7 + 1 Ποιήματα για το Culture Book από επτά (7) και έναν (1) ποιήτριες και ποιητή που με δόκιμο τρόπο ο καθένας και η καθεμία με το δικό τους τρόπο συνομιλούν με την ποιητική τέχνη. Σε αυτή την ενότητα καταγράφουμε ποιήματα που δεν τα έχουν δημοσιεύσει ακόμα οι δημιουργοί τους.
Οι συμμετέχοντες ποιήτριες και ποιητής για τον μήνα Δεκέμβριο είναι: Αθανασία Δανελάτου, Πηνελόπη Ζαρδούκα, Ζώζη Ζωγραφίδου, Φιλία Κανελλοπούλου, Χαριτίνη Μαλισσόβα, Ασημίνα Ξηρογιάννη, Ντίνος Σιώτης, Δήμητρα Χριστοδούλου.
Ο καθένας και η καθεμία τους με τον τρόπο τους έχουν καταγραφεί στη σύγχρονη Λογοτεχνική ιστορία της χώρας μας. Έχουν διαφορετική βιολογική ηλικία και Λογοτεχνική ιστορία. Ανήκουν σε διαφορετικές λογοτεχνικές τάσεις και “γενιές”, έχουν όμως τον δικό τους “μύθο” όταν συνοδοιπορούν με την τέχνη του Ομήρου.
Να σημειώσουμε πως θεωρήσαμε υποχρέωσή μας (πώς αλλιώς άλλωστε όταν ομιλούμε για λογοτεχνία) να αποδεχτούμε τον τρόπο χρήσης των σημείων στίξης και των γραμματικοσυντακτικών κανόνων του κάθε συγγραφέα.
Καλή ανάγνωση!
Αντώνης Δ. Σκιαθάς
Αθανασία Δανελάτου
ΠΟΛΥΑΓΑΠΗΜΕΝΟΙ
Καμιά φορά, σε ώρες αθυμίας,
τις αγγελίες των κηδειών κοιτάζω.
Πέντε -πέντε ή δέκα-δέκα. Όλες μαζί.
Σπάνια όνομα ή ηλικία εξετάζω.
Των πεθαμένων το επίθετο -επώνυμο όχι –
τραβά την προσοχή μου με το οποίο
ο θάνατός τους διακηρύσσεται:
“Τον πολυαγαπημένο” … “Την πολυαγαπημένη” …
“… σήμερον …αύριο… κηδεύομε…”
Κι είναι αυτή η αγάπη, η “πολυαγάπη”,
νεκρών και ζωντανών συνολικά,
σαν πάνω μου να πέφτει﮲ όπως πέφτουν
καμιά φορά οι κωδωνοκρουσίες
από καμπαναριά υψηλά, χαλκού βαρέος,
καμιάς Παντάνασσας ή Παντοκράτορα
που λες πως αντηχούν μέσα στο θώρακα το χτύπο τους
και νταν! κάθε φορά, και ντίν!
σαν για να καταπιεί κανείς κι αυτόν κι αυτήν
«τον πολυαγαπημένο”… “την πολυαγαπημένη”.
Έτσι κατευοδώνονται οι νεκροί,
δίχως κτερίσματα ή κέρματα στα μάτια ή το στόμα
κι ανταμοιβή μεταφοράς.
Σαβανωμένοι στην αγάπη.
§
Πηνελόπη Ζαρδούκα
Άλογο (Στην προηγούμενη ζωή)
Στην προηγούμενη ζωή ήμουν άλογο
οι οπλές μου σημαδεύαν το χορτάρι
τέσσερεις στο έδαφος
τέσσερεις στον ουρανό
Η χαίτη μου
όμορφη και μελαγχολική
χάιδευε δέντρα
Στην προηγούμενη ζωή
είχα ένα μάτι τρομαγμένο
κυρίως των θηρευτών μου
συγχωρούσα τα βέλη τα τόξα
τα δόντια και τις απειλές
Λειμώνες μ’ έβοσκαν
τρεφόντουσαν από ήπιο καλπασμό
με τάραζε η όψη τους
χόρταιναν το αίμα μου
κυνήγαγα χορτάρι σκυθρωπό
Μια τουφεκιά κι ένα όπλο μετά
τέσσερεις οι οπλές στον ουρανό
Να’ μαι τώρα
στον λοιμό μιας πόλης
τσιμεντένιας
Η χαίτη μου
όμορφη και μελαγχολική
όλο χολή χορταίνει
Βόσκω βροχή
στον λιμό μιας πόλης
σιδερένιας
Μου θηρεύεις τ’ απογεύματα
χλιμιντρίζω μοναχή
§
Ζώζη Ζωγραφίδου
Σύννεφα
Ταξιδεύουν τα σύννεφα.
Χρυσοκόκκινα κύματα,
αιθέρια φαντάσματα τ’ ουρανού.
Το πέταγμα πουλιών
παρατηρώ.
Αυθεντικός συγχρονισμός σοφίας.
Κραυγές σπαρακτικές
τον ουρανό πλημμύρισαν
σα νά ‘ταν χτες.
Εξέγερση σε δίχτυ αιχμαλωσίας.
Ανάσα, θρόισμα, ψίθυρος
στην αύρα απογευματινής σιωπής.
Αντάμωναν τα βλέμματα,
ζωντάνευε ανάμνηση
στο χρόνο, σκονισμένη.
Αποξηραμένο το ηλιόσπορο.
Αγριοτριαντάφυλλο στου τοίχου
τη θωριά σκαρφαλωμένο.
της φλαμουριάς τα έρημα κλαδιά
τα φύλλα, τα λουλούδια να προσμένουν,
μύριζε από άρωμα του γιασεμιού ο κήπος,
επίγειος παράδεισος,
ο δρόμος του χωριού ο αγαπημένος,
λησμονημένοι χρόνοι.
§
Φιλία Κανελλοπούλου
Δεν νευριάζω.
Καμιά φορά.
Συχνά.
Νευριάζω.
Από πάντα.
Με μάθατε.
Να μην.
Το νιώθω.
Το δείχνω.
Το λέω.
Να είμαι.
Για τους πατέρες.
Για τους γιατρούς.
Για όλους.
Μια γυναίκα.
Υστερική.
‘Όχι.
Για εμένα.
Απλώς.
Εγώ.
Εκνευρισμένη.
§
Χαριτίνη Μαλισσόβα
Μετακύλιση φορτίου μνήμης
Την έβλεπε
αμνήμονα
να κουβαλά το φορτίο που τη βάραινε.
Ό,τι χάραξαν στο πρόσωπό της
και στο κενό, πια, βλέμμα της
ο χρόνος
ο πόνος
και η απουσία χαράς
μόνιμη ,ανελέητη εικόνα
στα μάτια του.
Χαραγμένα όλα στη δική του μνήμη
-ζωηρή ακόμα-
όσο πλησίαζε τα χρόνια της
δεν έτρεμε μόνο
για όσα μπορεί να επιφυλάσσει
σε εκείνον
η συνέχεια
αλλά και για το φορτίο μνήμης
που χρεώθηκε.
§
Ασημίνα Ξηρογιάννη
ΔΙΠΤΥΧΟ
ΘΥΕΣΤΗΣ
Ανυποψίαστος στο δείπνο
τρώω διασκεδάζω.
Τον θυμό μου για τον Αγαμέμνονα
μπορεί και να ξεχάσω.
ΧΟΡΟΣ
Τίποτα δεν ξέρει
Αν μάθει , θα υποφέρει
Σκοτεινές βουλές και δράσεις
-αφάνταστες καταστάσεις-
Του Ατρέα το μυαλό
έχει αλλοιωθεί απ΄το μίσος
Τα παιδιά του ότι τρώει – αν μάθει-
τέλος στη ζωή του ο Θυέστης θα βάλει
Ίσως.
ΘΥΕΣΤΗΣ
Τη γυναίκα του ατίμασα
Εκείνος με ταΐζει
Αξιοσημείωτο πώς τόση καλοσύνη
την καρδιά του ορίζει.
ΧΟΡΟΣ
Πιο μεγάλη η ύβρη του τιμωρού
από το έγκλημα του τιμωρούμενου
Υπέρβαση γίνεται του μέτρου
Το δίκαιον αιωρούμενο.
§
Ντίνος Σιώτης
Παράκτιοι ουρανοί – Μικρά θαύματα
Ανοίγουμε τα μικρόφωνα για να μιλήσουν οι
μουγγοί και μιλάν και τους ακούμε, ανοίγουμε
τα βιβλιοπωλεία να πάνε να διαβάσουν βιβλία
οι τυφλοί και πηγαίνουν και τα διαβάζουν και
νιώθουν μεγάλη χαρά, ανοίγουνε σε άστεγους
και επαίτες τις πόρτες τους τα μεγάλα ακριβά
ξενοδοχεία και κείνοι πάνε και φιλοξενούνται
δωρεάν κι είναι σαν σε παράδεισο, σπεύδουν
εθελόντριες νοσηλεύτριες κι εθελοντές γιατροί
σε κλινικές και νοσοκομεία για να βοηθήσουν
στις Μονάδες Εντατικής θεραπείας κι όλοι είναι
ευχαριστημένοι με τόσο ανθρωπισμό που τρέχει
απ’ τα μπατζάκια της κοινωνίας, στο μεταξύ
διευρύνονται οι ορίζοντες με τις καλές μέρες
να τελειώνουν και ν’ αρχίζουν οι καλύτερες:
ανοίγουν οι παράκτιοι ουρανοί και χύνεται με
ορμή η καλοσύνη στον πλανήτη και ο κόσμος
όλος βρίσκει νόημα στην ματαιόδοξη ζωή του
Τήνος, 24 Νοεμβρίου 2020
§
Δήμητρα Χριστοδούλου
Η ΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΙΑ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ
Ενώ βαδίζω ώρες μες στον ήλιο
Ο ίσκιος μου δεν με ακολουθεί.
Δεν είναι ανθρώπινη η άυλη φιγούρα
Που αποτυπώνεται στη γη.
Αυτή έχει χωθεί στο στομάχι μου
Και από τα πόδια ξεκινάει ασώματη
Η φιγούρα ενός γέρικου σκύλου
Από κείνους που δεμένοι στις ταράτσες
Ξεχνούν το κυνηγάρικο αίμα τους
Μέσα σε ατέλειωτο ύπνο.
Δεν βλέπω άλλον εδώ γύρω. Θα έχουν πάει
Να μαζέψουν τα συντρίμμια του σύμπαντος
Με καλαθάκι για αγριοφράουλες.
Είμαστε όλοι φυσιολάτρες και φιλέορτοι,
Δες πόσο καίνε στα γυμνά βουνά
Ζουμεροί, κόκκινοι καρποί νηστείας!
Φτιάχνεις εύκολα μια τούρτα Χριστουγέννων,
Μπορείς εύκολα να την προσφέρεις στον ναό,
Όλη η χώρα μεγαλιθικό μνημείο
Για να κρεμάσεις τα χρωματιστά φωτάκια.
Βόλτα λοιπόν με το λουρί της την ψυχή
Καταμεσήμερο σε σιωπηλό πλανήτη.
Δαγκώνει ο ίσκιος μου τον ίσκιο μου
Κι η χώρα αναβοσβήνει χαρωπά.
Art Work: Ronny Someck, Yona Wallach