Scroll Top

Χρύσα Φάντη, Σε θολά νερά – Παρουσίαση από την Κατερίνα Ι. Παπαδημητρίου

Η ζωή αλλού…

[…] Μια πόρτα ανοίγει, και στο βάθος ένας ορίζοντας κόκκινος. Ο ένας μετά τον άλλον οι επισκέπτες έρχονται, πέφτουν και μου φιλούν τα πόδια, ζητώντας μου συγχώρεση. Αλλά δεν μετανιώνουν για τα ανομήματά τους. Έχουν στην πλάτη φτερά, μα τα φτερά τους είναι βρεγμένα και γεμάτα πληγές, και τα μάτια τους χωρίς απόκριση, γυρισμένα στον ουρανό. Οι κόρες τους από σίδερο. Και τα βλέφαρα ανοιχτά και αλύγιστα. Ισχυρίζονται ότι μου λένε αλήθειες. Αυτές όμως είναι μόνο το πάθος και ο πόθος τους να τις πιστέψουν.

Η Χρύσα Φάντη μας προικίζει με μια δεύτερη συλλογή διηγημάτων-προηγήθηκε το μυθιστόρημα της με τίτλο: «Η ιστορία της Σ.», το 2016- μας ξεναγεί σε ένα βαθύ εσωτερικό ταξίδι, με σαφείς ρεαλιστικές βάσεις. Πρόκειται για δεκατρία διηγήματα, τα οποία με έναν τρόπο αναπτύσσονται σπονδυλωτά για να συνθέσουν την κοινή θεματική τους που δεν είναι άλλη από την διαφυγή των χαρακτήρων από την σκληρή πραγματικότητα. Έτσι, εστιάζοντας πολλαπλά, παραθέτει αλληλουχίες γεγονότων και λεπτομερειών τους, καθώς η σύγκλιση των σκέψεων διαφεύγει σε κόσμους ονειρικούς. Η γραφή της, αν και αυτόματη, εν τούτοις αυστηρά μελετημένη, και με τη χρήση σχοινοτενών παραγράφων, κατά τον Φόκνερ, αγνοώντας συχνά τις τελείες, χειρίζεται τα σημεία στίξης με συμπαγή διάθεση και λόγο ασθματικό με ρυθμό και μεστότητα. Ταυτόχρονα, η εισαγωγή λειτουργικών διαλόγων και η αυτόματη γραφή, αυστηρά οργανωμένη, συνιστά την προσπάθεια της Φάντη να πειραματιστεί με αναμείξεις τρόπων, οι οποίοι άλλοτε ακουμπούν τον λόγο και τη σκηνοθετική ματιά του Μπέκετ, άλλοτε το θέατρο του παραλόγου, φλερτάροντας με τεχνικές του Ιονέσκο, υφιστάμενη σ’ ένα περιβάλλον καφκικό, όπου ο ρεαλισμός διαπλέκεται μ’ έναν υπερρεαλιστικά επινοημένο κόσμο, ο οποίος ακουμπά τις ρίζες του μαγικού ρεαλισμού, καθώς συνομιλεί ονειρικά με το επέκεινα.
Το αφηγηματικό σύμπαν της συγγραφέως φλερτάρει ερωτικά με τον εσωτερικό μονόλογο, εντός του οποίου η ροή εκτυλίσσεται υπαινικτικά, με, συχνά, ασαφή και αόριστα τα όρια του χρόνου και του τόπου, ενώ η εναλλαγή των αφηγηματικών φωνών – όπως στο διήγημα «Σε θολά νερά»- μεταθέτει σκηνοθετικά την οπτική γωνία, σε μια προσπάθεια να διαχειριστεί αφηγηματολογικά το κείμενο, αποδεικνύοντας σκηνοθετικά την τρισδιάστατη οπτική των γεγονότων.
Πρόκειται για κείμενα με πολλές αρετές, όπως η χρήση του β΄ προσώπου, η οποία προσδίδει συχνά μια απεύθυνση, καθιστώντας τον αναγνώστη συμμέτοχο, σε ό,τι διαμείβεται, αφού αποκλείει την παντοδυναμία του πρωτοπρόσωπου-παντογνώστη αφηγητή, διασφαλίζοντας την αλήθεια των πραγμάτων σε ένα κόσμο αλληθοφανή και συγγραφικά κατασκευασμένο, μα τόσο κοντά στην πραγματικότητα.
Τα θέματά της ρεαλιστικά, διαγράφουν την εσωτερική αγωνία των ηρώων της και κατ’ επέκτασην του σύγχρονου ανθρώπου, να διαφύγει από τα όρια του χρόνου και της φθοράς. Οι χαρακτήρες ελάχιστες φορές έχουν όνομα, επινοούν το δικό τους σύμπαν, διαφεύγοντας σε τόπους ονειρικούς, όπου το ιδανικό αποδεικνύεται μάταια επινοημένο, αφού ο ρεαλισμός είναι πανταχού παρών και δεν επιτρέπει παρανοήσεις.
Αφηγηματολογικά, κοινωνιολογικά και ψυχαναλυτικά στοιχεία κοσμούν τα κείμενα της Φάντη, περιγράφοντας τη σκληρότητα του αστικού τοπίου οικουμενικά. Η Μίκρα είναι πολίτης ενός τόπου, όπου η αναγκαστική μετανάστευση ταυτίζεται με την εκμετάλλευση, το trafficking, την αναγκαστική ορφάνια, την επίπλαστη ελευθερία του θηλυκού άλλου, τα ερεβώδη κοινωνικά στερεότυπα για τη θέση του θηλυκού άλλου ως αντικείμενο ηδονής και την διακειμενική ανάγκη του αρσενικού να κυριαρχήσει, υπηρετώντας την σκληρή ανάγκη για επιβίωση, όπως αυτή ορίζεται από τις οικονομικές ανάγκες της κάθε εποχής.
Οι τόποι, όταν ορίζονται, συνομιλούν με την «άλλη μεριά», αποδίδοντας νοήματα που παράγονται μεταξύ δύο απουσιών, και εκεί έγκειται η αξιοπρόσεκτη κατάθεση της συγγραφέως. Η αφήγησή της χειρίζεται θεωρητικά τον χρόνο και τα αφηγηματικά πρόσωπα, και το αποτέλεσμα οικοδομεί ένα αφηγηματικό σύμπαν, από το οποίο δεν λείπει ούτε η ποιητική διάθεση, ούτε το πικρό χιούμορ, στοιχεία τα οποία παραπέμπουν στη μικτή τεχνική της, όπως ήδη αναφέρθηκε.
Ο πυρήνας των κειμένων της Φάντη παραμένει συμπαγής, καθώς ξεδιπλώνει το υπαρξιακό άλγος των χαρακτήρων της, όπου όλα θολά, με επιμελημένη ασάφεια, δηλώνουν την πρόθεση της συγγραφέως να καταδείξει τον ψυχικό κάματο των χαρακτήρων της να ισορροπήσουν. Ο χρόνος καταλύεται, καθώς ακόμα και όταν ορίζεται ο τόπος, παραμένει απροσδιόριστος χρονικά. Παρελθόν και παρόν εναλλάσσονται, με νέα σχήματα κάθε φορά, και επιβεβαιώνουν τη ρευστότητα του νοητικού χρόνου και το βραχύ του βίου γενικότερα. Η θλίψη, η υπαρξιακή αγωνία, ο θάνατος, η κοινωνική ασφυξία, η φθορά, η αστική φρενίτιδα, αντιμετωπίζονται με έναν λόγο συμπαγή και υπαινικτικό, αντιγράφοντας δύο κόσμους. Ό,τι βιώθηκε και το ιδανικό. Η πραγματικότητα και η φαντασία. Ό,τι βιώνεται διεκδικεί τον χώρο του και δεν είναι άλλος από το Είναι, το εσώτερο εγώ, το ίδιο το υποκείμενο. Το τώρα τίθεται και αποκαλύπτεται από τη Χρύσα Φάντη στην «πραγματική του διάσταση»*, αφού για τη Φαινομενολογία «ο χρόνος της κοινότυπης έννοιας είναι ο χώρος».**
Έτσι, αναπόδραστα, μετανεωτερικά, δρα η αφηγηματικό πρόθεση της Χρύσας Φάντη καταγράφοντας ένα δραματικό – ενίοτε και δυστοπικό – παρόν, «[…]«Το πρωί της 12ης Ιανουαρίου του 2027 ο Θάνος Πάνου πάρκαρε το αμάξι του στον έναν και μοναδικό χώρο στάθμευσης του δήμου Άνω Μουδανιών…[…] Τα αμάξια πήγαιναν σημειωτόν, τα λίγα εναπομείνανατα μαγαζιά είχαν μόλις ανοίξει, ενώ σε κάποιους παράδρομους οι γνωστοί παράνομοι έριχναν φυλλάδια σχετικά με την Α.Σ.Α (Ανεξέλεγκτη Σωματική Ανάπτυξη).», σε καταβύθιση. Οι θολές αντανακλάσεις του Είναι αντιγράφουν σώματα ρημαγμένα, σε μια κοινωνία που έχει χάσει τη συνοχή της και δεν επιζητεί το νόημα και αναγνώστης το εισπράττει, καθώς τα κείμενα της Χρύσας Φάντη δεν επιζητούν τη λύση του δράματος. Πρόκειται για μια καταβύθιση η οποία λειτουργεί ταυτόχρονα σαν δραματική διέξοδος αλλά και επιβεβλημένη προοπτική, χωρίς την απαραίτητη παραγωγή του νοήματος.

*Μπερξόν 1998: 135. Αντίθετα με την καθαρή διάρκεια, ο χρόνος είναι «το φάντασμα του χώρου που κατατρύχει τη λελογισμένη συνείδηση» (σελ. 136).
**Μαγγίνη Γ. (2010). Bergson and phenomenology. Ariadne, 15, 125–154. Retrieved from https://ejournals.lib.uoc.gr/index.php/Ariadne/article/view/919 

Χρύσα Φάντη, Σε θολά νερά, εκδ. Σμίλη, Αθήνα 2021