Η ποιητική συλλογή του Alan Marshall με τίτλο Τhe White Interior (εκδόσεις Σαιξπηρικόν, 2019) είναι ένας ύμνος στα μικρά και τα αθέατα της ζωής που λάμπουν μέσα στο γκρίζο που μας περιβάλλει. Οι στίχοι προσεκτικά επιλεγμένοι στα Αγγλικά, σε χαμηλούς τόνους, ηχούν σαν ψίθυροι μέσα στον θόρυβο των καιρών. Όπως επισημαίνει ο ποιητής από το πρώτο ποίημα, δεν τον ενδιαφέρει να επιβάλει τη φωνή του πάνω από τον θόρυβο, ούτε να χρησιμοποιήσει τα τέλεια επιχειρήματα. Επιλέγει την ανάλαφρη κίνηση απέναντι στη σταθερότητα, τον ορθολογισμό, την ακαμψία: ‘which is why I laugh and shake my head/when you stand still’. Μνήμες παιδικές, αισθήσεις που χορεύουν, πηγαινοέρχονται, εικόνες ανεξάντλητες, αέρινες, υπογραμμίζουν μιαν αίσθηση ελαφρότητας.
Ο Alan Marshall μέσα από εικόνες που διεγείρουν τις αισθήσεις μιλάει για την ανθρώπινη κατάσταση, χρησιμοποιώντας πολλές φορές αναφορές σε μουσικά κομμάτια και πίνακες ζωγραφικής. Η ποιητική συλλογή στο σύνολό της μέσα από το χάδι των αισθήσεων και τη ρυθμικότητα των λέξεων, θέτει φιλοσοφικά ερωτήματα για τον χρόνο, την ασημαντότητα της ύπαρξης, την ανάγκη να ζήσουμε τη στιγμή. Πού και πού μας χτυπάει το καμπανάκι κάνοντάς μας να νιώσουμε πως χάνουμε την ουσία, εστιάζοντας σε πλάνα και μεγάλα σχέδια του μέλλοντος. Γοητευτικές στιγμές, περνούν από μπροστά μας σαν πεταλούδες που χάνονται επειδή δεν εστιάσαμε σ’ αυτές.
Ακολουθώντας το βλέμμα του ποιητικού υποκειμένου, παρατηρούμε την παραμικρή κίνηση στη φύση και σηκώνουμε το βλέμμα ψηλά, να κοιτάξουμε τις κορυφές των δέντρων, να αναζητήσουμε το ελαφρύ αεράκι. Ή ακόμα να μεταφερθούμε στην Άνδρο και να παρατηρήσουμε έναν πίνακα αφιερωμένο στον θεό Διόνυσο. Ωστόσο, μέσα στην παραίσθηση των «ευτυχισμένων» στιγμών αγαλλίασης, όταν η άνοιξη ξεφωνίζει σαν νεογέννητο παιδί, ξυπνάμε απότομα μέσα στο σκοτάδι. Και είναι αναγκαίο να το εξερευνήσουμε. Η άνοιξη ανατρέπεται και είναι σαν φάντασμα που έχουμε ξαναδεί. Κι έρχονται μνήμες θανάτου που διαταράσσουν την ψευδαίσθηση της ευδαιμονίας. Το σύμπαν σε αέναη κίνηση. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στην πραγματική ζωή με τη δυστυχία να διαδέχεται την ευτυχία κι αντίστροφα, ο Alan Marshall υπογραμμίζει μέσα από τους στίχους του, ότι τα δίπολα ζωή-θάνατος, έρωτας-απουσία, άσπρο-μαύρο, βρίσκονται σε εναλλαγή και όταν το συνειδητοποιούμε, είμαστε μόνοι και πονάμε: ‘In each stuttering bud/I want to say/spring cries out/like a new-born child-/then I have to slap myself./It’s dark when I go indoors./Spring is a ghost I’ve seen again./I am alone in believing it/this early’.
Στην ποιητική συλλογή υπάρχει διακειμενικός διάλογος με τη ζωγραφική. Αν τα ποιήματα ήταν πίνακες, θα έμοιαζαν με τα έργα του Κλέε. Με έναν ονειρικό κόσμο να ξετυλίγεται μπροστά μας και να ανατρέχει στην παιδική ηλικία και στις αναμνήσεις της. Με τις δυνάμεις του υποσυνείδητου να οργανώνονται με έναν γοητευτικό τρόπο, σε μοτίβα, σχήματα και χρώματα σε κίνηση, σε αρμονία με τη φύση και τις λεπτομέρειες της ζωής μας.
Αν θεωρήσουμε ότι το τελευταίο ποίημα με τον τίτλο ‘The White Interior’ –«Το Εσωτερικό Λευκό», είναι μια προσπάθεια οριοθέτησης του έργου συνολικά, o ποιητής επιλέγει να το κάνει με έναν πολύ πρωτότυπο τρόπο. Ξεκινώντας απ’ την ανάλυση του πίνακα του Bonnard ‘The Dining Room in the Country’, βήμα-βήμα, «ζωγραφίζει» ένα πλαίσιο. Δηλώνει ότι θέλει να παραμερίσει τα ψυχοβιογραφικά στοιχεία: ‘What I don’t want to do is to get into any psychobiographical stuff’, τονίζοντας ως κύρια συστατικά της στάσης του τη διακριτικότητα και την αφάνεια.
Παραθέτω το ποίημα του οπισθόφυλλου, που παρομοιάζει το βιβλίο με ένα πλοίο της γραμμής, σκιαγραφώντας τη συνολική ατμόσφαιρα της συλλογής:
this bound book
with the title also written
underneath in Greek
as if it were written
on the water
reflected there
as if it were a boat
on a glassy lake
or a quiet sea
ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΛΕΥΚΟ
the white interior
like the light outside
of a liner of a kind
sailing port to starboard
improbable as it sounds
as it crosses over
bound for where