ΤΥΦΛΟ ΣΗΜΕΙΟ
Μάτια που έπεσαν επάνω σου
Και χτύπησαν
Σε ένα μπαρ, σε μια γωνιά του δρόμου
Με τη μεγάλη σκάλα
Μπήκαν στην πορεία σου
Ένα να γίνουνε
Κορμιά και λαμαρίνες
Που στύλωσαν τα πόδια
Και δε φύγανε απ’ τη ζωή σου
Όσο και να κοιτάνε δεξιά κι αριστερά
Ένα τυφλό σημείο μένει σκέτο σκότωμα
Να κλαίνε με τα φρένα τους σπασμένα
Είναι που θόλωσαν
Κι όλα διπλά τα βλέπουνε
Απ’ τ’ οπτικό πεδίο χάνοντας
Τα μάτια που τα γδύνουν
Μα μόλις πας να τα σκουπίσεις
Με το βλέμμα σου
Ματόκλαδα και στόρια
Κατεβάζουνε
Σα να ΄σαι ξένο σώμα
(ανέκδοτο)