Scroll Top

ΚΩΣΤΑΣ ΚΡΕΜΜΥΔΑΣ

Η γνωριμία μου με τον ποιητή των Σαδδουκαίων Μιχάλη Κατσαρό του Ευσταθίου εκ Κυπαρισσίας Τριφυλίας ( 1919 – 1998 )

Τον Μιχάλη Κατσαρό τον πρωτάκουσα τελειόφοιτος στο Γυμνάσιο του Κολωνού με τη Χούντα να πνέει τα λοίσθια. Δεν θυμάμαι πώς και από πού βρέθηκαν στα χέρια μου οι Σαδδουκαίοι. Πάντως έχω ακόμη στη βιβλιοθήκη μου ένα χειρόγραφο αντίγραφο της συλλογής που στοίχειωσε μέσα μου. Μια Κυριακή της Μεταπολίτευσης στο θεατράκι «ΕΝΤΟΠΙΑ», Στρατιωτικού Συνδέσμου, άκουσα την ανάλυση του Αντρέα Μπελεζίνη για την «Μπαλάντα στους ποιητές που πέθαναν νέοι», από τα πιο εύστοχα ποιήματα της ελληνικής γραμματολογίας για συνοδοιπόρουςτου ποιητές της Πρώτης Μεταπολεμικής γενιάς. Γλωσσοκεντρικός, οξύνους, με λεπτό και συχνά δεικτικό χιούμορ, ο κατά κόσμον «σαλός» υπήρξε ο σημαντικότερος ποιητής μετά τον Καρυωτάκη. Ζώντας ποιητικά, αποτραβηγμένος από το δημόσιο συρφετό της καλλιτεχνικής μπουρζουαρίας, ο Μιχάλης Κατσαρός όχι απλά επέβαλε την παρουσία του, αλλά κατάφερε να μείνει στο κέντρο της ποίησης και της πολιτικής σκέψης όχι απλώς με τους Σαδδουκαίους αλλά και με την περίφημη Διαθήκη του, όπου και η ιστορική φράση «Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν».

Οι δρόμοι μας αντάμωσαν στα ανήλιαγα γκισέ της Γεωργίου Σταύρου στην Εθνική Τράπεζα, την οποία ο ποιητής ενδομύχως υπολήπτονταν ταυτίζοντάς την με την Ελλάδα. Από το στόμα του πρωτάκουσα για τα «μπλου τσιπς», που εγώ θεωρούσα λογοπαίγνια αλλά ο Κατσαρός γνώριζε, πολύ πριν γίνουν δημοφιλή, πως πρόκειται για χρηματιστηριακούς τίτλους.

Μέχρι το τέλος της ζωής του με επισκεπτόταν καθημερινά στο γραφείο μου στην Τράπεζα αλλά και στις εκδόσεις «Μανδραγόρας», Θεμιστοκλέους 34 στα Εξάρχεια. Διατηρούσε τη συνήθεια των παλιών γραφιάδων που μπαινόβγαιναν στα τυπογραφεία και τους εκδοτικούς οίκους νιώθοντάς τα σπίτι τους. Τον φωτογραφίσαμε με τον Κώστα Ορδόλη ένα χειμωνιάτικο Σαββατόβραδο στο υπόγειο της Ομονοίας κι ενώ τα έργα για την κατασκευή του μετρό βρίσκονταν σε εξέλιξη. Φωτογραφίες που απέβησαν ιστορικές. Βγάλαμε από τον «Μανδραγόρα» τα δύο τελευταία του βιβλία Κορέκτ & Φόβος ποιητή (1996) σε φωτογραφία του Κώστα Ορδόλη και Καζαμία Ελλήνων ( 1997) με σκίτσο του ποιητή, από τον συντοπίτη του Δημήτρη Φουντά.

Τον Σεπτέμβρη του 1998 μαζί με τον γιο μου, που τον ήξερε από τα γυμνασιακά –του ΄χε πάρει συνέντευξη για τη σχολική εφημερίδα-, συναντήσαμε τον Μιχάλη Κατσαρό Πατησίων και Γλάδστωνος , μπροστά στην ορειχάλκινη προτομή του Κώστα Περρίκου, συναδέλφου του Αεροπόρου που εκτέλεσαν οι Γερμανοί τον Φλεβάρη του ΄43 στην Καισαριανή. Μόλις ο Κατσαρός έμαθε ότι ο γιος μου μπήκε στη Γαλλική Φιλολογία άρχισε να του μιλά γαλλικά… αλαμπουρνέζικα –τη «γλώσσα του μπούσουλα» όπως συνήθιζε να λέει: αρκούσε η μίμηση του ήχου για να υπάρξει ουσιαστική επικοινωνία. Δυο μήνες μετά ολοκλήρωσε τη ζωή του στο 251 Γενικό Νοσοκομείο Αεροπορίας.