Scroll Top

Eftichia – Alexandra Loukidou | Greece

Η ποίηση είναι κώδικας ζωής, είναι οι σκέψεις που αναπνέουν και οι λέξεις που πυρπολούν τον βίο.

“Τι θα ήταν η ζωή χωρίς την ποίηση;
Τι θα ήταν η ποίηση χωρίς τις τρανές της γλώσσας οδοιπορίες;”
Το Culture Book συνομιλεί μέσω του Patras Word Poetry Festival με ποιητές και ποιήτριες που δημιουργούν ανά τον κόσμο. Η παρουσίαση, η καταγραφή, η μελέτη και αυτών των ποιητών και ποιητριών είναι από εκείνα που οφείλουμε στην τέχνη της ποιήσεως.
Η καταγραφή χωρίς μεγέθυνση των αληθινών διαστάσεων του μεγαλείου της ζωής, που είμαστε έτοιμοι να την καταστρέψουμε, μέσα και από τις κειμενικές αξίες των σύγχρονων ποιητών και ποιητριών, διαμορφώνει και την καθημερινότητα της σύγχρονης λογοτεχνίας.
 


ALEXANDERPLATZ, BERLIN

Κανονικά, με λένε Σόνια.
Μίτσε, με βάφτισε ο Φραντς
̶ μονόχειρας, μα ξέρει ν’ αγκαλιάζει.
Τη μέρα προτιμώ να υπνοβατώ.
Με ένα νόμισμα κρυμμένο στο μαντίλι
περνάω βιαστικά έξω από τα προάστια
σκιές ευκίνητες πουλώ στην Alexanderplatz
στα ενυδρεία σπάζω τις φυσαλίδες
κι αφού των πληκτικών επεισοδίων
διασχίζω την ομίχλη
βρίσκομαι σώα σαν νεκρή
στο τέλος της θλιμμένης ιστορίας.

Η πλατεία γέμισε μεμιάς αρωματοπωλεία.
Έξω απ’ τις χαραμάδες των πληγών
πλημμύρα ακυβέρνητη
λεβάντα και θυμίαμα
γαζία και λιβάνι.

Όμως, εγώ
πάντοτε αλήθεια σού έλεγα, Φραντς.
Ω, μα και βέβαια μπορούσα
μόνο εσένα ν’ αγαπώ
ο άλλος ήτανε παιδί, μπορεί και γέρος
μην τα σκαλίζεις τώρα πια
ήπιε απλώς ένα κονιάκ
έβαλε φωτιά στα μαλλιά της μαριονέτας
κι έπειτα εξαφανίστηκε.

Κι άφησε, Φραντς
τι θες κι ανοίγεις τώρα το πορτάκι
άστο μες στο κλουβί του το πουλί
μη μου το πνίγεις
πονάω, Φραντς, με σφίγγεις, Φραντς
χύθηκε κάτω όλο το νερό
ποτέ ξανά τιτίβισμα
ποτέ ξανά μισή αγκαλιά
γέμισε πούπουλα ο αέρας, Φραντς
δεν σε ακούω πια
πούπουλα και φτερά
δεν σε πονάω πια
μόνο φτερά
δεν με πειράζει τώρα πια…

Οι άνθρωποι στο δάσος
πεθαίνουν πάντα από ντροπή.
Το Επιδόρπιο, Κέδρος 2012

ALEXANDERPLATZ, BERLIN

Rightfully they call me Sonia.
Franz named me Mitse
― one-armed, he is, but how to embrace he knows.
In the day I prefer to sleepwalk.
With a coin hidden in a hankie
I walk quickly past the suburbs
I sell agile shadows in Alexanderplatz
I burst bubbles in aquariums
and having gone through the mist
of dreary happenings
I find myself safe like dead
at the end of the sad story.

Instantly the square filled with perfume shops.
Beyond the wounds’ fissures
an unmanageable flood
lavender and frankincense
musk plant and inense.

But I, Franz,
always told you the truth.
Oh, but yes, only you
could I love
the other one was a lad, perhaps even an old man
don’t rake up old affairs
he simply drank a brandy
set the puppet’s hair on fire
and afterwards disappeared.

Come now, Franz,
why must you open the cage
let the bird stay there
don’t smother it
I’m hurting, Franz, you’re squeezing me, Franz
all the water is spilled on the floor
never again chirping
never again half a cuddle
the air is full of down, Franz
I can’t hear you anymore
down and feathers
I don’t feel for you anymore
feathers only
I don’t mind anymore…

People in the forest
always die of shame.

(Translated from the Greek by Yannis Goumas)

ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΣΩΣΗΣ

Χτυπώ τον χρόνο για να μπω
τη γυάλινή του συγκατάθεση γυρεύω
μήπως στεριώσει τούτη τη φορά
η επιστροφή στην ξενιτιά
μα δεν αναγνωρίζω τ’ όνομά μου
ο αρχαίος τρόμος διέρχεται από τις αμυχές
κι αρνούμαι, αντιστέκομαι
το ρίγος να κατανοήσω
τυφλή κι αποχρωματισμένη
με την ηχώ γαμήλιων αποχαιρετισμών
κύκλους να κάνει γύρω μου
λες και το χάος ορίζεται
αν παρατηρηθεί.

Να ξεγλιστράς
αυτό μονάχα σώζει
φύλλα ευκαλύπτου να εισπνέεις
και σε υδάτινους ναούς
τις ρίζες σου ν’ απλώνεις.
«Τον νυμφώνα σου βλέπω…»
κι αν δεις να κλαίει το παιδί
κράτησε την ανάσα σου
τραγούδησέ του ημερομηνίες παλιές
βοήθα το απ’ την κορνίζα να κατέβει
βάλτο λέξεις αποδημητικές να συλλαβίσει
μην το ακούς
«και ένδυμα ουκ έχω ίνα εισέλθω εν αυτώ»
οι πιθανότητες είναι αρκετές
-να του εξηγήσεις-
κάποιος να σε προλάβει και…
πού θα πας νυχτιάτικα, μείνε εδώ, να πει
κι άλλωστε πόσο κρατάει η ζωή

αύριο χωριζόμαστε.
Αφόρετα θαύματα, Κέδρος 2017

PLAN OF ESCAPE

I knock on time to enter
looking for its glass consent
if by any chance going back to live abroad
takes root this time
but I can’t recognize my name
the ancient terror passes through the scratches
and I refuse, I keep back from
understanding the quiver
blind and discoloured
wth the sound of nuptial farewells
making circles around me
as if the chaos is determined
if seen.

To dodge
is the only saving grace
to inhale eucalyptus leaves
and in aqueous churches
to spread your roots

“I see your nuptial chamber…”

and should you see the child crying
hold your breath
sing to it old dates
help it get down from the frame
make it syllabize migratory words
don’t listen to it

“and no dress do I have to wear…”

there are enough chances
–explain to it–
for one to anticipate you and say
where are you going this time of night, stay here
and besides how long does life last

tomorrow we part.

UNWORN WONDERS, Kedros 2017
Translated from the Greek by Yannis Goumas

Βιογραφικό Ευτυχία – Αλεξάνδρα Λουκίδου