Scroll Top

Γιώργος Αλισάνογλου

Ο τόπος των ποιητών είναι η πατρίδα της γραφής τους. Εσάς πως επηρέασε τη γραφή σας ο τόπος σας;

Ο τόπος μου σήμερα είναι η Θεσσαλονίκη. Παλιά ήταν πόλεις στη βόρεια Βρετανία όπου ζούσα για επτά χρόνια. Πριν ήταν η Καβάλα. Ο τόπος της γραφής επηρεάζεται ούτως ή άλλως από το πώς βιώνω, βάλλομαι, ερμηνεύω τον τόπο όπου ενοικώ σε κάθε παρόντα χρόνο. Η λογοτεχνία, η ποίηση, αποτελούν μια ξεχωριστή ενασχόληση ώστε να εκτείνονται σε πεδία που έχουν να κάνουν με τον σύγχρονο άνθρωπο μέσα σε ένα αστικό κέντρο. Προχωρώντας στην Θεσσαλονίκη, παρατηρώντας τον κόσμο, παρατηρώντας όλα όσα μπορεί να δει κανείς με γυμνό μάτι, μα κυρίως, εκείνα που οι άνθρωποι δεν διακρίνουν καν. Εκεί ακριβώς, πολλές φορές, μου δημιουργείται η αίσθηση, ότι μέσα σε όλες τις επιδερμικές πραγματικότητες που συναντά κανείς σε έναν περίπατο, στην ύπαρξη του ανθρώπου αλλά και της ζωτικότητάς του, υπάρχουν μερικές στιγμές προνομιούχες, που αντιπαλεύουν μεταξύ τους. Από τη μια το δώρο αυτό της σύνδεσης περιπάτου – αίσθησης – γραφής, κι από την άλλη, μια αποστροφή που μου φέρνει η πόλη που συχνά, με οδηγεί σε αδιαφορία για την γραφή – τη λογοτεχνία – την αμφιβολία. Όλα αυτά βέβαια, σε μια στοχαστική φαντασμαγορία. Ο τόπος μου αλλάζει. Ο κόσμος μεταβάλλεται. Η πεποίθηση ότι οφείλω να αντιμετωπίσω το αντιποιητικό περισσότερο από το ποιητικό. Μιας και ο ίδιος ο ποιητής αλλάζει, συνειδητοποιώντας αυτή την αλλαγή, αναζητά νέα εκφραστικά μέσα για μια καινούργια πόλη – για έναν άλλο τόπο που ανοίγεται κάθε στιγμή μπροστά του.

Σκέψεις και στίχοι σας για την Ελλάδα μέσα στον κόσμο σήμερα.

Όταν είμαι γονατιστός
με τα δυο χέρια πίσω απ’ το κεφάλι
αλλάζει η εποχή στο δωμάτιό μου
εντοπίζει την θέση όπου δεν βρίσκομαι πια

μέλισσα κάθεται σε ξεραμένο μίσχο
η χώρα των ματιών είναι το φύσημα
που φέρνει το ποίημα στον Βαρδάρη
αλλάζει θέσεις διαρκώς στο δάσος του κορμιού μου

όπου σταθεί ορίζεται το τελευταίο σύνορο του χρόνου
λιβελούλα στη μυθική πρασινάδα της φυγής μου
ήταν η αλλοτινή μου Καβάλα
αύριο μπαίνουμε σε άλλη χώρα – ανάγκη γραμμένη σε μια ανάσα
θα μας υποδεχτούν πολλές μέλισσες, πολλοί κηφήνες

Η πεταλούδα θα με διαπεράσει σαν ρίγος
θα χάσω το κέντρο μου για δυο μαύρες λέξεις
για την υπερφορτωμένη πόλη ψυχών βραχυχρόνιας μίσθωσης
που μεταναστεύει στα σύνορα
αυτή η ερυθρότητα με οδηγεί πάντα στην αρχή

ποια είπαμε πως ειν’ η εποχή;