Scroll Top

Ανθολόγιο Κυριακάτικης Ποίησης | της Αγγελικής Πεχλιβάνη

Υπεύθυνη στήλης: Αγγελική Πεχλιβάνη

To Ανθολόγιο Κυριακάτικης Ποίησης είναι μια στήλη ποίησης, πολύ προσωπική, που θα περιλαμβάνει ποιήματα που αγαπώ πολύ, από όλον τον κόσμο. Κάθε Κυριακή, λοιπόν, θα αναρτώνται δύο ή τρία ποιήματα, ίσως με κάποια συνάφεια, ίσως και όχι. Θέλω να πιστεύω πως αυτή η προσωπική και εν μέρει αυθαίρετη επιλογή θα έχει κάποιο ενδιαφέρον. 

Αγγελική Πεχλιβάνη  

Σήμερα 13/4/25, αναρτώνται ποιήματα Ελλήνων ποιητών.

Ντίνος  Χριστιανόπουλος

Τὸ Δάσος

Δὲν ξεριζώνονται οἱ νύχτες ἀπὸ μέσα μας,
βλασταίνουν φύλλα καὶ κλαδιὰ
κι ἔρχονται τὰ πουλιὰ τοῦ ἔρωτα καὶ κελαηδοῦνε.

Δὲν ξεριζώνονται οἱ νύχτες ἀπὸ μέσα μας,
οἱ σπόροι τους φυτρώνουν δάσος σκοτεινό,
στὶς λόχμες του ὁ φόβος ἐνεδρεύει.

Ζῷα μικρὰ καὶ ζῷα ἄγρια τὸ κατοικοῦν,
ὄχεντρες ἕρπουν καὶ ρημάζουν τὶς φωλιές μας,
λιοντάρια ἑτοιμάζονται νὰ μᾶς ξεσκίσουν.

Δὲν ξεριζώνονται οἱ νύχτες ἀπὸ μέσα μας,
ἔγιναν δάσος σκοτεινὸ καὶ μᾶς πλακώνουν.

Παντελής  Μπουκάλας

Μου παρήγγειλε τʼ αηδόνι

Τώρα μαθαίνω πως η λύπη
γράφεται μ’ έψιλον και γιώτα.
Λείπεις – κι όλος ο κόσμος λείπει.
Λείπεις και νύχτωσαν τα φώτα.

Φωνή που ξεμακραίνει, τρέμει
φωνή ίδια βουνό ένα κλάμα.
Σαν δίχως νήμα μια ανέμη
σαν θαύμα που γυρνάει σε τραύμα.

Φωνή φαρμάκι, και το πίνω
όλο πουλί μου, να γλυκάνεις.
Το νου και το κορμί τα σβήνω,
μόνον εσύ μη μου πικράνεις.

Ακούω πιο βαθιά απ’ τη φωνή σου.
Νιώθω το βλέμμα της σιωπής σου σπαραγμένο.
Αξιώθηκα στιγμούλα της στιγμής σου.
Δώρο πιο τίμιο δεν έχω να προσμένω.

(Ρήματα, 2009)

Αντωνία  Μποτονάκη

Χιόνιζε

Ατέλειωτος ήταν εκείνος ο χειμώνας.

Σκυλιά από πάγο σύραν την καρδιά μου
στο σώμα σου
επάνω
αλυχτώντας.

Χιόνιζε αδιάκοπα
και μεγάλη απλώθηκε
σιωπή.
Για να μπορέσει ν’ ακουστεί
ο λόγος.

Που δειλέ
δεν αξιώθηκες.

(Τη γλώσσα της την πέταξαν στη γάτα, 2024)

Γιάννης  Κοντός

Το φαρμακείο

Είμαι ευτυχισμένος όταν ακούω μουσική και κατοικώ στο παλιό φαρμακείο, με τις πορσελάνες, τα φάρμακα, το λίγο φως. Κάθομαι και ζυγίζω ποσότητες φαρμάκων και λέξεων – εκτελώ πολλές φορές ανύπαρκτες συνταγές – όμως δουλεύω με συνέπεια και υπομονή υποδειγματική. Ακίνητος κοιτάζω πίσω από το θαμπό τζάμι τούς περαστικούς. Περιμένω να ανοίξει η πόρτα, να ακουστεί το κουδουνάκι, να σηκώσω με κόπο το ημίπληκτο πόδι μου, να το σύρω μέχρι την είσοδο και να χαμογελάσω στον πελάτη. Όπως ανοίγει η πόρτα μπαίνουν μέσα άλλες εποχές – προηγούμενες και επόμενες – και χάνω για λίγο την ισορροπία μου. Τη βρίσκω αμέσως. Αρχίζω να παιδεύω πάλι τη ζυγαριά και το σώμα μου. Χρόνια διανυκτερεύω. Έχω να κοιμηθώ χιλιάδες ώρες. Πίνω όλα τα φάρμακα (ποιήματα) που φτιάχνω και δε λέω να πεθάνω. Μάλλον δυναμώνω. Φοράω το μαύρο παλτό, το μαύρο κεφάλι. Έξω χιονίζει, δεν ακούει κανείς.

(Ανωνύμου  Μοναχού, 1985)

Νάσος Βαγενάς

Σκοτεινή μπαλλάντα

Αν κι η υπομονή μου είναι πελώρια
κι η ανοχή μου δίχως όρια,
με κουράζουν τα ελευθέρια ήθη:
οι ξανθιές με τα εξεζητημένα στήθη,
τ’ ανοιχτά πανάκριβα αυτοκίνητα,
οι εκπτώσεις, οι ευκαιρίες και τα κίνητρα.
Με καταπονούν τα ανώτερα αισθήματα
των ανθρώπων που ανασύρουν σπάνια ρήματα,
η πλατειά γενναιοφροσύνη που υπερβαίνει
βασικές διαφορές και εν γένει
στοιχειώδεις διακρίσεις που χωρίζουν (και σωστά)
τα ψυχρά κι ανόητα από τα ζεστά.

Αποστρέφομαι τα ολοστρόγγυλα
πράγματα που λάμπουν και τα βογγητά
των βαμμένων καλλονών, που λίγο πείθουν.
Ζηλεύω τους ήρωες των μύθων.
Ξέρουν πως θα πέσουν, όμως επιμένουν:
εκλεκτή βορά του πεπρωμένου.

Ω ψυχή μου, ξύπνα από τη νάρκη σου,
πέταξε τα ενδύματα του Νάρκισσου.
Σήκω απ’ τη βαθειά σου πολυθρόνα,
βάδισε στο μάτι του κυκλώνα:
στην καρδιά του σκότους όπου, λάφυρο
σε προσμένει αχνοφεγγοβολώντας το άπειρο.

(Ν. Βαγενάς, Σκοτεινές μπαλλάντες και άλλα ποιήματα, Αθήνα, εκδ. Κέδρος, 2001)

Βιογραφικό Αγγελική Πεχλιβάνη