Scroll Top

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΥΡΑΣ

Ο τόπος των ποιητών είναι η πατρίδα της γραφής τους. Εσάς πώς επηρέασε την γραφή σας ο τόπος σας;

Για μένα η Ελλάδα ήταν ευλογία και κατάρα. Έκανα τα πάντα προκειμένου να αποκολληθώ από αυτήν. Σπούδασα στο Παρίσι, έμαθα ξένες γλώσσες, ταξίδεψα, συμμετείχα σε διεθνή φεστιβάλ, σε παγκόσμια συνέδρια, τιμήθηκα τρεις φορές εκτός συνόρων για το λογοτεχνικό και πνευματικό μου έργο… και μόνο μία εδώ (από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1994 σε διαγωνισμό δοκιμίου για το έργο του Ανδρέα Κάλβου). Από τότε ούτε σε «βραχεία λίστα» των άκρως αξιόπιστων νεοελληνικών επισήμων βραβείων, ενώ σε διαγωνισμούς πάντοτε διέπρεπα κι εντός… «Έξω πάμε καλά», που έλεγε κι ο αείμνηστος εθνάρχης Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν ήταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας μας. Ακούστε, πιο πολύ Έλληνας νιώθω στο Πόζναν της Πολωνίας, στη Μεσσήνη της Σικελίας, στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη, στο Λος Άντζελες, στο Τόκυο, στο Σεράγεβο… Είμαι περήφανος για την γλώσσα που ομιλώ και προτιμώ να ξεκινώ πάντα με αυτήν τις δημόσιες ομιλίες μου σε διεθνή χωρικά ύδατα. Είμαι περήφανος για την ιθαγένεια και την παράδοση που κουβαλώ στους ώμους κι άλλοτε ως ανθοδέσμη στον λαιμό… Είμαι περήφανος για τα βήματα που έχουμε κάνει εμείς οι Ευρωπαίοι Έλληνες τα τελευταία σαράντα χρόνια. Είμαι περήφανος κάθε φορά που κάποιος σκύβει να μαζέψει ένα πεταμένο χαρτάκι από κάτω, κάθε φορά που ελεεί έναν ανήμπορο, κάθε φορά που δίνει στέγη, τροφή κι ελπίδα σε έναν άστεγο, είμαι περήφανος κάθε φορά που ένας συνάνθρωπός μου περιθάλπει τα αδέσποτα και συμπάσχει με κάθε τι ζωντανό… Όμως, θα προτιμούσα να μην έχω περάσει έναν Γολγοθά, μία Κόλαση και τρεις κρίσεις πριν καταφέρω να γράφω κάτι «που να αλατίζει» (όπως έλεγε η γιαγιά μου η Αγγελική). Εδώ, σε αυτή την ευλογημένη χώρα γράφουμε με το αίμα της ψυχής μας, με τον ιδρώτα και τον αναστεναγμό μας, βασανιζόμαστε και βασανιζόμεθα [το δεύτερο με υπαρξιακή χροιά]. Τρωγόμαστε μεταξύ μας σα να είμαστε όλοι μαζί ριγμένοι σε άνυδρο πηγάδι και με μόνη τροφή τις σάρκες των διπλανών μας. Είμαστε άστεγοι κι ανήμποροι, όπως τα πετεινά του ουρανού, με μόνη ελπίδα προς τα άνω όπου θρώσκουν οι υπάρξεις μας. Ζούμε κατά τύχη κι από έλεος των αοράτων, αλλοδιαστασιακών δυνάμεων. Είναι θαύμα που γυρίζουμε κάθε βράδυ σπίτι μας σώοι κι αβλαβείς (;) έχοντας περάσει όλα τα φανάρια με κόκκινο για να μην μας σκοτώσουν αυτοί που ΔΕΝ περνάνε με το πράσινο. Είμαστε όμως τυχεροί, αφού είμεθα φορείς μιας μεγαλειώδους ευπλάστου γλώσσης που ομιλείται και γράφεται συνεχώς εδώ και πάνω από τρεις χιλιάδες χρόνια. Στη γραφή μου την ποιητική (και την δοκιμιακή, ενίοτε) χρησιμοποιώ όλη τη διαχρονία αυτού του εμπλουτισμένου κώδικα. Κι είμαι ευτυχής, παρά τα βάσανα που περνάω… Όταν γυρίζω απ’ έξω, πριν προσγειωθεί το αεροπλάνο στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» νιώθω πάντα σα να έχω τονωθεί για μερικές εβδομάδες, σα να έχω κάνει ένεση αξιοπρέπειας κι αυτοσεβασμού, γιατί αλλού – έξω από εδώ – η ιδιότητα ποιητής δεν είναι πάρεργο και χόμπι, δεν είναι λόγος καχυποψίας για την ψυχική υγεία και την διανοητική ισορροπία του ποιητικολογούντος, αλλά ΤΙΤΛΟΣ ΤΙΜΗΣ, ισόβιος κι απαράγραπτος. Φτάσαμε λοιπόν να καταφεύγουμε έξω για να μας τσιμπάει το αγκάθι της νοσταλγίας και μόνον τότε δεν νιώθουμε αυτή την αρχετυπική θλίψη στα κύτταρά μας, ετούτη την προϊστορική αγωνία. Ναι, στην Ελλάδα δεν πλήττει ποτέ κανείς. Γι’ αυτό βρίθει πνευματικών ανθρώπων. Είμαστε τόσοι πολλοί όνοι, ημίονοι και γοργόφτερα άτια στον ίδιο στάβλο κι ως φαίνεται δεν μας χωράει, δεν είναι αρκετή η τροφή κι ο διαγ(κ)ωνισμός πάει σύννεφο. «Εν αμίλλαις πονηραίς αθλιότερος ο νικήσας!!!». Από την Αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Ο Ευριπίδης συνήθως έπαιρνε το τρίτο βραβείο (ελλείψει τέταρτου). Μόνον ο Σοφοκλής μακροημέρευσεν κι απέθανεν εντός Αττικής τιμημένος από τους συμπολίτες του. Όμως αυτά «συμβαίνουν και στις καλύτερες οικογένειες» και στους καλύτερους από εμάς. Ας έχουμε λοιπόν την απαιτούμενη ταπεινότητα, ας ασκούμεθα στη σεμνότητα κι ας εργαζόμεθα (όπως η Σόνια στον τσεχωφικό «Θείο Βάνια»). Η Ελλάδα πάντα θα μας τρώει τα σωθικά, σαν τον χρυσαετό που τρεφόταν με το συκώτι του Πενθέα και πάντα θα μας τιμάει …μετά θάνατον. Η Ελλάδα είναι γεμάτη ηρωϊκούς κι αξιοθαύμαστους νεκρούς, λίγοι όμως (άξιοι, αλλά και χρυσές μετριότητες – ας όψονται οι παρέες, οι παρεούλες, οι αντικαταβολές, τα αντισταθμιστικά οφέλη κι οι …παράγκες) ελάχιστοι όμως απολαμβάνουν την τιμή εν ζωή να μην θεωρούνται παρίες, ενοχλητικοί και ύποπτοι διαταράξεως …του δημοσίου ψευδοπνευματικού αηδίου (από το αηδία, ουχί από το αιδώς). Όλα αυτά τα ωραία και πικρά τα κουβαλούσα καιρό μέσα στην αθώα, την παιδική, την ποιητική ψυχή μου κι επειδή θέλω να φύγω καθαρός, διαυγής και ξάστερος, ήρθε η ώρα να τα εκφράσω στο χαρτί και να μείνουν εκεί ως (δια-)μαρτυρία αδιάψευστη στο αδέκαστο δικαστήριο του Χρόνου, του πανδαμάτορα…

Και τώρα ένα ποίημα, κάποιο σύντομο βιογραφικό κι η απαραίτητη φωτογραφία, όπως στα οστεοφυλάκια ανωνύμων κι επωνύμων (;) αγίων και μαρτύρων μιας γλώσσας που μας γεννά, μας τρέφει, μας σκοτώνει και μας καταμαρτυρεί τα πάθη και τις πληγές που άδικα αλλά με τη θέλησή μας βιώσαμε. Η ποίηση είναι επιλογή, ίωση χωρίς εμβόλιο και δίχως γιατρειά. Μας επιλέγει από νωρίς και κανείς δεν την επιλέγει από μόνος του, παρεκτός κι αν δεν είναι στα συγκαλά του…

Σκέψεις και στίχοι σας για την Ελλάδα μέσα στον κόσμο σήμερα.

Μέγας Αλέξανδρος

Στη σημαντική και σημαίνουσα αρχαιολόγο Καλλιόπη Παπακώστα

Στον κύκλο του ζωδιακού
Πύλη εισόδου και πύλη εξόδου ταυτίζονται
Μείον πέντε μοίρες μετακυλίσεως
Του μαγνητικού βορρά προς ανατολάς…
Ιδού ο γρίφος ιδού και η λύση του.
Στη νότιο-δυτικό γωνία των καταρρακτών
Στου κήπους του παλατιού
Εκεί εκρύβη κι ετάφη το πραγματικό σώμα
Του στρατηλάτη, του πρώτου κοσμοκράτορα
Που παντεπόπτης έγινε μετά τον θάνατό του
Στην κλιμακωτή πυραμίδα
Στο έβδομο επίπεδο
Εκεί που στο χρυσό τρίγωνο
Το βλέμμα ενοφθαλμίσθη
Που δεν γνωρίζει ανατολές και δύσεις
Των άστρων, μόνο την αιωνίαν Ανατολήν
Αντικρίζει με όλη την ολύμπια γαλήνη του
Ανέπαφη από τις ανεμικές τού βίου
Και τις τρικυμίες τών αισθημάτων.
Με κίτρινο καναρινί και μπλε
Τού κοβαλτίου η βασιλική του τέντα,
Τότε που η πρώτη παγκοσμιοποίηση
Σχεδόν επετεύχθη, παρ’ ολίγον να τελειωθεί
Αν δεν υπήρχε το φράγμα τών βουνών
Από τη μια και η καταστροφική δύναμη
Τής τοξίνης που κατέφαγε το συκώτι
Και κούφωσε τα σπλάχνα από μέσα
Με σπήλαια που ούτε οι κατακόμβες
Τού Δέλτα ενός Νείλου
Που θα κατέληγε στην ένδοξη Αλεξάνδρεια
Και στην κορνίζα τού αμφιθεατρικού
Μνημείου τών πεσόντων,
Εκεί που οι παρελάσεις και οι καταθέσεις
Στεφάνων ετελούντο…
Όλ’ αυτά δεν τα λέγω εγώ,
Αλλά η συλλογική ανθρώπινη φωνή
Τής Γαίας που ήρθε η ώρα
Ν’ αποκαλύψει τα μυστικά της,
Να αναστήσει τους νεκρούς
Και να ενώσει τους έξω με τους μέσα.
Η κρανιόσχημη σπηλιά
Με τον διπλό ναό (αρσενικό-θηλυκό)
Είναι το σύμβολο τής Τραγικής Κωμωδίας
Τού πνεύματος στον γαλαζοπράσινο
Πλανήτη, μέσα από τους μοργανωτικούς
Γάμους πιθηκοειδών, ερπετοειδών, αιλουροειδών
Και τών δρακόντων με τους γιγαντιαίους
Χαυλιόδοντες, αποθήκη γενετικού κώδικα
Μεταλλαγμένου από την επαφή του
Με τα μικρόβια, τους μύκητες και τα
Βακτηρίδια τής γης. Ίσως γι’ αυτό
Οι μάντεις περπατούσαν πάντα τυφλοί
Στηριζόμενοι σε βακτηρία
Και το αίνιγμα τής Σφίγγας
Βαρύ για τα φτωχά μυαλά
Τών προβάτων που αναζητούσαν
Τον τσοπάνη τους.
Λαός τυφλών που ο Μισότυφλος
Οδηγάει
Στην Έξοδο από την Κόλαση
Τής Ερήμου
Και το άγος τών πειρατών
Που επέβαλαν το άχθος
Τών ορυχείων σε καλόβουλους
Ντόπιους, εξόριστοι
Στα ίδια τους τα χώματα,
Σε καταναγκαστικά έργα
Καταδικασμένοι…
Από τότε φοβούνται μήπως
Πέσει ο ουρανός στο κεφάλι τους,
Όλοι εκτός από τους πεθαμένους.
Αλέξανδρε, ήρθε η ώρα ν’ αναστηθείς
Και η φίλη μου Καλλιόπη Παπακώστα
Θα σε βοηθήσει
Ξετρυπώνοντάς σε
Μαζί με όλη τη θαμμένη αρχαία Γνώση
Θαμμένη, για να αποκαλυφθεί
Σε καλύτερους καιρούς.
Τώρα αυτή η εποχή ήρθε
Κι η Αιώνια Ανατολή
Θα σημάνει μια καινούργια
Αναγέννηση τής Ανθρωπότητας
Προς την Ελευθερία, την Ισότητα,
Τη Δικαιοσύνη.
Ας γίνει ο Αετός που ανασύρει
Τον αγαθοποιημένο δράκοντα
Περνώντας τον μπροστά
Από τον δίσκο
Ενός έσω Αελίου
Που δεν τυφλώνει
Και που το φως Του
Δύνανται ν’ αντικρύσουν
Οι ανθρώπινοι οφθαλμοί
Εν Ζωή…
Αλέξανδρε, κράτησες αυτό
Το μυστικό θαμμένο μαζί σου
Για αιώνες.
Αρκετά πια! Φτάνει.
Τώρα σε διατάσσουν
Τα σύννεφα που κινούνται
Απειλητικά προς την Γη
Να σηκώσεις τα επτά
Πέπλα τής Ίσιδος
Και να αποκαλύψεις τη Σαλώμη
Γυμνή, για το καλό τού (Ι)ωάννη…
Για τα άλλα σιωπώ. Οι άρτι νεκροί
Και οι σκιές τών προφητών στον Άδη
Καλώς γνωρίζουν τη συνέχεια.
Τον όρκο μου δεν θα παραβώ.
Κασσάνδρα και Έλενος,
Δίφυλος μάντις Τειρεσίας,
Κάλχας, τι σημασία έχουν
Τα ονόματα; Η ουσία
Στο Φως που περνάει κάθε φορά
Μέσα κι από άλλη μάσκα.
Οι τρύπες τών ματιών αρκούν.
Το στόμα περιττεύει…
Σιγώ. Επ’ ολίγον. Για μερικούς
Αιώνες. Εδώ που είμαστε Εμείς
Ο χρόνος δεν κυλάει,
Ο πεθαμένος δεν πεθαίνει,
Ο νεκρός δεν νεκρώνεται
Και ο βρεγμένος δεν πεθαίνει.
Το νερό είναι το μυστικό μέσο,
Καλλιόπη Παπακώστα, το ύδωρ
Είναι το μυστικό κι η
Προσωποποίησή του
Ο Ποσειδώνας… Ίππιος,
Αν κάτι σου λέει αυτό.
Εκεί που ήταν οι στάβλοι
Εκεί έπλαθαν τα αγγεία τους,
Εκεί έθαβαν και τα σώματά τους.
Πηλός, άργιλος, κεραμεικός…
Το μόνο που θέλω σαν αντίχαρη
Είναι να δημοσιευτεί το πόνημά μου
Αυτό, ένδειξη ελάχιστη
Τής πνευματικής μας συνοδοιπορίας
Προς την επίτευξη τού σκοπού
Δύο ζωών, ενός και μίας εκάστου
Εξ ημών.

12-23/4/2017