Scroll Top

E Unibus Pluram/Τηλεόραση και Αμερικανική Λογοτεχνία/Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας, 1990 – Μέρος VIΙI: Τέλος του Τέλους της Γραμμής – Μετάφραση: Μάνος Αποστολίδης

Μέρος VIΙI: Τέλος του Τέλους της Γραμμής

Οπότε, ποιες αποκρίσεις μοιάζουν δυνατές, σήμερα, απέναντι στην TV-εμπορευματοποίηση των τρόπων λογοτεχνικής διαμαρτυρίας; Μια προφανής επιλογή είναι για τον λογοτέχνη να γίνει αντιδραστικός, φονταμενταλιστής. Να ανακηρύξει την σύγχρονη τηλεόραση κακόβουλη και την σύγχρονη κουλτούρα κακόβουλη και να γυρίσει πλάτη σ’ όλο το μπάχαλο από Λύκρα[1] κι αντιθέτως να προσκυνήσει τις παλιές καλές προ-’60s αξίες τύπου Χιου Μπιούμοντ[2] και τις κυριολεκτικές ερμηνείες των Διαθηκών, και να είναι υπερ-της-Ζωής,[3] κατά-του-Φθορίου, υπέρ-του-κατά-κλυσμού-Νώε. Το πρόβλημα εδώ είναι ότι οι Αμερικάνοι που έχουν διαλέξει αυτή την προσέγγιση μοιάζουν να έχουν μέτωπα που διατρέχονται από ένα μοναδικό φρύδι και γροθιές που σέρνονται στο έδαφος καθώς περπατάνε και γενικά μοιάζουν εξαιρετικοί υποψήφιοι ως πλήθος για να υπερβούμε. Εξάλλου, η άνοδος του Ρέιγκαν/Μπους έδειξε ότι η υποκριτική νοσταλγία για ένα γλυκήτερο, πιο καλοσυνάτο, πιο Χριστιανικό ψευδο-παρελθόν είναι εξίσου επιρρεπής σε χειραγώγηση προς το συμφέρον της επιχειρηματικής εμπορευματοποίησης και της PR[4] εικόνας. Οι περισσότεροι από ‘μας θα διάλεγαν νιχιλισμό αντί για νεαντερνταλισμό.
Μια άλλη εναλλακτική είναι να υιοθετήσουμε έναν κάπως πιο φωτισμένο πολιτικό συντηρητισμό που απαλλάσσει θεατή και κανάλια ομοίως από οποιαδήποτε συνενοχή με την πικρόχολη στασιμότητα της τηλεοπτικής κουλτούρας, κι αντιθέτως για όλα τα TV-σχετιζόμενα προβλήματα κατηγορεί κάποιο διορθώσιμο ελάττωμα των τεχνολογιών αναμετάδοσης. ΕΙΣΟΔΟΣ Τζόρτζ Γκίλντερ, μελλοντολόγος των μίντια, Πρεσβύτερο Μέλος του Ινστιτούτου Χάντσον[5] και συγγραφέας του Life after Television: The Coming Transformation of Media and American Life (1990). Το πιο συναρπαστικό πράγματα στο Life after Television είναι ότι πρόκειται για ένα βιβλίο με διαφημίσεις. Δημοσιευμένο σε μια σειρά βιβλίων που ονομάζεται ‘Σειρά: το Απώτερο Σχέδιο’ από κάποιον εκδοτικό ‘Βιβλία Whittle Direct’[6] στα κεντρικά της Federal Express Inc.[7] στο Νόξβιλ, Τενεσί,[8] το βιβλίο πωλείται για μόνο $11.00 μετρητά, μαζί με έξοδα ταχυδρομείου, είναι αρκετά μεγάλο και λεπτό για να δείχνει θεσπέσιο πάνω σε εταιρικά τραπεζάκια-καφέ, κι έχει ομορφότατες διαφημίσεις της Federal Express που πιάνουν μια ολόκληρη σελίδα, κάθε πέντε σελίδες. Το βιβλίο επίσης είναι κατά κύριο λόγο μυθοπλασία, συν μια σπαρακτική δραματοποίηση του γιατί οι αντί-TV συντηρητικοί—παροτρυνόμενοι από απλουστευτικές πεποιθήσεις τύπου «Η TV είναι κατά βάθος ένα δικτατορικό μέσον» του οποίου το «σύστημα λειτουργίας είναι μια ξένη και διαβρωτική δύναμη στον δημοκρατικό καπιταλισμό»—μας βοηθούν ελάχιστα στα υπερριζοσπαστικά TV-προβλήματά μας, καθώς οι συντηρητικοί διανοούμενοι είναι ακόμα προσκολλημένοι στο τετριμμένο ντουέτο θεραπειών τους για οποιοδήποτε Αμερικανικό δεινό: (1) τα οξυδερκή καταναλωτικά ένστικτα του μικρού ανθρωπάκου θα διόρθωναν κάθε ανισότητα αν επιτέλους τα μεγάλα συστήματα σταματούσαν να καταπνίγουν την ελευθερία επιλογών του, και (2) προβλήματα προερχόμενα απ’ την τεχνολογία μπορούν να λυθούν τεχνολογικά.
Το κύριο ρεπορτάζ/πρόγνωση του Γκίλντερ έχει ως εξής: η τηλεόραση όπως όλοι την γνωρίζουμε και την υπομένουμε είναι μια «τεχνολογία με υπέρτατες δυνάμεις όμως θανάσιμα ελαττώματα.» Το πραγματικά θανάσιμο ελάττωμα είναι ότι ολόκληρη η δομή των τηλεοπτικών προγραμμάτων, αναμεταδόσεων, και λήψεων εξακολουθεί να καθοδηγείται από τεχνολογικούς περιορισμούς των παλιών ηλεκτρονικών λυχνιών που πρώτο-επέτρεψαν την ύπαρξη της TV. Το «κόστος κι η περιπλοκότητα των λυχνιών των TV-σετ σήμαινε ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της επεξεργασίας των σημάτων θα έπρεπε να γίνεται στα» κανάλια, μια κατάσταση[9] που «υπαγόρευε ότι η TV θα ήταν ένα top-down σύστημα—σε ηλεκτρονικούς όρους: μια αρχιτεκτονική ‘αφέντη-δούλου’. Λιγοστά κέντρα αναμετάδοσης θα δημιουργούν προγράμματα για εκατομμύρια παθητικούς δέκτες, ή αλλιώς ‘ανόητα τερματικά’.» Μέχρι το τρανζίστορ (που ουσιαστικά κάνει ότι κι οι ηλεκτρονικές λυχνίες όμως σε λιγότερο χώρο και με χαμηλότερο κόστος) να βρει εμπορική χρήση, το top-down σύστημα της TV είχε ήδη περιχαρακωθεί και πετρώσει,καταδικάζοντας τους θεατές σε πειθήνια λήψη προγραμμάτων για τα οποία βασίζονταν σε ελάχιστα κανάλια-παρόχους, δημιουργώντας έτσι μια «ψυχολογία μαζών» στην οποία τρία διαφορετικά κανάλια στόχευαν να απηχήσουν σε εκατομμύρια κι εκατομμύρια από Τζο Μπ. To παθητικό χάλι του θεατή επιδεινώθηκε από το γεγονός ότι οι ΗΜ παλμοί,[10] που παλιότερα αναμετέδιδαν TV σήματα, είναι κύματα αναλογικά. Το αναλογικό ήταν κάποτε το υποχρεωτικό μέσον, αφού «εξαιτίας της ελάχιστης χωρητικότητας ή επεξεργασίας που ήταν διαθέσιμη στα τηλεοπτικά σετ, τα σήματα … θα έπρεπε να είναι κύματα άμεσα παρουσιαζόμενα», και «τα αναλογικά κύματα προσομοιώνουν άμεσα τον ήχο, την φωτεινότητα, το χρώμα.» Όμως τα αναλογικά κύματα δεν μπορούν να αποθηκευτούν ή να επεξεργαστούν από τον λήπτη τους. Μοιάζουν υπερβολικά με την ζωή: παρουσιάζουν ένα θεσπέσιο σύνολο την μια στιγμή και την άλλη έχουν χαθεί. Το μόνο πράγμα που θα αποκομίσει ο καημένος ο τηλεθεατής είναι ό,τι βλέπει.Με πολιτισμικές συνέπειες που ο Γκίλντερ περιγράφει με Αποκαλυπτική λεπτομέρεια. Ακόμα κι η Τηλεόραση Υψηλής Ανάλυσης (HDTV), που πλασάρεται από την βιομηχανία ως η νέα μεγάλη εξέλιξη των επίπλων-ψυχαγωγίας, θα είναι, σύμφωνα με τον Γκίλντερ, o ίδιος λυχνιακός αυτοκράτορας απλώς με πιο σικέ κουστούμι.
Όμως το 1990, η TV, γατζωμένη ακόμα απ’ τις ιεραρχικές και δεσμευτικές-για-το-κοινό τεχνολογίες του χθεσινού αιώνα, είναι για τον Γκίλντερ πλέον καταδικασμένη απ’ την πρόοδο των μικροτσίπ και της τεχνολογίας οπτικών-ινών των τελευταίων χρόνων. Το φιλικό-προς-τον-χρήστη μικροτσίπ, που συγχωνεύει την δραστηριότητα εκατομμυρίων τρανζίστορ σε μια φέτα ημιαγωγού 49tf—και του οποίου οι δυνατότητες θα γίνουν ακόμα πιο ελκυστικές καθώς η ελεγχόμενη ηλεκτρονιακή μετάδοση πλησιάζει το γεωδαιτικό πρότυπο της αποτελεσματικότητας—θα προσφέρει στους δέκτες (δηλ. στα TV-σετ) την δυνατότητα μεγάλου μέρους της επεξεργασίας-εικόνων που έως τώρα γινόταν “για” τον θεατή από τον αναμεταδότη. Σε μια ακόμα ευχάριστη εξέλιξη, η μεταφορά εικόνων μέσω οπτικής ίνας, αντί του HM φάσματος, θα επιτρέψει στα TV-σετ των ανθρώπων να συνδέονται το ένα με το άλλο σε κάποιου είδους διαδραστικό ιστό αντί να ταΐζονται παθητικά από μια μοναδική ρώγα αναμετάδοσης. Κι οι μεταδόσεις οπτικής-ίνας έχουν το επιπρόσθετο πλεονέκτημα ότι άγουν τους χαρακτήρες πληροφορίας ψηφιακά. Εφ’ όσον «τα ψηφιακά σήματα πλεονεκτούν υπέρ των αναλογικών στο ότι μπορούν να αποθηκευτούν και να επεξεργαστούν χωρίς φθορά», όπως και στο ότι είναι καθαρά και χωρίς παρεμβολές σαν ένα καλό CD, θα επιτρέψουν στον μικροτσιπαρισμένο τηλεοπτικό δέκτη (κι άρα στον θεατή) να απολαύσει μεγάλο βαθμό κρίσης πάνω στην επιλογή, στην επεξεργασία, και στον ανασυνδυασμό των βίντεο-εικόνων—κρίση που προς το παρόν περιορίζεται στον θάλαμο του σκηνοθέτη.
Για τον Γκίλτνερ, το νέο έπιπλο που θα απελευθερώσει τον Τζο Μπρίφκεϊς από την παθητική εξάρτηση απ’ το έπιπλό του θα είναι ο «τηλεϋπολογιστής, ένας προσωπικός υπολογιστής προσαρμοσμένος για επεξεργασία βίντεο και συνδεδεμένος με νήματα οπτικής ίνας σε άλλους τηλεϋπολογιστές ανά τον κόσμο.» Ο ινώδης ΤΥ «θα σπάσει μια και καλή το αναμεταδοτικό μποτιλιάρισμα» της τηλεόρασης και της δομής ‘ενεργός-ένας-παθητικοί-πολλοί’ όσον αφορά την εξάπλωση εικόνων. Τώρα ο καθένας θα μπορεί να γίνει ο αγχωμένος παραγωγός του εαυτού του με ακουστικά και ντοσιέ. Στην νέα χιλιετία, η Αμερικανική TV επιτέλους θα γίνει ιδανικά, Δεξιά δημοκρατική: ισονομιστική, διαδραστική, και «επικερδής χωρίς να γίνεται εκμεταλλευτική.»
Παναγίτσα μου, αν ξέρει λέει ο Γκίλντερ το κοινό του στο ‘Απώτερο Σχέδιο’. Μπορείς σχεδόν να δεις το σάλιο στο κάτω χείλος να ξεχειλίζει μέσα σε αίθουσες μίτινγκ καθώς ο Γκίλντερ προβλέπει ότι ολόκληρος ο περίπλοκος, ασαφής, άβολα-παροδικός κόσμος των καταναλωτών θα μπορεί να αναμεταδοθεί επεξεργαστεί αποθηκευτεί και θεαθεί απ’ την βολή των διαμερισμάτων μας. «Με επιδέξιο προγραμματισμό των τηλεϋπολογιστών, θα μπορούσε κανείς να περάσει την ημέρα αλληλοεπιδρώντας στην οθόνη με τον Χένρι Κίσιντζερ, την Κιμ Μπάσιντζερ, ή τον Μπίλυ Γκράχαμ.»[11] Μάλλον φρικτές αλληλεπιδράσεις να φανταστεί κανείς, μα από την άλλη στην Χώρα του Γκίλντερ περί ορέξεως κολοκυθόπιτα: “Οι διάσημοι θα μπορούσαν να παράγουν και να πουλάνε δικά τους λογισμικά. Θα μπορούσες να δεις το Σούπερ Μπόουλ[12] από οποιαδήποτε οπτική του σταδίου επιλέγεις, ή να ίπτασαι πάνω από το καλάθι με τον Μάικλ Τζόρνταν. Επισκέψου την οικογένειά σου στην άλλη μεριά του πλανήτη με κινούμενες εικόνες που μετά βίας ξεχωρίζουν από τις αληθινές εικόνες της ζωής. Κάνε πάρτι γενεθλίων για την Γιαγιά που μένει σε οίκο ευγηρίας στην Φλόριντα, μαζεύοντας απογόνους από όλη την χώρα μπροστά στο κρεβάτι της σε ζωντανά χρώματα.»
Και δεν μιλάμε μόνο για ζεστές δισδιάστατες εικόνες: κάθε εμπειρία θα είναι μεταφέρσιμη σε εικόνα και διαθέσιμη προς μάρκετινγκ, επεξεργασία, κατανάλωση. Οι άνθρωποι θα μπορούν να «πάνε με άνεση να δούνε αξιοθέατα από το σαλόνι τους μέσω οθονών υψηλής-ανάλυσης, να επισκεφτούν Τριτοκοσμικές χώρες χωρίς ανησυχίες για έξοδα αεροπορικών ή συναλλάγματος… θα μπορούσατε να πετάξετε ένα αεροπλάνο πάνω απ’ τις Άλπεις ή να σκαρφαλώσετε το Όρος Έβερεστ—όλα σε μια δυνατή, υψηλής-ανάλυσης οθόνη.”
Θα μπορούμε, εν ολίγοις, να γίνουμε σχεδιαστές των ονείρων μας.
Συνοψίζοντας, λοιπόν, ένας συντηρητικός τεχνικός συγγραφέας προσφέρει έναν πραγματικά ελκυστικό τρόπο να δούμε την παθητικότητα των θεατών και την TV-ιδρυματοποίηση της ειρωνείας, του ναρκισσισμού, του νιχιλισμού, και της στασιμότητας. Δεν φταίμε εμείς! Αν η τηλεοπτική διάδοση ήταν εκσυγχρονισμένη, θα ήταν αδύνατον να “ιδρυματοποιήσει” το οτιδήποτε μέσω της δαιμονικής της
“ψυχολογίας μαζών”! Ας αφήσουμε τον Τζο Μπ., τον καημένο ανθρωπάκο, να γίνει ο ίδιος διαχειριστής των βίντεο που βλέπει! Όταν κάθε εμπειρία θα έχει επιτέλους σμικρυνθεί σε μια εικόνα προς πώληση, όταν ο δέκτης και χρήστης των φιλικών-προς-τον-χρήστη δεκτών θα μπορεί να διαλέξει ελεύθερα, Αμερικανικά, από μια ατελείωτη Αμερικανική ποικιλία κινούμενων εικόνων μετά βίας διαχωρίσιμες από τις αληθινές εικόνες, κι όταν θα μπορεί περεταίρω να επιλέξει ακριβώς πως επιθυμεί να αποθηκεύει, ενισχύει, επεξεργάζεται, ανασυνδυάζει, και να παρουσιάζει αυτές τις εικόνες στον εαυτό του, στην ιδιωτικότητα του ίδιου του του σπιτιού και κρανίου, τότε η ειρωνική ολοκληρωτική λαβή της TV στα Αμερικανικά πνευματικά αμελέτητα επιτέλους θα λυθεί!
Σημειώστε ότι το όραμα ημιαγωγών του Γκίλντερ, το όραμα ενός ελεύθερου, τακτοποιημένου βιντεο-ειδούς μέλλοντος είναι πολύ πιο χαρωπό από την παλιά μεταμοντέρνα θεώρηση της εικόνας και των δεδομένων. Τα σημαντικά μυθιστορήματα του Πίντσον και του ΝτεΛίλο περιστρέφονται μεταφορικά γύρω από την ιδέα της παρεμβολής: όσο περισσότερες συνδέσεις, τόσο περισσότερο χάος, τόσο δυσκολότερο να ξεδιαλέξουμε το οποιοδήποτε νόημα μέσα στις θάλασσες σημάτων. Ο Γκίλντερ θα αποκαλούσε την σκοτεινιά των συγκεκριμένων συγγραφέων ντεμοντέ, τις μεταφορές τους μολυσμένες απ’ τα ελαττώματα του τρανζίστορ: «Σε όλα τα δίκτυα καλωδίων και διακοπτών, με εξαίρεση το μικροτσίπ, η περιπλοκότητα τείνει να αυξάνεται εκθετικά καθώς το σύνολο των διασυνδέσεων μεγαλώνει, [μα] στον λαβύρινθο σιλικόνης της τεχνολογίας-μικροτσιπ … η αποτελεσματικότητα, κι όχι η περιπλοκότητα, είναι που αυξάνεται εις το τετράγωνο του πλήθους διασυνδέσεων-προς-οργάνωση.» Αντί για μια λυχνιακή TV-κουλτούρα πνιγμένη μέσα σε εικόνες-σκουπίδια, ο Γκίλντερ προβλέπει μια τηλεϋπολογιστική κουλτούρα λυτρωμένη χάρη στην τεράστια πληθώρα διαθέσιμων επιλογών κι ελέγχου πάνω στο τι επιλέγεις να… εχμ… δεις; ψευδο-βιώσεις; ονειρευτείς;
Θα ήταν μη-ρεαλιστικό να θεωρήσουμε πως η διεύρυνση επιλογών από μόνη της μπορεί να λύσει τον τηλεοπτικό δεσμό μας. Ο ερχομός της καλωδιακής ανέβασε τις επιλογές μας από τέσσερις ή πέντε σε σαράντα-κάτι συγχρονικές εναλλακτικές, με φαινομενικά ελάχιστη χαλάρωση της τηλεοπτικής λαβής στην μαζική συμπεριφορά και αισθητική. Μοιάζει μάλλον ο Γκίλντερ να βλέπει την επερχόμενη καινοτομία των ’90s ως μια αποφοίτηση των θεατών απ’ την παθητική δεκτικότητα απέναντι σε πιστά-αντίγραφα εμπειρίας στην ενεργή διαχείριση αυτών των αντιγράφων.
Αξίζει όμως να αμφισβητήσουμε την τηλεοπτική “παθητικότητα” όπως ορίζεται από τον Γκίλντερ. Η νέα τεχνολογία που προτείνει πράγματι θα έδινε τέλος «στην παθητικότητα της απλής λήψης.» Όμως η παθητικότητα του Κοινού, η συγκατάθεση που είναι έμφυτη σε μια ολόκληρη κουλτούρα που ανήκει στην παρακολούθηση και αφορά αυτήν, μοιάζει ανεπηρέαστη απ’ τους ΤΥς.
Η έλξη της TV-θέασης πάντα εμπεριείχε την φαντασία. Η σύγχρονη TV, όπως έχω ισχυριστεί, έχει γίνει αμέτρητα καλύτερη στο να σιγοντάρει την φαντασία του θεατή, την φαντασία ότι ο θεατής μπορεί να υπερβεί τους περιορισμούς του ατομικού ανθρώπινου βιώματος, ότι μπορεί να βρίσκεται μέσα στο TV-σετ, ιμαγκο-ποιημένος,[13] να είναι «οποιοσδήποτε, οπουδήποτε».[i] Εφ’ όσον το να είσαι ανθρώπινο ον εμπεριέχει ορισμένους περιορισμούς στον αριθμό διαφορετικών εμπειριών που μπορείς να έχεις σε μια δεδομένη χρονική περίοδο, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως οι μεγαλύτερες “εξελίξεις” TV-τεχνολογίας των τελευταίων χρόνων δεν έχουν κάνει κάτι άλλο παρά να υποθάλπουν αυτή την φαντασία διαφυγής από τα οριστικά όρια του να είσαι άνθρωπος. Η καλωδιακή επεκτείνει τις επιλογές μας σε απογευματινές πραγματικότητες με τα μαραφέτια χειρός μπορούμε να πηδάμε αμέσως από την μια στην άλλη με τα βίντεο-πλέιερ καταγράφουμε εμπειρίες σε μια φωτογραφική μνήμη που επιτρέπει επανα-βίωση σε οποιονδήποτε χρόνο χωρίς απώλειες ή τροποποιήσεις. Αυτές οι εξελίξεις πούλησαν γρήγορα κι ανέβασαν τις δόσεις-θέασης, όμως σίγουρα δεν έκαναν την Αμερικανική τηλεοπτική κουλτούρα λιγότερο παθητική ή κυνική.
Το μειονέκτημα της τρανής τηλεοπτικής φαντασίας είναι ότι είναι μόνο φαντασία. Ως ξεχωριστό κέρασμα,[14] η διαφυγή μου από τα όρια της αυθεντικής εμπειρίας είναι φίνα. Ως βασική μου δίαιτα, όμως, δεν μπορεί παρά να καταστίσει την πραγματικότητά μου λιγότερο ελκυστική (γιατί εντός πραγματικότητας είμαι απλώς ένας Ντέιβ, με όρια και περιορισμούς παντού γύρω μου), να καταστίσει εμένα λιγότερο ικανό να αξιοποιήσω την πραγματικότητα πλήρως (γιατί ξοδεύω όλο μου τον χρόνο προσποιούμενος ότι δεν είμαι μέσα της), και να με κάνει να εξαρτώμαι από την συσκευή που παρέχει διαφυγή απ’ αυτό που η τάση φυγής μου καθιστά δυσάρεστο.
Είναι δύσκολο να δει κανείς πώς το σωτηριολογικό όραμα του Γκίλντερ—το να έχουμε περισσότερο “έλεγχο” πάνω στην διαρρύθμιση φανταστικών κλιπ υψηλής ποιότητας—θα μετριάσει είτε την εξάρτηση που είναι μέρος της σχέσης μου με την TV είτε την ανίσχυρη ειρωνεία που πρέπει να επιστρατεύσω για να προσποιηθώ ότι δεν είμαι εξαρτημένος. Είτε παθητικός είτε ενεργητικός θεατής, εξακολουθώ να υποκρίνομαι κυνικά, διότι εξακολουθώ να είμαι εξαρτημένος, διότι η αληθινή εξάρτηση εδώ δεν βρίσκεται σε κάποιο συγκεκριμένο σόου ή σε μερικά κανάλια όπως και του ναρκομανή δεν βρίσκεται ούτε στον Τούρκο κηπουρό ούτε στο εργαστήριο στην Μασσαλία.[15] Η πραγματική μου εξάρτηση βρίσκεται στις φαντασίες και στις εικόνες που τις επιτρέπουν, και συνεπώς σε όποια τεχνολογία μπορεί να καταστίσει τις εικόνες φανταστικές. Μην γελιέστε. Είμαστε εξαρτημένοι από την τεχνολογία-εικόνων κι όσο καλύτερη η τεχνολογία, τόσο πιο άγρια εθιζόμαστε.
Το παράδοξο στην ρόδινη πρόγνωση του Γκίλντερ είναι το ίδιο όπως σε κάθε μορφή τεχνητής βελτίωσης. Όσο πιο βελτιωτική η διαμεσολάβηση—βλ. για παράδειγμα κιάλια, ενισχυτές, γραφικούς ισοσταθμιστές, ή «εικόνες υψηλής ανάλυσης μετά βίας διαχωρίσιμες από τις αληθινές εικόνες»—τόσο πιο άμεση, ζωντανή, κι αληθινή μοιάζει η εμπειρία, δηλαδή τόσο πιο άμεση, ζωντανή, κι αληθινή είναι η φαντασία κι η εξάρτηση.
Μια εκθετική εκτόξευση της μάζας των τηλεοπτικών εικόνων, και μια αντίστοιχη άνοδος στην δυνατότητά μου να τις αποκόπτω, επικολλώ, να τις μεγεθύνω, και να τις συνδυάζω ώστε να ταιριάζουν στα γούστα μου, δεν θα καταφέρει τίποτα άλλο παρά να καταστήσει τον διαδραστικό TY μου πιο ισχυρό στην βελτίωση και υποβοήθηση φαντασίας, να καταστήσει την έλξη μου σ’ αυτή την φαντασία ισχυρότερη, τις αληθινές εμπειρίες—για τις οποίες ο TY μου προσφέρει πιο εντυπωσιακά κι ελεγχόμενα σιμουλάκρα[16]—πιο χλωμές και πιο δύσκολα-αντιμετωπίσιμες, κι εμένα πάρα πολύ πιο εξαρτημένο απ’ το έπιπλό μου. Το να γεμίσουμε επιλογές κι εναλλακτικές μέχρι το ταβάνι χρησιμοποιώντας καλύτερη τεχνολογία θα θεραπεύσει απολύτως τίποτα, εφ’ όσον σε καμιά πηγή σοφίας πάνω στην συγκριτική αξία, σε κανέναν οδηγό του γιατί και πώς να επιλέξουμε ανάμεσα σε εμπειρίες, φαντασίες, απόψεις, κι αδυναμίες, δεν δίνεται σοβαρή σκέψη στην κουλτούρα των ΗΠΑ. Η σοφία κι η καθοδήγηση ανθρώπινων αξιών παλιότερα ήταν δουλειά της λογοτεχνίας, έτσι δεν είναι; Μα από την άλλη, ποιος θα πάρει στα σοβαρά τέτοια πράγματα στην εκστατική μετά-TV ζωή, με την Κιμ Μπάσιντζερ να περιμένει να την διαδράσεις;
Θεέ μου, μόλις ξαναδιάβασα την εγκάρδια κριτική μου για τον Γκίλντερ. Ότι είναι αφελής. Ότι είναι απολογητής ενός κυνικού επιχειρησιακού ατομικού συμφέροντος. Ότι το βιβλίο του έχει διαφημίσεις. Ότι κάτω από την φουτουριστική καινοτομία κρύβεται η γνωστή παλιά καλή Αμερικανιά που μας έφερε σ’ αυτό το τηλεοπτικό χάλι. Ότι ο Γκίλντερ υποτιμά τρομερά πόσο δυσεπίλυτο είναι το χάλι μας. Το πόσο ανέλπιδο είναι. Την εξουθένωσή μας. Η στάση μου, διαβάζοντας τον Γκίλντερ, είναι σαρδόνια, αμέτοχη, κουρασμένη. Η ανάγνωση του Γκίλντερ μου είναι τηλεοπτική. Βρίσκομαι μέσα στην αύρα.
Εντάξει, τουλάχιστον ο Γκίλντερ δεν είναι ειρωνικός. Υπό αυτή την άποψη είναι σαν δροσερό καλοκαιρινό αεράκι σε σύγκριση με τον Μαρκ Λέινερ, τον νεαρό συγγραφέα απ’ το Νιου Τζέρσι του οποίου το βιβλίο My Cousin, My Gastroenterologist (1990) είναι το μεγαλύτερο χιτάκι για τους χίπστερ των πανεπιστημίων απ’ το Dharma Bums κι ύστερα. Το ειρωνικό κυβερνοπάνκ[17] μυθιστόρημα του Λέινερ είναι παραδειγματικό ενός τρίτου είδους λογοτεχνικής απόκρισης στο πρόβλημά μας. Διότι φυσικά οι νεαροί Αμερικανοί συγγραφείς μπορούνε να “επιλύσουν” το ότι είναι παγιδευμένοι μέσα στην τηλεοπτική αύρα με τον ίδιο τρόπο που οι Γάλοι μετα-δομιστές “επιλύσανε” το ότι είναι μπλεγμένοι μέσα με τον ‘λόγο’. Μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα γιορτάζοντάς το. Υπερβαίνουμε τα συναισθήματα μιας νευρικότητας ορισμένης-απ’-την-μάζα με το να υποκλινόμαστε μπροστά τους. Μπορούμε να είμαστε ευλαβικά ειρωνικοί.
Το My Cousin, My Gastroenterologist είναι νέο όχι τόσο σε είδος όσο σε βαθμό. Είναι ένας μίγμα μεθεδρίνης[18] με ποπ παστίς,[19] κάζουαλ υψηλή τεχνολογία, κι εκθαμβωτική τηλεοπτική παρωδία, δομημένο με σουρεαλιστικές παραθέσεις και μονολόγους χωρίς γραμματική κι αστραπιαία μοντάζ, και πλαισιωμένο με ανελέητη ειρωνεία σχεδιασμένη ώστε να κάνει το φρικαρισμένο ύφος του να φανεί ασεβές αντί για απωθητικό. Θέλετε γελοιοποίηση της εμπορικής κουλτούρας;

Είχα μόλις απολυθεί από τα McDonald’s επειδή αρνήθηκα να φορέσω κίλτ κατά την βδομάδα παραγωγής και προώθησης του νέου σάντουιτς McHaggis. (18)

πιάνει ένα τεύχος του das plumpe denken της πιο επαίσχυντης γερμανόφωνης εφημερίδας ειδήσεων στο Νιου Ίνγκλαντ έκρηξη σε εργοστάσιο αυγόκρεμας σκοτώνει φιλοτελιστή γυρνάει σελίδα ραδιενεργό με λάμψη-στο-σκοτάδι σπέρμα βρέθηκε στον Καναδά γυρνάει σελίδα σύγχρονοι Χότεντοτ[20] κουβαλάν τα παιδιά τους σε επανασφραγιζόμενα σακουλάκια για σάντουιτς γυρνάει σελίδα ο wayne newton αποκαλεί την μήτρα της μητέρας μονόκλινο κήπο της εδέμ η morgan fairchild αποκαλεί την sali struthers loni anderson (37)

τι χρώμα είναι η μοτσαρέλλα σας; ρώτησα την σερβιτόρα είναι ροζ—είναι το ίδιο χρώμα με το καπάκι από τα Mennen lady speed stick ντισπένσερ, το ξες το χρώμα; Όχι, δεσποινίς είπα είναι το ίδιο χρώμα που βάζουν στα Gillette daisy ξυραφάκια μιας χρήσεως για γυναίκες… το ξες το χρώμα; μπα ε λοιπόν είναι το ίδιο ροζ με το pepto-bismol,[21] το ξες το χρώμα α ναι, είπα, και να ρωτήσω έχετε μακαρόνια; (144)

Θέλετε δηκτική γελοιοποίηση της τηλεόρασης;

Ο Μιούριελ πήρε τον TV Οδηγό, πήγε στην σελίδα για Τρίτη 8 μ.μ., και διάβασε δυνατά: … Υπάρχει ένα σόου που λέγεται ‘Πανικός από ΗβικέςΤρίχες και Χοροπηδηχτά Μαλακά Πέη καθώς Ιδρωμένοι Γυμνοί Στρουμπουλοί Άντρες Φεύγουν Τρέχοντας Από την Σάουνα Φωνάζοντας Φίδι! Φίδι!’ … Επίσης πρωταγωνιστεί ο Brian Keith, Buddy Ebsen, Nipsey Russel, και Lesley Ann Warren.[22] (98-99)

Σας αρέσει η κοροϊδευτική αυτό-αναφορικότητα; Ολόκληρο το τελευταίο κεφάλαιο του μυθιστορήματος είναι μια παρωδία της σελίδας ‘Σχετικά με τον Συγγραφέα’ του συγγραφέα. Ή ίσως προτιμάτε κουλ έλλειψη ταυτότητας;

Η Γιαγιά τύλιξε το περιοδικό σε ρολό και χτύπησε τον Μπαζ στο πλάι του κεφαλιού του. … Η μάσκα του Μπαζ ξεκόλλησε. Δεν υπήρχε δέρμα κάτω από την μάσκα. Υπήρχαν δυο άσπροι οφθαλμοί πάνω σε βλαστούς να προεξέχουν από μια υγρή μάζα αιματο-κόκκινου μυϊκού ιστού. (98)

Δεν μπορώ να καταλάβω αν είναι άνθρωπος ή πέμπτης-γενιάς γυναικόμορφο ανδροειδές και δεν με νοιάζει. (6)

Παροδικούς στοχασμούς στην ασύνορη ροή της τηλεοπτικής μονοκουλτούρας;

Αναδεύω μια κανάτα Tanqueray μαρτίνι με το ένα χέρι και βάζω έναν δίσκο κατεψυγμένα μύδια oreganata μέσα στον φούρνο με το πόδι μου. Θεέ μου, αυτά τα υπόθετα μεθεδρίνης που μου έδωσε ο Γιόγκι Βιθάλντας[23] είναι καλά! Καθώς σιδερώνω ένα σορτσάκι τένις υπαγορεύω ένα χαϊκού στο μαγνητόφωνο και μετά … περνάω τρια λεπτά στον σάκο-μποξ-ταχύτητας πριν φτιάξω ένα οριγκάμι αλογάκι της παναγίας και μετά διαβάζω ένα άρθρο στο περιοδικό High Fidelity όσο αναδεύω τον κρασάτο κόκορα. (49)

Την αποσύνθεση των ορίων και της ακεραιότητας του μοναδικού ανθρώπινου εαυτού;

Βρισκόταν εκεί μια γυναίκα με ζαρωμένο, ρυτιδιασμένο πρόσωπο ογδοντά- ή ενενηντάχρονης. Κι αυτή η μαραμένη παλιόγρια, αυτό το άτομο εμφανώς τρίτης ηλικίας, είχε το σώμα ενός αρσενικού Ολυμπιονίκη κολυμβητή. Τα μακριά ινώδη χέρια, τον δυνατό άνω κορμό σχήματος V, χωρίς ίχνος λίπους. … (120)

για να εγκαταστήσετε το κεφάλι-αντικατάστασης τοποθετήστε τον μηχανισμό κεφαλιού σε υποδοχή λαιμού κι εισάγετε τις βίδες-οδηγούς μέσα στις τρύπες της πλακέτας τυπωμένου κυκλώματος … αν, μετά την εγκατάσταση του νέου κεφαλιού, αδυνατείτε να διακρίνεται τις αντιφάσεις στους καπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής, είτε έχετε εγκαταστήσει το κεφάλι λανθασμένα είτε το κεφάλι είναι ελαττωματικό (142-143)

Για την ακρίβεια, στο My Cousin, My Gastroenterologist, μια από τις ενοποιητικές εμμονές είναι αυτή η τελευταία παράθεση μελών και εαυτών, ανθρώπων και μηχανών, ανθρώπινων υποκείμενων και διακριτών αντικείμενων. Η μυθοπλασία του Λέινερ είναι, υπό αυτή την έννοια, μια ευφραδής απάντηση στην πρόβλεψη του Γκίλντερ ότι τα προβλήματα της TV-κουλτούρας μας μπορούνε να λυθούν μέσω της αποσυναρμολόγησης εικόνων σε διακριτά κομματάκια που ανασυνδυάζονται όπως εμείς θέλουμε. Ο κόσμος του Λέινερ είναι μια Γκιλντεριανή δυστοπία. Η παθητικότητα κι η σχιζοειδής αποσύνθεση καλά κρατούν για τον Λέινερ στην άποψη που έχουν οι χαρακτήρες του για τις εικόνες τα κύματα και τα δεδομένα. Η δυνατότητα να τα συνδυάζουνε απλώς προσθέτει ένα στρώμα αποπροσανατολισμού: όταν κάθε εμπειρία μπορεί να αποδομηθεί και να αναδιαμορφωθεί, τότε προκύπτουν υπερβολικά πολλές επιλογές. Και στην απουσία έγκυρων, μη-διαφημιστικών οδηγών ζωής, η ελευθερία να διαλέξεις είναι τόσο “απελευθερωτική” όσο ένα κακό τριπ LSD:[24] κάθε κβάντο είναι εξίσου καλό με το επόμενο, και το μόνο ποιοτικό κριτήριο του συναθροίσματος είναι το πόσο παράξενο είναι, πόσο ασυνεπές η δυνατότητά του να ξεχωρίζει μέσα στο πλήθος λοιπών εικονοκατασκευασμάτων και να εκμαιεύει ‘ουάου’ από κάποιο Κοινό.
Το μυθιστόρημα του Λέινερ, με την αμφεταμινική προθυμία του να κάνει τον αναγνώστη να πει ‘ουάου’, σημάδεψε το μακρινό σκοτεινό σύνορο της εικονοτεχνίας—η λογοτεχνική απορρόφηση όχι μόνο των εικόνων, τεχνικών, και φαινομένων της TV, αλλά κι ολόκληρης της αποστολής της TV. Στο My Cousin, My Gastroenterologist o μόνος στόχος είναι, τελικά, να σε κάνει να πεις ‘ουάου’, να διασφαλίσει ότι ο αναγνώστης είναι ευχαριστημένος και συνεχίζει να διαβάζει. Το βιβλίο το καταφέρνει αυτό (1) κολακεύοντας τον αναγνώστη με επικλήσεις στο πολυμαθές μεταμοντέρνο weltschmerz[25] του, και (2) υπενθυμίζοντας στον αναγνώστη ανηλεώς ότι ο συγγραφέας είναι έξυπνος κι αστείος. Το βιβλίο αυτό καθ’ αυτό είναι εξαιρετικά αστείο, αλλά δεν είναι αστείο όπως μια αστεία ιστορία. Δεν είναι πως συμβαίνουν αστεία πράγματα εδώ είναι ότι τα αστεία πράγματα κάποιος τα ‘χει φανταστεί κι επισημάνει με αυτό-συνείδητο τρόπο, όπως οι κωμικοί με το απόθεμα από ατάκες τύπου «Έχετε προσέξει ποτέ πώς…;» και «Έχετε αναρωτηθεί ποτέ τι θα συνέβαινε αν…;»
Στην πραγματικότητα, το όλο στυλ υψηλής-εικονοτεχνίας του Λέινερ συνήθως θυμίζει κάποιο είδος υπερλεπτομερούς σταντ-απ[26]:

Ξαφνικά ο Μπομπ δεν μπορούσε να μιλήσει σωστά. Είχε πληγεί από κάποια μορφή αυθόρμητης αφασίας. Όμως δεν ήταν ολική αφασία. Μπορούσε να μιλήσει, αλλά μόνο σε στακάτο τηλεγραφικό στυλ. Ορίστε πως περιέγραψε την οδήγηση διασχίζοντας στις Μεσοδυτικές Πολιτείες στον Αυτοκινητόδρομο 80: “Καλαμπόκια καλαμπόκια καλαμπόκια καλαμπόκια Stuckeys.[27] Καλαμπόκια καλαμπόκια καλαμπόκια καλαμπόκια Stuckeys.” (20)

υπάρχει ένα μπαρ στην εθνική οδό που εξυπηρετεί σχεδόν αποκλειστικά πρόσωπα εξουσίας και το μόνο ποτό που σερβίρει είναι μπύρα λάιτ και το μόνο φαγητό που σερβίρει είναι πιατέλες με θαλασσινά και κρεατικά και το μαγαζί είναι γεμάτο από αστυνομικούς και δασκάλους γυμναστικής και πρασινο-μπερέδες και υπάλληλους διοδίων και θηροφύλακες και σχολικούς τροχονόμους και διαιτητές. (89-90)

H λογοτεχνική απόκριση του Λέινερ στην τηλεόραση είναι λιγότερο μυθιστόρημα και περισσότερο μια έξυπνη, πολυμαθής, εξαιρετικά-υψηλής-ποιότητας τηλεοπτική πρόζα. Η ταχύτητα κι η ζωηράδα—το ‘ουάου’—αντικαθιστούν το λογοτεχνικό ‘χμμμ’ της πραγματικής προόδου. Άνθρωποι εμφανίζονται κι εξαφανίζονται τρεμοπαίζοντας γεγονότα είναι κραυγαλέα εκεί και μετά χάνονται και δεν σχολιάζονται ποτέ. Βλέπουμε μια τολμηρά ασεβής απόρριψη των “ντεμοντέ” ιδεών όπως πχ. ενσωματωμένη πλοκή και σταθεροί χαρακτήρες. Αντιθέτως υπάρχει μια σειρά από παροδικές βινιέτες εκθαμβωτικής δημιουργικότητας, σχεδιασμένες για να απηχούν στα σαράντα-πέντε δευτερόλεπτα της σχεδόν-Ζεν συγκέντρωσης που αποκαλούμε ‘εύρος τηλεοπτικής προσοχής’. Απουσία πλοκής, αυτό που ενοποιεί τις βινιέτες είναι το κλίμα—κωμικό άγχος, υπερ-διεγερμένη στασιμότητα απ’ τις υπερβολικά πολλές επιλογές χωρίς εγχειρίδιο επιλογής, ασεβής αλαζονεία απέναντι στην τηλεοπτική πραγματικότητα—και, κατά τον τρόπο των ποπ-ταινιών, των βίντεο κλιπ, των ονείρων, και των τηλεοπτικών προγραμμάτων, επαναλαμβανόμενες “εικόνες κλειδιά”—στην συγκεκριμένη περίπτωση εξωτικά ναρκωτικά, εξωτική τεχνολογία, εξωτικό φαγητό, εξωτικές δυσλειτουργίες εντέρου. Δεν είναι τυχαίο ότι στο My Cousin, My Gastroenterologist η κεντρική έγνοια είναι η πέψη κι η απέκκριση. Η χλευαστική πρόκληση απέναντι στον αναγνώστη είναι η ίδια με την τηλεοπτική πλημμύρα πραγματικοτήτων κι επιλογών: ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΕ ΜΕ—ΑΠΟΔΕΙΞΕ ΌΤΙ ΕΙΣΑΙ ΑΡΚΕΤΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗΣ.
Το έργο του Λέινερ, η καλύτερη λογοτεχνία-εικόνων μέχρι σήμερα, καταπλήσσει και ταυτόχρονα ξεχνιέται εύκολα, είναι υπέροχη και παράξενα ρηχή. Κλείνω μιλώντας γι αυτό το έργο εκτενώς επειδή, με την αριστοτεχνική επανα-απορρόφηση των ίδιων των στοιχείων που η TV απορρόφησε από την μεταμοντέρνα λογοτεχνία, το βιβλίο αυτό μοιάζει να είναι το απόλυτο πάντρεμα της Αμερικανικής τηλεόρασης και λογοτεχνίας. Μοιάζει επίσης να σκιαγραφεί τα χαρακτηριστικά της εικονο-λογοτεχνίας της ίδια με άγρια ανακούφιση: το καλύτερο πράγμα που έχει παράξει αυτό το υποείδος μέχρι σήμερα είναι ξεκαρδιστικό, ανησυχητικό, σοφιστικέ, κι εξαιρετικά ρηχό—κι απλά εντελώς καταδικασμένο από την επιθυμία του να εξευτελίσει την TV-κουλτούρα που με την ειρωνική κοροϊδία του εαυτού της και κάθε “ντεμοντέ” αξίας απορροφά κάθε εξευτελισμό. Η απόπειρα του Λέινερ να “απαντήσει” στην τηλεόραση μέσω ειρωνικής υπόκλισης καταπίνεται υπερβολικά εύκολα από την κουρασμένη τηλεοπτική τελετή της κάλπικης λατρείας.
Απολύτως πιθανό οι θρηνητικές κραυγές μου για την αδυνατότητα της επανάστασης ενάντια στην αύρα που προωθεί και αποδυναμώνει κάθε επανάσταση να λέει περισσότερα για την διαμονή μου μέσα σ’ αυτή την αύρα, για την δική μου έλλειψη οράματος, απ’ όσα λέει για την εξάντληση δυνατοτήτων στην Αμερικανική λογοτεχνία. Οι επόμενοι πραγματικοί λογοτεχνικοί “επαναστάτες” αυτής της χώρας πολύ πιθανό να ξεπροβάλλουν ως κάποιο περίεργο τσούρμο “αντι-επαναστατών”, γεννημένοι ματάκηδες που τολμάνε να απομακρυνθούν απ’ την ειρωνική θέαση, που έχουν το παιδικό θράσος να στηρίζουν αξίες που δεν είναι υπονοούμενα. Που αντιμετωπίζουν τα παλιά μη-τρέντι ανθρώπινα προβλήματα και συναισθήματα της Αμερικανικής ζωής με ευσέβεια κι αποφασιστικότητα. Που απέχουν απ’ την αυτό-συνείδηση και την εξάντληση. Αυτοί οι αντι-επαναστάτες θα είναι παλιομοδήτες, φυσικά, πριν καν ξεκινήσουν. Υπερβολικά ειλικρινείς. Ξεκάθαρα καταπιεσμένοι. Οπισθοδρομικοί, γραφικοί, αφελείς, αναχρονιστικοί. Ίσως αυτό να ‘ναι το νόημα, ο λόγος για τον οποίον θα είναι αληθινοί επαναστάτες. Οι αληθινοί επαναστάτες, κατά την άποψή μου, ρισκάρουν πράγματα. Ρισκάρουν την αποδοκιμασία. Οι παλιοί μεταμοντέρνοι αντάρτες ρίσκαραν την κομμένη χολή και το τσίριγμα: σοκ, αηδία, κατακραυγή, λογοκρισία, κατηγορίες σοσιαλισμού, αναρχισμού, νιχιλισμού. Οι νέοι αντάρτες ίσως είναι αυτοί που διατίθενται να ρισκάρουν το χασμουρητό, τα βαριεστημένο βλέμματα στο ταβάνι, το ψυχρό χαμόγελο, τα σπρωξίματα στα πλευρά, την παρωδία του χαρισματικού είρωνα, το «Μα πόσο μπανάλ». Κατηγορίες υπερσυναισθηματισμού, μελοδράματος. Ευπιστίας. Προθυμίας να γίνουν κορόιδα σε έναν κόσμο ατόμων που παραμονεύουν και κοιτάζουν επίμονα που φοβούνται τα βλέμματα και τον εξευτελισμό περισσότερο από την φυλάκιση δίχως νόμο. Ποιος ξέρει. Η πιο σκληρά-κοινωνικοπολιτική λογοτεχνία του σήμερα πράγματι είναι σαν τέλος του τέλους της γραμμής. Υποθέτω αυτό σημαίνει πως, όλοι μας, θα μπορούμε να βγάλουμε τα δικά μας συμπεράσματα. Θα πρέπει. Πόσο υπέρμετρα ευχαριστημένοι είστε.[28]

—Για την M. M. Karr[29]

[1] ‘Λύκρα’ (Αγγλ. πρωτ: Spandex). Ελαστικό συνθετικό ύφασμα το οποίο ήταν στην μόδα στα ’80s, ιδιαιτέρως στην TV, σε προγράμματα γυμναστικής, χορού, και πάλης.
[2] Από Μέρος VII: ‘…με ηθικές αρετές τύπου Χιου Μπιούμοντ,βλέπε ‘αυτοσυγκράτιση, ακεραιότητα, και συνετή κρίση…’ //Επανάληψη σημείωσης #24, Μέρος VIΙ: ‘Hugh Beaumont’ (1909-1982). Ηθοποιός, γνωστός κυρίως για τον ρόλο του Γουόρντ Κλίβερ: o πατέρας στο εμβληματικό οικογενειακό σίτκομ Leave It to Beaver (1957-1963).
[3] ‘υπέρ-της-Ζωής’ (Αγγλ. πρωτ: pro-Life). Έτσι αποκαλούνται οι οπαδοί των κινημάτων κατά της έκτρωσης. Τα αντίστοιχα κινήματα υπέρ- αποκαλούνται ‘pro-Choice’ δηλ. ‘υπέρ-της-Επιλογής’.
[4] ‘PR’: Επανάληψη σημείωσης #28, Μέρος ΙΙΙ: (Public Relations), ετυμολογικά σημαίνει ‘δημόσιες σχέσεις’ και προφέρεται ‘Πι Αρ’. Χρησιμοποιείται συχνά υπό την έννοια του μάρκετινγκ προϊόντων κι υπηρεσιών.
[5] ‘Ινστιτούτο Χάντσον’ (Αγγλ. πρωτ: Hudson Institute): Συντηρητικών πεποιθήσεων επιστημονικό επιτελείο και κέντρο ερευνών για οικονομικό-πολιτικά θέματα.
[6] ‘Whittle Direct’: Εκδοτικός οίκος συντηρητικών πεποιθήσεων, με τίτλους όπως πχ. Τhe Disuniting of America [H Διάσπαση της Αμερικής]. Αν και παραμένει αδιευκρίνιστο, ο μεταφραστής εικάζει πως ο Γουάλας αναφέρει το όνομα του εκδοτικού ως υπονοούμενο: ‘whittling’ είναι η γλυπτική ξύλου, ενώ μεταφορικά σημαίνει: να δίνεις σχήμα σε κάτι με το να του αφαιρείς πολύ μικρά κομματάκια κάθε φορά… όπως ίσως βλέπει ο συγκεκριμένος εκδοτικός οίκος την κατάσταση των Αμερικανικών ηθών;
[7] ‘Federal Express’ ή ‘FedEx’: Tταχυδρομική και μεταφορική εταιρία-κολοσσός, μια απ’ τους μεγαλύτερους εξωτερικούς συνεργάτες της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
[8] Knoxville, Tennesi. Σύμφωνα με έρευνες, μια γενικά κακή πόλη για να ζει κανείς. Επίσης, ανήκει σε μια πολιτεία (Τενεσί) βαθιού συντηρητισμού.
[9] ‘κατάσταση’ (Αγγλ. πρωτ: state of affairs). Επανάληψη από σημέιωση #10, Μέρος VΙ: Στα Αγγλικά, πρόκειται για φιλοσοφικό όρο που περιγράφει την κατάσταση στην οποία πρέπει να βρίσκεται ο κόσμος ώστε να ισχύει μια φιλοσοφική πρόταση.
[10] ‘ΗΜ’ (Αγγλ. πρωτ: EM). Ηλεκτρο-Μαγνητικοί Παλμοί.
[11] Henry Kissinger (1923): Υπουργός εξωτερικών του Νίξον που διαπραγματεύτηκε την ανακωχή με το Βιετνάμ, και τιμήθηκε γι’ αυτό με το Νόμπελ Ειρήνης—απόφαση που θεωρήθηκε από πολλούς απαράδεκτη και οδήγησε σε παραιτήσεις διαμαρτυρίας. // Kim Basinger (1953): Ηθοποιός και σύμβολο θηλυκότητας στα ’80s και ’90s. Ίσως ο πιο γνωστός της ρόλος: το 91/2 Εβδομάδες. // Billy Graham (1918–2018): Χριστιανός ευαγγελιστής κι ένας από τους πιο γνωστούς Χριστιανούς ηγέτες διατέλεσε ρόλο πνευματικού ηγέτη για όλους τους προέδρους των ΗΠΑ από τον Χάρι Τρούμαν μέχρι τον Μπαράκ Ομπάμα.
[12] ‘Σούπερ Μπόουλ’ (Αγγλ. πρωτ: Super Bowl). Έτσι ονομάζεται ο τελευταίος αγώνας κάθε χρονιάς στο πρωτάθλημα NFL Αμερικανικού Ποδοσφαίρου (γνωστό σε εμάς ως ‘ράγκμπι’). Πρόκειται για ένα γιγάντιο παναμερικανικό υπερθέαμα.
[13] ‘ίμαγκο’ (Αγγλ. πρωτ: imago). Επανάληψη σημ. #18, Μέρος Ι: Ως εντομολογικός όρος, αναφέρεται στο τελικό στάδιο μεταμόρφωσης ενός εντόμου, συνήθως κάποια μορφή με φτερά. Ως ψυχαναλυτικός όρος, αναφέρεται στην ιδεατή εικόνα που έχουμε για ένα άτομο, συνήθως γονέα, μια εικόνα που επηρεάζει την συμπεριφορά μας.
[14] ‘ξεχωριστό κέρασμα’: Από Μέρος ΙΙΙ: «… Η μεγαλύτερη λεπτό-προς-λεπτό έλξη στην τηλεόραση είναι ότι κινεί το ενδιαφέρον χωρίς να απαιτεί. Μπορείς να ξεκουραστείς ενώ υφίστασαι διέγερση. Να δέχεσαι χωρίς να δίνεις. Υπό αυτή την έννοια, η τηλεόραση μοιάζει με άλλα πράγματα που οι μητέρες αποκαλούν «ξεχωριστά κεράσματα»—πχ. γλυκά, ή αλκοόλ—κεράσματα που ουσιαστικά είναι οκέι σε μικρές ποσότητες, αλλά μάς κάνουν κακό σε μεγάλες ποσότητες και μάς κάνουν πραγματικό κακό όταν καταναλώνονται σαν κύριο κομμάτι της διατροφής μας. Θα μπορούσαμε μόνο να μαντέψουμε την αντιστοιχία του ημερήσιου εξάωρου ‘ξεχωριστού κεράσματος’ σε λίτρα τζιν ή σε κιλά Toblerone…»
[15] ‘Τούρκος κηπουρός’ και ‘εργαστήριο στην Μασσαλία’. Αβέβαιο το σε τι αναφέρεται ο Γουάλας, πιθανότατα όμως αναφέρεται στο κύκλωμα ναρκωτικών ‘French Connection’, ίσως ο μεγαλύτερος διακινητής ηρωίνης σε ΗΠΑ και Καναδά τα ’60s-’70s. H ηρωίνη περνούσε λαθραία από Τουρκία και Γαλλία, εξού και ‘Τούρκος κηπουρός’ (αναφορά στην παπαρούνα που δίνει το όποιο της ηρωίνης) και ‘εργαστήριο στην Μασσαλία’ (όπου γίνεται η χημική κατεργασία).
[16] ‘σιμουλάκρα’ (Αγγλ. πρωτ: simulacra). Πληθυντικός του Λατινικού ‘simulacrum’ που σημαίνει ‘εικόνα’ και ‘ομοίωση’. Ως ‘simulacrum’ ορίζεται μια εικόνα ή/και αναπαράσταση από κάτι. Ο όρος χρησιμοποιείται και με αρνητικό τρόπο, ως η μη-επαρκής απομίμηση.
[17] ‘κυβερνοπάνκ’ (Αγγλ. πρωτ: cyberpunk). Υποείδος της λογοτεχνίας επιστημονικής-φαντασίας που συνδυάζει δυστοπία και εξαθλίωση με προηγμένη λογοτεχνία. Εμφανίστηκε στα ’70s με το κόμικ Judge Dredd και καθιερώθηκε στα ’80s με το μυθιστόρημα Neuromancer. Σήμερα το είδος γνωρίζει μεγάλη άνθηση.
[18] ‘μεθεδρίνη’ (Αγγλ. πρωτ: methedrine). Εμπορικό όνομα της αμφεταμίνης, μιας ουσίας που λειτουργεί ως ισχυρό διεγερτικό του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος.
[19] ‘παστίς’ (Αγγλ. πρωτ: pastiche). Επανάληψη από σημείωση #19, Μέρος VII: Χωρίς άμεση μετάφραση όρος στην θεωρία τεχνών που αναφέρεται στην απομίμηση, όμως διαφέρει με την παρωδία στο ότι δεν σατιρίζει το αρχικό υλικό αλλά του αποδίδει φόρο τιμής. Ετυμολογικά (και κατά τη γνώμη του μεταφραστή αρκετά κωμικά) προέρχεται από το ιταλικό γνωστό μας ‘παστίτσιο’ (‘pasticcio’).
[20] ‘Χόττεντοτ’ (Αγγλ. πρωτ: Hottentot). Εδώ εννοείται ως ‘κανίβαλοι’. O όρος αρχικά αναφερόταν στην στην φυλή ‘Khoikhoi’ της Νότιας Αφρικής και μετά τον 18ο αιώνα θεωρήθηκε ρατσιστικός.
[21] ‘pepto-bismol’: Αντι-όξινo υγρό για τις καούρες στο στομάχι με χαρακτηριστικό ροζ χρώμα.
[22] Ηθοποιοί, γνωστοί κυρίως για ρόλους σε οικογενειακά προγράμματα.
[23] Γιόγκι Βιθάλντας: Διάσημος συγγραφέας βιβλίων Γιόγκα και Ευεξίας στα μέσα του 20ου αιώνα.
[24] ‘κακό τριπ’ (Αγγλ. πρωτ: bad trip). Ως ‘τριπ’ περιγράφεται η εμπειρία ψευδαισθήσεων που περνάει κάποιος υπό την επήρεια ψυχεδελικών ουσιών. Το ‘τριπ’ περιγράφεται ως ‘κακό’ όταν οι ψευδαισθήσεις αντί για ευχάριστες είναι δυσάρεστες και αγχωτικές, μέχρι κι εφιαλτικές.
[25] ‘weltschmerz’ Επανάληψη σημείωσης #15, Μέρος VII: Από τον γερμανικό όρο που ετυμολογικά σημαίνει ‘κοσμική κούραση’ κι αναφέρεται στο μελαγχολικό συναίσθημα κούρασης και απογοήτευσης απέναντι στον κόσμο όλο.
[26] ‘σταντ-απ’ (Αγγλ. πρωτ: stand-up). Είδος ζωντανής κωμωδίας όπου ο κωμικός στέκεται (δηλ. ‘stands up’) μόνος στην σκηνή και απαγγέλει τα αστεία του.
[27] ‘Stuckeys’ Πρόκειται για αλυσίδα βενζινάδικων-ψιλικών στους έρημους αυτοκινητόδρομους των ΗΠΑ. (Κανονικά: Stuckey’s)
[28] Αναφορά στην τελευταία πρόταση του Μέρους VII: Απόσπασμα του μυθιστορήματος White Noise του Ντον ΝτεΛίλο, όπου ένας πρωταγωνιστής μιλάει στον άλλον για την τηλεοπτική ‘αύρα’. Το απόσπασμα έχει ως εξής:
«Δεν μπορούμε να βγούμε από την αύρα. Είμαστε μέρος της αύρας. Είμαστε εδώ, είμαστε τώρα.»
Φάνηκε υπέρμετρα ευχαριστημένος από αυτό.
[29] Εδώ κρύβεται ένα ειδύλλιο—ρομαντικό μεν, ιδιαιτέρως τοξικό από την μεριά του Γουάλας δε—που αξίζει να ερευνήσετε. Το θέμα ανήκει στην επίκαιρη συζήτηση του κινήματος #metoo και στο αν τελικά η ιδιοφυία του δημιουργού είναι αρκετή για να συγχωρεθούν οι απαράδεκτες συμπεριφορές του στα μάτια του κοινού: https://www.theatlantic.com/entertainment/archive/2018/05/the-world-still-spins-around-male-genius/559925/

(Σημ. Μτφ: Ακολουθούν σχόλια/βιβλιογραφία του συγγραφέα από το πρωτότυπο. Τα παραθέματα του δοκιμίου μεταφράστηκαν στα ελληνικά από τον μεταφραστή.)

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΚΔΟΤΗ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΚΔΟΤΗΣ, ΓΙΑ ΛΟΓΟΥΣ ΓΝΩΣΤΟΥΣ ΜΟΝΟ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ, ΘΕΛΗΣΕ ΝΑ ΤΟ ΠΑΕΙ ΩΣ ΔΟΚΙΜΙΟ.

[i] ‘Όρος που χρησιμοποιεί ο Γκίτλιν στο “We Build Excitement.”

* Μάνος Αποστολίδης

Φαρμακευτική (I.MSc.) // Δημιουργική Γραφή (MA, PhD cand.)

Γεννήθηκε το ’93 στην Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Φαρμακευτική, κι έτσι βιοπορίζεται. Παρακολούθησε σεμινάρια Δημιουργικής Γραφής και συνέχισε με ακαδημαϊκές σπουδές (Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Δημιουργική Γραφή» – Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας & PhD candidate in Creative WritingUniversity of Dundee). Έχει διακριθεί σε διαγωνισμούς διηγήματος και ποίησης κι έχει δημοσιεύσει κείμενά του σε λογοτεχνικά περιοδικά.

Ιστότοπος: https://www.facebook.com/manolis.ap