Γράφει η Μαρία Μαραγκουδάκη
Η Αλεξάνδρα Μπακονίκα στην τελευταία της ποιητική συλλογή Η Τελετουργία του Χορού (εκδ. ΚΟΥΚΙΔΑ, 2023) στο ομότιτλο ποίημα γράφει:
Στο κέντρο ενός κύκλου από εκλεκτούς φίλους,
ένα βαρύ ζεϊμπέκικο θέλω να χορέψω,
με πολλές εναλλαγές στις κινήσεις,
διόλου μονότονο,
να χαθώ στον ήχο, τον ρυθμό του.
Θεωρώ πως με αυτήν την τόσο ανάγλυφη εικόνα η ποιήτρια λέει τα πάντα με τη μία.
Ο χορός είναι ποίηση γραμμένη με κινήσεις. Το ζεϊμπέκικο είναι χορός με εσωτερική ένταση και αυστηρότητα στο μέτρο, είναι χορός μοναχικός με οδύνη, όπου ο χορευτής, ποιητής της κίνησης, πυρπολείται, δεν επιζητεί οίκτο από τους άλλους επικοινωνεί με τον πλέον βαθύ εαυτό του και χάνεται στον ήχο και τον ρυθμό της μουσικής ή των λέξεων.
Ο Μάνος Χατζιδάκις το 1949 στην ομιλία του ορόσημο για το ρεμπέτικο αναφέρει μεταξύ άλλων: «Ο καλός χορευτής στο ζεϊμπέκικο, θα είναι εκείνος που θα διαθέτει τη μεγαλύτερη φαντασία και την κατάλληλη πλαστικότητα, ώστε να μην αφήσει ούτε μία νότα του μπουζουκιού, που να μην τη δώσει με μια αντίστοιχη κίνηση του σώματός του».
Η Αλεξάνδρα Μπακονίκα διαθέτει και φαντασία και την κατάλληλη πλαστικότητα, ώστε η κάθε νότα του ψυχισμού, οι πιο λεπτές αποχρώσεις του, να αποτυπώνονται με λέξεις, ώστε αυτές με τη σειρά τους να οπτικοποιούνται σε κινήσεις του σώματος χορεύοντας ζεϊμπέκικο. Άλλωστε δεν είναι τυχαίος ο τίτλος της τελευταίας της ποιητικής συλλογής Η Τελετουργία του Χορού (εκδ. ΚΟΥΚΙΔΑ, 2023).
Η ποίηση της Μπακονίκα είναι λιτή, κοφτή, στιβαρή, με έντονη σωματικότητα, αισθησιασμό, με υπόκωφη ένταση, αμεσότητα, ειλικρίνεια. Τα ποιήματα είναι πεζόμορφα, ολιγόστιχα με σφικτή δομή και αφηγηματική πληρότητα. Τα επίθετα είναι λιγοστά και μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαία. Κυριαρχούν τα ουσιαστικά και δευτερευόντως τα ρήματα. Με προσωπική τολμηρή γλώσσα αναπλάθει με οξυδέρκεια την πραγματικότητα και την σκιαγραφεί με νουάρ εικόνες χωρίς νεφελώματα, χωρίς λυρισμό, χωρίς να πλατειάζει ούτε στιγμή, ενώ ένας απόηχος Χριστιανόπουλου και Καβάφη απλώνεται σαν μουσικό χαλί. Μια ποίηση κατάσαρκη, δωρική, με το υλικό βάρος μα και τη γαλήνη των αισθήσεων (κυρίως της αφής, την κορωνίδα των αισθήσεων). Κι εγώ μια ζωή διάτρητη από ήττες/και δοκιμασίες,/καταφεύγω στη γαλήνη των αισθήσεων ( Η Τελετουργία του Χορού σελ. 18)
Η Μπακονίκα κρατάει απόσταση και αποσυνδέεται από το συναίσθημα, σκηνοθετεί με ακρίβεια ένα χώρο-κατάσταση εντός του οποίου εκτυλίσσεται ένα στιγμιότυπο άκρως ρεαλιστικό με εμμονή στη λεπτομέρεια, που όμως είναι σημαντική, για να πει τελικά αυτό που αιωρείται και δεν λέγεται, Τη στιγμή που γυμνός, λίγο πριν φύγει,/πέταξε το προφυλακτικό/ στο καλαθάκι του πατώματος/για τα σχισμένα χαρτιά κι άλλα άχρηστα,/ήταν σαν μπροστά στα μάτια της/να πετούσε τη σχέση τους,/να την τελείωνε/ Η ψύχρα της απόρριψης, με ασυναγώνιστο κυνισμό, μπροστά στα μάτια της (σελ. 55)
Θα μπορούσε κάποιος να πει πως θεματικός πυρήνας της ποίησης της Α.Μ. είναι ο έρωτας, ακριβέστερα ο ρεαλισμός του έρωτα σε όλες τις εκφάνσεις του (άλλωστε χαρακτηρίζεται κατ’ εξοχήν ερωτική ποιήτρια όχι μόνο της Θεσσαλονίκης αλλά Πανελλαδικά), θα έλεγα πως ο έρωτας είναι μεν το κυρίαρχο θέμα που εντάσσεται σ’ έναν ευρύτερο πυρήνα, αυτόν των σχέσεων, είτε είναι ερωτικές, είτε κοινωνικές, είτε σχέσεις ομοτέχνων. Γράφει: Βρέθηκα με καλλιτέχνες και έτυχε να σχολιάζουν/τον παράξενο χαρακτήρα γνωστού συγγραφέα,/τη φανερή με πράξεις μνησικακία, τον εγωκεντρισμό του […] Τα κονταροκτυπήματα πέφτουν αλύπητα,/σκέφτηκα μέσα μου (σελ. 28 Ηδονή και εξουσία, εκδ. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ). Μέσα από γεγονότα/για κάποιους από τον κοινωνικό σου περίγυρο/διαπιστώνεις:/άδικοι, αναίσχυντα βίαιοι άνθρωποι./Περιφρουρούν την ιδιοτέλεια τους/ξεκάθαρα πράγματα./Αν είσαι εμπόδιο,/και επειδή τους δίνει αίσθηση υπεροχής/θα σε συντρίψουν (σελ. 42, Ηδονή και εξουσία). Σε κόχες ενδημούν μιαρά ερπετά./Για επίθεση υφέρπουν. (σελ. 32, Ντελικάτη γυναίκα, εκδ. ΠΟΛΙΣ)
Η ποιητική συλλογή Ντελικάτη γυναίκα εκδ. ΠΟΛΙΣ έχει αφιέρωση: Στη μνήμη της κόρης μου Ιουλίας. Ο θάνατος, στο δεύτερο μέρος της συλλογής Ντελικάτη γυναίκα με τίτλο Το παράπονο, κάνει την εμφάνισή του ως λαφυραγωγός, αδιαμεσολάβητα, με την πλέον άσπλαχνη ωμότητα. Η ποιήτρια, χωρίς ούτε στιγμή να γίνεται μελό, αντιμετωπίζει την πραγματικότητα όχι πλάγια, με σαφήνεια στην έκφραση, με διαυγή και ελεγχόμενο σπαραγμό, και παρατηρεί με διεισδυτική ματιά. Τα λαμπρά σου νιάτα διεκδικεί ο θάνατος, γράφει. Το ρήμα διεκδικεί παραπέμπει ξεκάθαρα σε μάχη, μια μάχη με αντίπαλο το αδρό, δυσθεώρητο φάσμα του θανάτου, πεδίο μάχης είναι χώροι νοσοκομείου, με εξετάσεις, με βελόνες, με θεραπείες, όμως εκείνη παλεύει, μάχεται όρθια για ζωή με όπλο την δύναμη του έρωτα Αν και αδύναμη, ρημαγμένη από την αρρώστια,/ φρόντισε να ντυθεί κομψά,/και να βάψει τα μάτια της.
Είναι εντυπωσιακός ο επίλογος όχι αυτής της μάχης, αλλά του πολέμου. Το τελευταίο ποίημα με τίτλο «Εύνοια» της συλλογής αυτής το είδα σαν ένα επικήδειο όπου βγάζει γλώσσα στον θάνατο, τον αντιμετωπίζει ως ένα πεδίο αναζήτησης ζωής. Και ναι, τον τελευταίο λόγο πάντοτε τον έχει ο έρωτας. Μπήκε στη μεγαλειώδη επικράτεια του πάθους./ Καταξιώθηκε στον έρωτα και αγαπήθηκε./ Εύνοια της έτυχε./Σε συναρπαστικούς κόσμους πέρασε./ Τη συγκλόνισε υπέρτατη μυσταγωγία./Τα υπέροχα από εδώ ξεκινούν:/ ότι αγαπήθηκε.