Χρύσα Φάντη, Οδός Ευτυχίδου. Μυθιστόρημα, Σμίλη, Αθήνα 2023
Το νέο πεζογράφημα της Χρύσας Φάντη, που συστήνεται με τον ειρωνικό και, ταυτόχρονα, αποκαλυπτικό της αναζήτησης του κεντρικού ήρωα τίτλο, Οδός Ευτυχίδου, δεν ξεχωρίζει μόνο για την έκτασή του –ιδιαίτερα μεγάλη για τα δεδομένα της λογοτεχνικής συγχρονίας– που συνδέεται και απορρέει από την πρόθεση εναγκαλισμού και αποτύπωσης μιας μεγάλης και εξαιρετικά σημαντικής περιόδου της νεοελληνικής ιστορίας, την περίοδο από τα μέσα του 20ου αιώνα μέχρι σήμερα, μέχρι το παρόν, δηλαδή, του αφηγητή. Ξεχωρίζει και για την ειδολογική του ιδιοτυπία ή, καλύτερα, πρωτοτυπία καθώς κινείται, εξελίσσεται και παρουσιάζεται με τρεις συγγενείς μεταξύ τους, οπωσδήποτε όμως διαφοροποιημένους τρόπους και τόπους γραφής· την καθαρόαιμη, παραδοσιακού τύπου αφήγηση που αναλαμβάνει ο πρωταγωνιστής, Πέτρος Χρήστου –μια αφήγηση η οποία διεξάγεται σε δεύτερο ενικό δίνοντας έτσι στο βιβλίο θεατρική-δραματική απόχρωση με πολλά εμβόλιμα σουρεαλιστικά και φανταστικά στοιχεία· την επιστολικού τύπου εξιστόρηση, καθώς μεγάλο μέρος του βιβλίου καταλαμβάνουν οι επιστολές του πατέρα του Πέτρου, Σταμάτη· το αμιγώς ιστορικό ντοκουμέντο αφού πολλά είναι εκείνα τα κείμενα που παρατίθενται στο τέλος του βιβλίου για να πλουτίσουν, να συμπληρώσουν, να φωτίσουν την κεντρική αφήγηση και τις επιμέρους συνιστώσες της.
Έτσι, το βιβλίο μετεωρίζεται ανάμεσα σε τρεις περιοχές καθεμιά από τις οποίες παρουσιάζει μεγαλύτερη ή μικρότερη εγγύτητα με την ιστορική αλήθεια, από τη μία, και με τη λογοτεχνικότητα και τη μυθοπλασία, από την άλλη. Μέσα σε αυτό το μεικτό πεδίο και σκηνικό τα γεγονότα συμπλέκονται με τους ανθρώπους οι οποίοι καθίστανται οι φορείς εκείνοι που άλλοτε ευθύνονται για αυτά και άλλοτε γεύονται τις συνέπειές τους. Από αυτήν ακριβώς την πτυχή και τη λειτουργία προκύπτει το σφιχτό δέσιμο που αντιλαμβάνεται κανείς ότι σφραγίζει το μυθιστορηματικό υλικό αλλά και η δυνατότητα που παρέχεται στον αναγνώστη να δώσει τη δική του ερμηνεία στις αιτιώδεις σχέσεις που συνέχουν τα επιμέρους στιγμιότυπα και τις στιγμές.
Με κέντρο το Παγκράτι και την ευρύτερη οικογένεια του αφηγητή, Πέτρου, ο οποίος στην ηλικία των εβδομήντα χρόνων αποφασίζει να ανιχνεύσει τα σημάδια της οικογενειακής του πορείας και να αναμετρηθεί με τις μορφές των οικείων του, στήνεται ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ψηφιδωτά μιας προσωπικής διαδρομής με φόντο τα ταραγμένα χρόνια της νέας ελληνικής ιστορίας. Την αφήγησή του έρχονται για να επεκτείνουν οι επιστολές του πατέρα ο οποίος εξορίστηκε, ως μέλος αντιστασιακής οργάνωσης, και βίωσε με ιδιαίτερη ένταση τα όσα η εξορία αυτή επέφερε στον ίδιο και σε άλλους αριστερούς που βρέθηκαν σε παρόμοια θέση. Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα είδος ανατομίας μιας σειράς από περιόδους καθεμιά από τις οποίες προετοιμάζει και εκβάλλει στην άλλη.
Η πρώτη και μακρινή αρχή τοποθετείται στα 1914, τότε που ξεκινούν οι πρώτοι διωγμοί των Χριστιανών στη Μικρά Ασία, για να φτάσει μέχρι το παρόν, έχοντας διέλθει μέσα από τις περιόδους που μεσολάβησαν και που σχημάτισαν μια πορεία γραμμική γεμάτη, όμως, από τις εντάσεις και την αποσυμφόρηση που, κάθε φορά, ερχόταν σαν φυσικό επακόλουθο. Το ενδιαφέρον εντοπίζεται ιδιαίτερα στον τρόπο με τον οποίο η προσωπική οπτική καλείται να συνδράμει σε μια νέα εκδοχή της ιστορικής αφήγησης ή, καλύτερα, ανάπλασης της ελληνικής ιστορίας, είτε αυτή προέρχεται από τον Πέτρο, είτε από τις επιστολές του Σταμάτη, που κι αυτές, ανά τακτά διαστήματα, διακόπτονται από διερωτήσεις, ύστερες σκέψεις, αλληγορίες ή όνειρα του Πέτρου.
Στο σημείο αυτό προκύπτει ένας ενδιαφέρων προβληματισμός σχετικά με τη σύνδεση ιστορίας και λογοτεχνίας ως τρόπων και μεθόδων αναψηλάφησης του παρελθόντος, σχετικά με την εγκυρότητα και την αξιοπιστία τους, αλλά και με το ειδικό βάρος που καθεμιά από αυτές φέρει μέσα στο πλαίσιο της γνωριμίας του σύγχρονου αναγνώστη με τα περασμένα και της ταυτοποίησης που η γνωριμία αυτή επιφυλάσσει στον ίδιο και την εποχή του. Η αντιπαραβολή και ο συσχετισμός –αν γίνουν με τη δέουσα αντικειμενικότητα και ψυχραιμία– μπορεί να αναδείξει την αναγκαιότητα του ιστορικού τεκμηρίου, της ιστορικά τεκμηριωμένης αφήγησης για την επαφή και την καταβύθιση στο παρελθόν, μπορεί, όμως, να καταδείξει και την εξαιρετική ευκαιρία που δίνει στον αναγνώστη η λογοτεχνία να αντιληφθεί την αντιπροσωπευτικότητα και τον παραδειγματικό χαρακτήρα της προσωπικής εξομολόγησης, τη δυνατότητα αναγωγής της σε πρότυπο, σε ένα σχήμα που θα καθρεφτίζει τη γενική αλήθεια και που θα έχει καθολική ισχύ.
Το βιβλίο της Φάντη, με την απολαυστική, ρέουσα και απρόσκοπτη διήγηση, με τις διαδρομές των ηρώων που μοιάζουν να χαράσσονται σχεδόν νομοτελειακά, με τις λεπτομέρειες της ιστορίας που αναδύονται ολοκάθαρα και με την αλήθεια των προσώπων που δοκιμάζονται στην πάλη με τα κύματα της ιστορίας και των προσωπικών τους αναζητήσεων, προσφέρει έναν πυρήνα που μπορεί να εξακτινωθεί σε πλείστες όσες κατευθύνσεις αναζήτησης του νοήματος της ιστορικής εξέλιξης και της μυθοπλαστικής, φαντασιακής της ανάπλασης.