Κωνσταντίνα Ρούση
Πώς να ζήσεις και πώς να μην.(καλύτερα)
Η ζωή περνάει με ένα κόμμα.
Ένα ρίγος τη φορά,
μια οδύνη να φορά
και μια παύση.
Ομιλία.
Χωρίς δευτερολογία.
Με ανάποδο σάλτο
και στεγνό στόμα.
Η ζωή πονάει
όσο περνάει ακόμα.
Με ένα αστείο και ένα κλικ
Φρόντισε τουλάχιστον
καρικατούρα να είναι.
Μην πληγωθείς.
Μην πληγώνεις.
Μην πληρώνεις.
Θεέ μου,
τον ουράνιο μισθό μου απαιτώ.
Διεκδικώ ρεπό και άδεια.
Κουράστηκα να αδικούμαι.
Ανάρρωση ακόμα
Μέρες ντροπής.
Η κακοήθεια
τραύμα χρειάζεται
για να τη θρέψει.
Ξυπνάς
με απώλεια μνήμης.
Στην εκπνοή του χρόνου
Κι άλλη δυσανεξία.
Χορηγήστε σεροτονίνη.
Όχι άλλη οδύνη.
Όχι Ψυχή,
άλλο δεν τραυματίζω.
Μέρες μουδιασμένη
με τη βροχή στα πόδια,
ένα βουνό έχω στο χέρι.
Κι εγώ,Ψυχή,μένω μαζί σου.
Μέχρι την επούλωση.
Κάποιου Καιρού Επείγοντα
Τον τελευταίο καιρό
πάσχω από τη
Νόσο του Ιδεολόγου.
Φοβάμαι να υψώσω τη γροθιά.
Οι σύντροφοι που είχα
από υποσχέσεις χάθηκαν.
Τους σκέπασε,λένε,ροζ σημαία.
Μάζεψα
από τα στέκια τους
την αγνότητα που περίσσεψε.
Μικρά κομμάτια εφημερίδας
στο φαράσι.
Σε κάδο της Ομόνοιας
το πρώτο μου σημείωμα.
Και μια διαγραφή.
Υπέρ.
Εξέταση ρουτίνας
Μόλις ξύπνησε
την έψαξαν για δεκατρείς πληγές.
Όλες εντός της,είπαν,είναι.
Ας ήταν τουλάχιστον το πινέλο της.
Μερικές στιγμές θαλπωρής
πάνω στον καμβά
της αρκούσαν.
Τώρα χαϊδεύει το λαιμό της
κόκκινη στάχτη στο πλευρό της.
Μόλις την έσωσαν
από βέβαιο πνιγμό.
Αποκοιμήθηκε.
Ας περιμένει το ταξίδι
Με όλες τις πληγές της.
Ας φύγει ο καπετάνιος χωρίς αυτή ξανά.
Σε έναν ποιητή [Σ.]
Μου είπες
ο ουρανός θα αργήσει να ψηλώσει.
Και
σήκωσα τα μάτια η αφελής,
μήπως και πιάσω
λίγα σύννεφα στο γκρίζο.
Τα δάχτυλά σου
ακολουθούν
το βρέφος.
Δυο
νεογέννητα μόρια φωτός
και
δυο ποιητικά φορτία στη Δύση.
Σαν όψη
ακατέργαστου
γαλάζιου χαλαζία.
Σαν ανοιξιάτικη Ανατολή
στα χέρια της Σελήνης.
Ανάμεσά μας δυο ήλιοι
και μια υπόσχεση•
Πάνω στις λέξεις
να διαχέεται πάντα
μια χρυσαφένια δέσμη φωτός.