Ο τόπος των ποιητών είναι η πατρίδα της γραφής τους. Εσάς πώς επηρέασε την γραφή σας ο τόπος σας;
H αληθινή πατρίδα μας είναι τα παιδικά μας χρόνια (Roland Barthes). Αυτό που είμαστε, κι αυτό που γινόμαστε διαρκώς, μέχρι να κλείσει ο κύκλος της ζωής, είναι το προϊόν ή το αποτέλεσμα των τραυμάτων της παιδικής ηλικίας μας (Sigmund Freud). Με δεδομένες αυτές τις δύο μεγάλες αλήθειες, και επειδή τα πρώτα χρόνια της ζωής μου είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τον γενέθλιο τόπο, ναι μπορώ να πω ότι και πατρίδα όλης της ποιητικής μου προσπάθειας, της γραφής μου, είναι ο τόπος που είδα το πρώτο φως, εκεί που ακούστηκε το πρώτο μου κλάμα της ζωής! Από εκεί εκπορεύονται όλες οι ευλογίες, όλα τα θαύματα! Από την Λιθαριά της Πέλλας δηλαδή, και από το όρος Πάικο. Εκεί επιστρέφω διαρκώς, για να αντλήσω δύναμη, να πάρω χώμα, νερό και ρίγος για τα ποιήματα μου. Και παραφράζοντας εκείνο το περίφημο· «είμαι ένας άνθρωπος που έρχεται συνέχεια από τον Πύργο» (Τάκης Σινόπουλος (Νυχτολόγιο), λέω πάντα πως: «Είμαι ένας άνθρωπος -το παιδί- που έρχεται διαρκώς από τη Λιθαριά!». Κάπως έτσι γράφτηκαν και οι παρακάτω στίχοι:
«…Γυρίζοντας μεσάνυχτα στο σπίτι
είδα το Πάικο στη μέση της κάμαρας,
την Λιθαριά με φεγγάρι και
τα σκυλιά να γαβγίζουν.
Είδα τα χορταριασμένα παιδικά απογεύματα,
την Κυριακή με το κουτσό της ποδάρι…».
(«Μοναχικός γυρισμός», Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΛΙΜΑΝΙΟΥ, 1987)
Σκέψεις και στίχοι σας για την Ελλάδα μέσα στον κόσμο σήμερα.
«…Αγάλματα και Ναοί και σαλπίσματα.
Ιδέες που έδυσαν.
Πληγές που δεν λένε να κλείσουν.
Θερμοπύλες, Μανιάκι, Καλάβρυτα…
Μια πατρίδα πικρή
που ολοένα σηκώνεται
και είναι πάντα
πεσμένη.
Φτάνει, αέρα, αέρα,
φτερά!
Αύριο ίσως βαδίσουμε στις πασχαλιές σου Ελλάδα.
(«Πάσχα των ονείρων IV», ΑΝΤΙΣΤΙΞΗ ΤΩΝ ΑΣΤΡΩΝ, 1997).
Αυτοί οι στίχοι, και όλοι όσοι απαρτίζουν τις τέσσερις ενότητες του ποιήματος «Πάσχα των ονείρων», θα έλεγε κανείς πως γράφτηκαν για να δώσουν την απάντηση σε αυτή την ερώτηση. Νομίζω όμως πως, όλα όσα έχω γράψει, κι αυτά που πρόκειται ακόμη να γράψω, δεν μπορεί παρά να περιέχουν την Ελλάδα, με το «διαρκές παρόν», το φωτεινό παρελθόν και το αβέβαιο μέλλον της. Ως όραμα, ως καημό και ως σκέψη. Η καθημερινότητά μας, είναι η ιστορία της. Είναι ο καθρέφτης της ζωής και η ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης. Όταν μιλάμε για την πατρίδα μας, μιλάμε -πρέπει να μιλάμε- για ολόκληρο τον κόσμο. Για την αγωνία, για τον αγώνα και για τις ελπίδες των ανθρώπων όλης της γης. Είτε αυτό γίνεται με φανερό τρόπο, είτε υπαινικτικά. Σε όποιο μέρος της γης κι αν ταξίδεψα, εκεί με περίμενε πάντα η Ελλάδα. Μια Ελλάδα. Η Ελλάδα του κόσμου. Ο Γιώργος Σεφέρης το είπε αλλιώς, με τον δικό του μοναδικό τρόπο: «Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει…» («Με τον τρόπο του ΓΣ.», 1936).
Σε μια πατρίδα πικρή, λοιπόν, που διαρκώς μάς πληγώνει, εμείς πρέπει να αναζητούμε την γλύκα και το μεγαλείο της ζωής. Για εμάς, για εκείνην και, κυρίως, για τους άλλους. Τους φυσικούς αποδέκτες των στίχων μας.