Βιώνουμε πλεκτάνες αντιφάσεων. Τεχνολογία κορυφής διασωληνωμένη. Σε μια εικονική πραγματικότητα ευδοκιμούν διθύραμβοι σε κίτρινες οθόνες, την ώρα που η παγκοσμιοποίηση διευρύνει ανισότητες, ισοπεδώνοντας αλήθειες και ιδέες. Λερναία Ύδρα απειλεί την Ιστορία, ο έρωτας πεθαίνει στις πλατφόρμες, μόνη αξία η μοναξιά για όσους απεχθάνονται τις μηχανές που αλέθουν συνειδήσεις. Το μέλλον υποκλίνεται στους λίγους, προπληρωμένοι μάστορες χτίζουν το κάστρο της Ασχήμιας πέτρα-πέτρα. Μάσκες στη διασταύρωση Γραμμάτων και Τεχνών, Λογοτεχνία στον τροχό της εσωστρέφειας, κάποιοι χαράζουν χαραμάδες προσδοκίας. Όλο και πιο επίκαιρα τα ΤΕΙΧΗ του Καβάφη.
ΤΕΙΧΗ
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ,
μεγάλα κι υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.
Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ,
άλλο δεν σκέπτομαι – τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη.
Διότι πολλά πράγματα έξω να κάμω είχον.
Α.., όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω;..
Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.
Κωνσταντίνος Καβάφης
…Προφητικός Καβάφης ή ριμέικ
ανυποθήκευτης ταινίας εποχής;
Ο κύκλος των χαμένων ποιητών
στων νοητών τειχών την όποια τύχη.
Κοινωνική πραγματικότητα χτισμένη
από οθόνες, κινητά και υπολογιστές
μοντέρνοι γυάλινοι κορμοί
υψώνονται αδυσώπητοι
δαγκώνοντας τα δάχτυλα του ήλιου.
Κι εμείς
μπροστά στις αντιφάσεις των καιρών
ανεπαισθήτως καταθέτουμε σκυφτοί
την εντολή στον φόβο.
Βλέπεις
μοντάροντας ατάκες, δεν ακούσαμε
τις οιμωγές του πλήθους
μήτε τον θόρυβο των φορτηγών
που σώρρευαν στα κάτεργα
σκυρόδεμα κι ατσάλι.
Α.., πώς ξοδέψαμε τις λέξεις, δεν προσέξαμε –
αντί ο στίχος να γκρεμίζει οχυρά
σκοποβολή κατά ριπάς
σε κατ’ εικόνα στόχους.
Τι κρίμα να ρωτάμε τους καθρέφτες!Σταθείτε.
Το έργο δεν τελείωσε ακόμα.
Τώρα που ο κόσμος περπατάει μ’ ένα πόδι
κι οι φλέβες σιωπούν απελπισμένες
κοιτάζοντας κατάματα τον Αλεξανδρινό
μήπως αλλάξουμε επιτέλους το φινάλε;..
ανυποθήκευτης ταινίας εποχής;
Ο κύκλος των χαμένων ποιητών
στων νοητών τειχών την όποια τύχη.
Κοινωνική πραγματικότητα χτισμένη
από οθόνες, κινητά και υπολογιστές
μοντέρνοι γυάλινοι κορμοί
υψώνονται αδυσώπητοι
δαγκώνοντας τα δάχτυλα του ήλιου.
Κι εμείς
μπροστά στις αντιφάσεις των καιρών
ανεπαισθήτως καταθέτουμε σκυφτοί
την εντολή στον φόβο.
Βλέπεις
μοντάροντας ατάκες, δεν ακούσαμε
τις οιμωγές του πλήθους
μήτε τον θόρυβο των φορτηγών
που σώρρευαν στα κάτεργα
σκυρόδεμα κι ατσάλι.
Α.., πώς ξοδέψαμε τις λέξεις, δεν προσέξαμε –
αντί ο στίχος να γκρεμίζει οχυρά
σκοποβολή κατά ριπάς
σε κατ’ εικόνα στόχους.
Τι κρίμα να ρωτάμε τους καθρέφτες!Σταθείτε.
Το έργο δεν τελείωσε ακόμα.
Τώρα που ο κόσμος περπατάει μ’ ένα πόδι
κι οι φλέβες σιωπούν απελπισμένες
κοιτάζοντας κατάματα τον Αλεξανδρινό
μήπως αλλάξουμε επιτέλους το φινάλε;..