χρόνια τώρα,
δεν κατάφερα κανέναν να συναρπάσω.
Έτσι, έμαθα να μη ζητάω,
κι αν με δείτε να κουτσαίνω ξαφνικά όταν περπατάω,
είναι που βγαίνει ακάλεστο το τσαλακωμένο ώπα μου
σε κάποιο αναπάντεχο γύρισμα της μουσικής
που σιγοβράζει μέσα μου παραιτημένη
και προσπαθώ να το ημερέψω.
μην είμαι μ’ εκείνον που έφυγε εχθρός.
Δύσκολο πηγάδι η μνήμη˙
μαζί με το νέο νερό
συνάζονται και οι παλιές ευχές,
αντανακλούν αγωνία και φθορά.
Αντέχουν οι ξερολιθιές
τον καιρό που έρχεται και φεύγει,
ίδιες πάντα,
μα ανάμεσά τους;
Χλόη κι όχι ξερολιθιά ο έρωτάς μου,
φθαρτή ασπαίρουσα στιλπνάδα!
Και γι’ αυτόν λοιπόν πρέπει να ‘βρω χαϊμαλιά,
στη φωτογραφία εκείνου του καλοκαιριού να τα κρεμάσω
με σώματα γυμνά που υψωνόμασταν ως των δέντρων τις κορφές
κι ας ήμασταν στο χώμα ξαπλωμένοι.
Καλπάζει εντός μου η λήθη˙
πρέπει οπωσδήποτε να βρίσκω συνεχώς
νέους τρόπους να θυμάμαι.
Σπύρος Λαζαρίδης
Γεννήθηκε το 1958 στο Ηλιόλουστο του Κιλκίς και από το 1967 μένει στη Θεσσαλονίκη. Τελείωσε το Φυσικό τμήμα του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης και εργάστηκε ως καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση. Συ-νεργάστηκε με ποιήματα, δοκίμια και μελέτες με τα περιοδικά: «Διαγώνιος», «Οδός Πανός», «Εντευκτήριο», «Τραμ», «Η λέξη», «2 τροχοί», «Θεσσαλονικέων πόλις», «Ο δημότης», «Δυτικώς», «Τάμαριξ», «ΠΟΛΗ». Ποιήματά του ανθολογήθηκαν στη σειρά «Φωνές» των εκδόσεων Πρόσπερος, στο «Κατάλυμα νέων ποιητών της Θεσσαλονίκης 1980-1989» των εκδόσεων Μπιλιέτο, στο ιταλικό περιοδικό «Private», στην ανθολογία «A century of Greek poetry 1900-2000», Cosmos Publishing, στην ανθολογία «Η Θεσσαλονίκη των ποιητών» και στην ανθολογία ερωτικής ποίησης, εκδ. Ρώμη.