Ερωτική οφειλή
Ήταν στην αρχή τα φιλιά λυτρωτικά
,η μόνη λύση να εισέλθουν τα ερωτικά συμπλέγματα στις μανιώδεις γ-ραφές
Μα καταλάβαινες πως εκβίαζαν την κατάσταση
Συσπάστηκα, με σωστή κραυγή, καθαρή
ανάμεσα στα υγρά σου μέλη
κι ακινητοποίησα μια φλόγα στη σχισμή σου
Προχωρήσαμε ο ένας μέσα στον άλλον, σάρκα του φιλήδονου
Η γλώσσα να ασφυκτιά σε δόντια και παλαιά σφραγίσματα
Ασελγούσαμε κι αποτελειώναμε στις μελανιασμένες δαγκωματιές του λαιμού
Γυμνή αγία τράπεζα, στικτή αμαρτιών, πόσο αρχή το φως σου
–σύρθηκα στο περβάζι του να αγαπήσω και να ζεσταθώ
Σε παίρνω, φώναξες
Και προτίμησα να πάρω το δικό σου όνομα
,γιατί δεν άντεξες να τον ζήσεις δεύτερη μέρα αυτόν τον οργασμό
Ήσουν άλλου Αρχιπελάγους κι έπρεπε να το περιμένω και να σε λυτρώσω
από την ανομολόγητη λαχτάρα που σου απόμεινε
Γι’ αυτό δεν σου άφησα ούτε ένα ποίημα αδιάβαστο στο σώμα
Μα ως εραστές, από τις πρώτες μέρες κατά τας γραφάς
,αδυνατούσαμε να κρατήσουμε τη γεύση και την όσφρηση την ακριβή
και φτάσαμε να λογοδοτούμε αδιάφορα και όλο πιο αραιά
πως πρέπει να πληρωθεί αυτή η οφειλή της ποίησης
του ανικανοποίητου μετά