Scroll Top

Γεωργία Βεληβασάκη – Ο ποιητής οφείλει να εξασκεί το βλέμμα του

«Αν η ποίηση κομίζει φως, μουσική ή σιωπή, αν βρίσκεται στη ρίζα των πραγμάτων, δοκιμάζει την αρμονία ή κοιτάζει το χάος πέρα από τις λέξεις, αν ερμηνεύει, εκφράζει ή ακροβατεί, είναι πάντα φανερή η αγωνία της να βυθομετρεί την αλήθεια του ζωντανού παρόντος»[1]. Ο ποιητής δεν μπορεί να σωπαίνει. Δεν δικαιούται. Δεν μπορεί να «έχει στα μάτια του το εγώ του και να παίρνει σοβαρά τα δάκρυά του», λέει ο Νίκος Καρούζος. Αλλιώς δεν είναι ποιητής αλλά «ποιηματογράφος». Ένας λεξιλάγνος λογοπλόκος, ένας συναισθηματολόγος, αυτόκλητος θερμαστής του εγωτισμού του δια της ποιητικής μεθόδου – ή άπειρος ακόμη. Ο ποιητής οφείλει να εξασκεί το βλέμμα του. Και με το σώμα του, με το κεφάλι και το αφτί, με την καρδιά και την ανάσα, να τρυπώνει πίσω από τα σημαίνοντα, να αποκαλύπτει το νόημα και τη σημασία τους, να αναζητά –πέρα από εκείνο που φαίνεται διχαστικό– τον άλλον˙ να πλάθει «τόπους» συνάντησης, σαν το Dasein[2] του Heidegger. Μόνο έτσι αξίζει να συνεχίσει να γράφει: με λέξεις μέσα από (και για) την εποχή του, την πραγματικότητα γύρω του και έξω, τα φοβερά ελαττώματα, τις αγωνίες, τις αντιφάσεις, την αγανάκτηση, τη ματαίωση, την ελπίδα. Σαν ακροβάτης στη μεθόριο του διαχρονικού και διατοπικού (και στο κατώφλι του διανθρωπικού οράματος και των cyborgs) ο ποιητής σήμερα οφείλει να δείχνει τον άνθρωπο ανάμεσα στις οθόνες.

[ΤΟ ΡΑΜΦΟΣ ή ΚΑΠΟΤΕ ΚΑΤΙ ΤΡΕΛΟ ΘΑ ΜΑΣ ΞΕΚΛΕΙΔΩΣΕΙ]

Ίπταμαι πάνω από μια πόλη-πουλί. Η metaστροφή σπάει τo φράγμα της φαντασίας.
Αναθεωρώ: Ίπταμαι πάνω από ένα [ορθάνοιχτο] ράμφος που καραδοκεί.

Η πραγματικότητα αυτή μπορεί να μην υπάρχει. Η επιβεβαίωση ακυρώνει τη λογική
[την τυπική, για τις άλλες ας μιλήσει η πόλη]. A-priori συνθετική η πιθανότητα.
Άλλωστε είναι θεά και βλέπει. A-priori αναλυτική. Αν είναι.

Μέσα σ’ ένα fiberoptic οχτώ εκατομμυριοστών συντάσσονται πλήθος τα κόκκινα φτερά
[χωρίς αιδώ]. Αλλά μια φωταγωγημένη επιφάνεια δεν αρκεί για να μάθουμε από πόση
παρουσία υποφέρουν. Το φως παράγει σκιές, μια ολόκληρη τάξη ραμφισμάτων. Και ο
χρόνος τρέχει. [Κλείσε τα μάτια]. Τις νύχτες ονειρεύομαι πως κάτι έχω ξεχάσει.
Κάτι τρελό που μας σκοτώνει˙ ή μας ενώνει.[Άνοιξε τα μάτια]. Και after-meta;

Όχι, φίλοι μου, δεν θα κρατήσω τους τύπους απόψε. Θα αυτοσχεδιάσω. Εξάλλου έχω
συνηθίσει με τόσες επαναλήψεις τη ζωή. Τα όνειρα προσφέρουν όνειρα [χωρίς εδώ]. Με
παρατηρείτε σαν ένα φάσμα φα[ντα]σμάτων ανεπιτήρητο. Με εξετάζετε εξονυχιστικά
σαν εσώθερμο σπονδυλωτό πεζοποίημα. Μια προβολή χωρίς επαφή [οπωσδήποτε].
Ελάτε να επικοινωνήσουμε. Θα σας δώσω τα στοιχεία της ευφορίας μου. Εσείς, για
αντίδωρο, θα με ξεχάσετε. Τότε εγώ θα κρεμιέμαι τα βράδια από τα νηματοφόρα
καλώδια και θα απαγγέλλω φωναχτά για ένα σας νεύμα. Ω, μην φοβηθείτε. Θα διαλέγω
λέξεις άοπλες. Να μην αίρουν τις βεβαιότητές μας. Ούτε τον καταδότη στο σαλόνι του
σπιτιού μας. Να μη δείχνουν τις μανάδες-γλυπτά που επιμένουν να θυμούνται. Ούτε την
επιβράδυνση ή την επιτάχυνση της νεκροφόρας από έναν ασύμμετρο πυροδοτικό
μηχανισμό καταμεσής του δρόμου. Να μη μιλούν για ΤΟΝ ακροβάτισσα στην οδό
Γλάδστωνος. Ούτε για το κορίτσι που μεγάλωσε [απότομα] στα διαφθορεία. Ούτε για τη
γυναίκα-νησί στο κουτί των θ[α]υμάτων. Ή για το κατασχετήριο με σφυριά και πριόνια
[για λίγα ευρώ] και ύστερα το άλμα εις ύψος στις γραμμές του τρένου μαζί με το παιδί
της. Ούτε για τη γυναίκα-αδανσονία που γινόταν μπονσάι στα χέρια του πατέρα της
μέχρι που- [συρρικνώθηκε, μια κουκκίδα χλωροφύλλης σε δοχείο νυκτός]. Ούτε για τη
Μαχσά Αμινί μια νύχτα στην Τεχεράνη.Ή για την εικόνα-πολυβόλο που σημαδεύει κάθε
τόσο ένα παιδί. Ή για την αμεριμνησία πριν μεταμορφωθεί σε κάκτο. Ή για σένα ποιητή
που ήξερες και δεν μίλαγες τόσο καιρό.

Τίποτα δεν μπορεί να είναι ίδιο από τη στιγμή που το κοιτάξεις. Η θάλασσα μέσα μου
«φουσκώνει και με κυνηγά». [Θα πει: ελευθερώνομαι]. Το νόημα σπάει τη σημασία
του. Αλλά η λογική φοβάται την αλήθεια. Και μένει μετέωρη [εκεί]˙ σαν ορθάνοιχτο
ράμφος που καραδοκεί.    Ή θα την ξεστομίσεις ή-

[1] Γεωργία Βεληβασάκη (2022), PERFORMANCE POETRY – ΕΠΙΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ. ACTION ΛΟΓΟΥ ΩΣ ΑΞΙΟΝ ΛΟΓΟΥ, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Γράφημα

[2] Εδωνά-Είναι. 

Κάποτε
κάτι τρελό θα μας ξεκλειδώσει
χωρίς αιδώ˙
κλείσε τα μάτια
άνοιξε τα μάτια
-ντα- [τυχαίο] -ντα.
Το νόημα σπάει τη σημασία του
καθώς συρρικνώνεται.
Θα πει:
Ελευθερώνεται.
Ελευθερώνεται!
Ποιος;
Πού;