεταφορά του Φρανκ Μπορζέιτζ του «Αποχαιρετισμού στα όπλα», καθώς και για τον «Γέρο και τη Θάλασσα» του Τζων Χιούστον, ο Τρούμαν Καπότε απέρριψε το θρυλικό «Πρόγευμα στα Τίφανις», γιατί δεν έπαιξε η φίλη του Μέριλιν Μονρόε, ενώ ο Στίβεν Κινγκ θεώρησε τη «Λάμψη» του Κιούμπρικ προσβολή για το βιβλίο του και ο Ρόαλντ Νταλ κατακεραύνωσε το «The Witches» του Νίκολας Ρεγκ
Αυτή η προσαρμογή, ωστόσο, προσπαθεί να διατηρήσει την ψυχή του Μακόντο ανέπαφη. Η σειρά σέβεται την κολομβιανή καταγωγή της, επιλέγοντας τοπικά ταλέντα και αποτυπώνοντας τις ιδιαιτερότητες της ζωής της Λατινικής Αμερικής. Το «Εκατό χρόνια μοναξιά», όπως ισχυρίζεται η παραγωγή, είναι ένα από τα πιο φιλόδοξα οπτικοακουστικά σχέδια στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής, με τη συμμετοχή των καλύτερων καλλιτεχνών και τεχνικών από την Κολομβία και άλλες χώρες. Γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στα ισπανικά, στην Κολομβία, με τη στήριξη της οικογένειας του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.
Ένα έργο που “από στόμα σε στόμα”, όπως άρεσε στον συγγραφέα του να λέει, διαβάστηκε από εκατομμύρια αναγνώστες σε όλες τις γλώσσες του κόσμου και η συμβολή του υπήρξε καθοριστική στη βράβευση του Μάρκες με το Νομπέλ Λογοτεχνίας. Είναι η ιστορία μιας πόλης, του Μακόντο, και της οικογένειας, των Μπουενδία – και μέσα από τα πάθη, τα όνειρα, τις τραγωδίες, τις προδοσίες, τις ανακαλύψεις, τα θαύματα, τα μυστήρια και τις διαψεύσεις τους, βλέπουμε την ιστορία μιας χώρας, μιας ηπείρου και ολόκληρου του κόσμου.
Τα βασικά αφηγηματικά νήματα ξετυλίγονται με σχολαστική προσοχή. Από την εμμονική αναζήτηση της γνώσης από τον Χοσέ Αρκάντιο Μπουενδία μέχρι το τραγικό πάθος της Aμαράντα και τον ανεκπλήρωτο έρωτά της, κάθε ιστορία αντανακλά μια μοναδική πτυχή της ανθρώπινης επιθυμίας και τρέλας. Ίσως το πιο εντυπωσιακό είναι η απεικόνιση της Ούρσουλα Ιγκουαράν της μητριαρχικής αυτής φιγούρας της οποίας η ανθεκτικότητα, η επιμονή, η υπομονή και ο ρεαλισμός αγκυροβολούν την οικογένεια. Οι Μόρα και Λόπεζ αναδεικνύουν τον ρόλο της ως ηθικής και συναισθηματικής ραχοκοκαλιάς της οικογένειας Μπουενδία. Ο Μελκίαδες με την περιέργεια, τη γνώση, τη μαγεία βοηθά τον Χοσέ Αρκάντιο να ανοίξει τους ορίζοντές του.
Η σειρά εμβαθύνει επίσης στην πολιτική αλληγορία που είναι συνυφασμένη με την αφήγηση του Μάρκες. Η μετατροπή του Μακόντο από μια απομονωμένη ουτοπία σε πεδίο μάχης ιμπεριαλιστικών συμφερόντων αποδίδεται με γλαφυρό τρόπο, με σεκάνς που απηχούν την επιβαρυμένη ιστορία της Κολομβίας. Οι δημιουργοί χρησιμοποιούν μια παλέτα που αλλάζει ανάλογα με το συναισθηματικό ύφος της αφήγησης: το πλούσιο πράσινο των πρώτων ημερών του Mακόντο, το ζοφερό γκρι της παρακμής του. Τα ειδικά εφέ χρησιμοποιούνται με σύνεση για να ζωντανέψουν τα σουρεαλιστικά στοιχεία του μυθιστορήματος.
Τελικά, το «Εκατό χρόνια μοναξιά» του Netflix, μπορεί ποτέ να μη φθάνει την ανυπέρβλητη μαγεία του σπουδαίου βιβλίου του μεγάλου συγγραφέα, αλλά είναι μια τολμηρή, δουλεμένη στη λεπτομέρεια και προσεκτική διασκευή που προσπαθεί να τιμήσει το όραμα του Γκαρσία Μάρκες και ταυτόχρονα να το κάνει προσιτό σε ένα παγκόσμιο κοινό. Παραμένοντας πιστή στο πνεύμα του μυθιστορήματος και αναθέτοντας την υλοποίηση του σε σκηνοθέτες που κατανοούν τις πολιτιστικές του ρίζες, η σειρά προσφέρει τόσο στους παλιούς θαυμαστές, όσο και στους νεοεισερχόμενους, ένα γοητευτικό ταξίδι στην καρδιά του Μακόντο.
Με την προσεγμένη αφήγηση και την επιμελημένη αισθητική της, αυτή η διασκευή όχι μόνο επιβεβαιώνει τη διαρκή δύναμη του έργου του Γκαρσία Μάρκες, αλλά και μας καλεί να προβληματιστούμε πάνω στα οικουμενικά θέματα της αγάπης, της απώλειας και των αναπόδραστων κύκλων της ιστορίας και μας υπενθυμίζει ότι οι λέξεις και η εικόνα είναι οι πιο δυνατές μορφές μαγείας.