Scroll Top

“Η αφήγηση του τόπου και ο τόπος ως αφήγηση” από τον Διαμαντή Αξιώτη

 Προσφύσεις του ιδίου χρόνου επί τόπου

[ … ]
Η λογοτεχνία έχει τη μαγική ικανότητα να καταργεί τις διαχωριστικές γραμμές και, υπερβαίνοντας το γεωγραφικό τοπίο, να εκθέτει ολόγυμνη και απαλλαγμένη από το τοπικιστικό της ένδυμα την ανθρώπινη περιπέτεια. Στο κέντρο της, ο άνθρωπος ως δημιουργός της εμφανίζεται μέσα στη γήινη αλήθεια του τέτοιος που είναι: έρημος, αβοήθητος, ακάλυπτος και ναυαγός τής ιστορίας του, να περιφέρεται ολομόναχος σε μια άνυδρη γη χωρίς ορίζοντα, δίχως να ξέρει προς τα πού να στραφεί. Το μόνο που του έχει απομείνει, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να επαναχαράξει ένα δρόμο, είναι να εκτοξεύσει τις μάταιες κραυγές του στο αδιάφορο σύμπαν, όχι για να επικαλεστεί μια ανύπαρκτη βοήθεια, αλλά για να υποδηλώσει το ακατανόητο τής παρουσίας του και το ανεξήγητο τού μαρτυρίου του. Εύκολα, ωστόσο, ανιχνεύει κανείς στη ρίζα αυτού τού τραγικού ήχου τη συνειδητοποίηση τής καταδίκης του υπαρξιακού όντος να επανοικοδομήσει μια ζωή που δεν του ανήκει, σε ένα επικίνδυνο τοπίο εντός τού οποίου έχει ήδη δοκιμαστεί.
Αφού ο εγωιστής, αλαζόνας, ματαιόδοξος, μελοδραματικός και ό,τι άλλο του προσάπτουν συγγραφέας γράφει, πρωτίστως για τον εαυτό του, νόμιμα,
και για τη ζωή των άλλων, νομιμότερα.

Μην αυταπατόμαστε, όμως. Είτε γράφουμε για τον εαυτό μας, είτε για τον γενέθλιο τόπο, το τελικό αποτέλεσμα ανήκει στην Τέχνη. Ακόμη και τα πιο ασήμαντα πράγματα, όταν περάσουν στο χαρτί αλλοιώνονται τόσο, που είναι μάταιο να προσπαθεί κανείς να καταλάβει πώς λειτουργούν μέσα σε ένα διαφορετικό περιβάλλον: Την πραγματική και όχι την μυθιστορηματική ζωή.
Και όπως το έθεσε ο Φλομπέρ: «Είναι μάταια η προσπάθεια που κάνει η πραγματική ζωή να διεκδικήσει για λογαριασμό της υλικό, που έχει κατορθώσει να μεταμορφωθεί σε Τέχνη με τόσο μόχθο».
Διότι δεν έχει σημασία η ιδιαίτερη ζωή, ακόμη και η οποιαδήποτε τοπική Ιστορία, αλλά ο τρόπος που αναγκάζει ο συγγραφέας τον αναγνώστη να την κοιτάξει. Γι’ αυτό ο κάθε ήρωας μπορεί να βασίζεται σε κάποιο αληθινό ή μυθοπλαστικό πρόσωπο, αλλά δεν είναι αυτός που θα γεννηθεί στο χαρτί. Ο φανταστικός ήρωας έχει την εμπειρία και την ψυχή τού γεννήτορά του. Οι άλλοι είναι μόνο η αφορμή. Το ίδιο ισχύει και με τα γεγονότα που διαδραματίζονται, συνθέτοντας ένα διήγημα, μια νουβέλα ή ένα έπος.
Ο συγγραφέας οικοδομεί έναν καινούργιο κόσμο από παλιά χρησιμοποιημένα υλικά, δηλαδή τη ζωή του. Το πρόβλημα αρχίζει από τη στιγμή που η ζωή του δεν είναι δική του, αλλά ένα κομμάτι της ζωής πολλών άλλων ανθρώπων. Κλέβει λοιπόν αδιακρίτως λαμπερά όσο και θαμπά κομμάτια αληθινών ζωών και τα υφαίνει σε ένα ψεύτικο ρούχο, φοδραρισμένο με το ολόδικό του ψυχικό φορτίο – που είναι και το μόνο που έχει πραγματικά σημασία. Υπάρχει βέβαια ένα ατράνταχτο επιχείρημα για την υπεράσπιση κάθε συγγραφικής αυθαιρεσίας: Το συγγραφικό αξίωμα: Γράψε ό,τι ξέρεις.
Κι αυτό που ξέρουμε καλύτερα είναι η ζωή μας, και η ζωή εκείνων που ζουν δίπλα μας. Ο τόπος μας και οι τόποι με τους οποίους γειτονεύουμε.
Εμείς, λοιπόν, οι Άλλοι, και ο Τόπος όπου ζει ο καθένας από εμάς.
Με ποιο τρόπο όμως μπορεί να ορίσει κάποιος, και δη ένας συγγραφέας, έναν Τόπο; Θα ισχυρισθεί, ίσως, πως είναι στενά και περιορισμένα ο δεδομένος γεωγραφικός χώρος όπου γεννήθηκε και, ενδεχομένως, κατοικεί.
Είναι η Ιστορία και τα αλλεπάλληλα πολύχρωμα στρώματα των επιχωματώσεων που έχουν επικαθίσει επάνω στο σώμα της. Οι γνώσεις μας γι’ αυτήν – την Ιστορία – και ο διαφορετικός, κάθε φορά, αντικατοπτρισμός που την πλησιάζουμε, μέχρι να την καταστήσουμε ελκυστική. Οι ανθρώπινες ζωές που συνδέθηκαν μαζί της για να υποστηρίξουν, μέσα από τα βιώματα και τις αφηγήσεις τους, αυτήν κυρίως τη ζωή.

Ενδεχομένως να είναι ο άλλος τρόπος φωτισμού που φωτίζουμε τον συγκεκριμένο τόπο, σε διαφορετικές στιγμές της ζωής-μας, ώστε να τον καταστήσουμε αλλιώτικο, κι ανάλογα με τις διαθέσεις μας αγαπητό ή μισητό, μα πάντα φωτεινό. Αυτός, ο ιδιαίτερος για μάς χώρος, είναι νομίζω όλα αυτά μαζί και, σαφώς, το κάθε ένα χωριστά που μας αναγκάζει να ξεπερνάμε τις όποιες ιστορικές γνώσεις μας, τα νέα ευρήματα που ανασύρονται κάθε τόσο και που τον αφορούν – τον χώρο – τις μνήμες και τα προσωπικά μας βιώματα, ούτως ώστε να μπορούμε να μιλήσουμε για τις θεμελιώδεις αξίες τής ζωής: τη Γέννηση, τον Έρωτα και το Θάνατο.

Εμείς που επιχειρούμε, κατά κάποιο τρόπο, να ενσωματώσουμε στις αφηγήσεις μας όλα όσα ζούμε, του παρόντος, και του παρελθόντος, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα περίεργο συναίσθημα έτσι που ξετυλίγουμε την ιστορία ενός τόπου κατά στρώματα. Πολλές φορές οι σκέψεις-μας μοιάζουν με κάποιο μεσαιωνικό παλίμψηστο με διάφορα είδη αληθειών, ριγμένα το ένα επάνω στο άλλο. Κινούμαστε σε ενδιάμεσα επίπεδα, που είναι επίσης επίπεδα ράτσας και μετακινούμενα με αργές προσφύσεις του ίδιου χρόνου επί τόπου. Ακριβώς όπως η ζωή εναποθέτει στα πρόσωπα των ατόμων, σε επάλληλα στρώματα, τις ρυτίδες τής πείρας. Εκκρίσεις πείρας στην άμμο τής ζωής.

Υποψηφιότητα του μυθιστορήματός μου Πλωτές γυναίκες για το βραβείο BALKANIKA

Θεσσαλονίκη, 22 Μαΐου 2004 

Ο χώρος όπου γράφω

Το δωμάτιο όπου γράφω βρίσκεται στο πίσω μέρος του σπιτιού. Δεν βλέπει κήπο, βουνό ή θάλασσα. Σ’ αυτό το σκοτάδι καλώ τους ήρωές μου να με συντροφεύσουν.
Το δωμάτιο που γράφω είναι σώμα. Έχει σημάδια, χαράγματα, ουλές. Μερικά απ’ αυτά οφείλονται σε απροσεξίες της παιδικής ηλικίας των ηρώων μου, άλλα σε εγκαύματα από τον ήλιο άλλων εποχών, κάποιο σε οδικό ατύχημα. Ένα, σε αναπάντεχες περιπλοκές στη συνοικία όπου μεγάλωσα, την εποχή που προσπαθούσα να καθησυχάσω τους τρόμους της εφηβείας μου.
Ο χώρος όπου κρύβομαι για να γράψω είναι υλικό και μαζί ψυχικό, σώμα ενδιάμεσο. Συμμετέχει στη σκηνοθεσία διάφορων σκηνών, όπου η αλήθεια και το ψέμα παίζεται αενάως, κάθε φορά με διαφορετικό νόημα. Σβήνει και επιστρέφει σαν μαρμαρυγή ή υπόμνηση χρέους. Υποχωρεί ώσπου να εξαχνωθεί ή εισβάλει σκιρτώντας, με μιαν όψη πρωτότυπη, επειδή ήρθε η στιγμή ενός είδους βαθύτερης κατανόησης.
Όμως αυτό που διατηρεί πάντα είναι εκείνο το χαρακτηριστικό της ουλής. Διατηρεί τη χαραμάδα, την εγκοπή. Ούτως ώστε, το κείμενο που θα προκύψει ούτε να κρύβει ούτε να φανερώνει, αλλά να σημαίνει. Ίσως γι’ αυτό το δωμάτιό μου βρίσκεται επάνω σ’ ένα ρήγμα της γης.
Σαν μικρά ρήγματα συνωστίζονται στον εσωτερικό χάρτη μου τα φαντάσματα και με σημαδεύουν. Ένας λύκος, από κάποιο παραμύθι ενδεχομένως, εμφανίζεται ακόμη στα όνειρά μου. Η συμβολική δύναμη τέτοιων εικόνων επιμένει να ενοχλεί τη φαντασία μου μέχρις ότου την καθησυχάσει το αποτέλεσμα. Η παρουσία παρόμοιων φαντασμάτων, που γεννήθηκαν από τα αναγνώσματα ετών, κάθε τύπου και προέλευσης, μπαινοβγαίνουν διαρκώς και στοιχειώνουν το χώρο. Εκεί όπου συνορεύουν η πραγματικότητα και ο ρεμβασμός. Αυτή η αιώνια κίνηση που παράγει τη ζωή. Κίνηση αθώα και συνάμα ένοχη, αγοραία και ακριβή, μοιάζει με ‘κείνη των άστρων. Την κίνηση αντισωμάτων γύρω από το τραύμα, κατά τον συναγερμό της έμπνευσης.

* Ο Διαμαντής Αξιώτης γεννήθηκε στην Καβάλα όπου και ζει. Υπεύθυνος, επί σειρά ετών, των λογοτεχνικών περιοδικών ΣΚΑΠΤΗ ΥΛΗ και ΥΠΟΣΤΕΓΟ .Εξέδωσε τέσσερις ποιητικές συλλογές, τέσσερις συλλογές διηγημάτων, ανθολογίες ποίησης και πεζογραφίας και πέντε μυθιστορήματα: Το ελάχιστον της ζωής του, 1999, Πλωτές γυναίκες, 2002, Μοιρασμένα χιλιόμετρα, 2004, λάθος λύκο, 2010, Συλλέκτης κάθε μίσους, 2021.Ποιήματα και πεζά του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικά και ξένα λογοτεχνικά περιοδικά, εφημερίδες και ανθολογίες. Μεταφράστηκαν σε αγγλικά και γερμανικά. Συνεργάτης, επί σειρά ετών, της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, με την εκπομπή λόγου «Χωρίς εισιτήριο». Κείμενό του συμπεριλαμβάνεται στη διδακτέα ύλη των κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στα αναγνωστικά της Β’ Γυμνασίου. Είναι μέλος της Εταιρίας Συγγραφέων.