ΚΑΛΥΨΩ
Το χέρι είχε βάλει αντηλιά.
Τον κοίταζε που έφευγε.
Στητό κορμί
και βάδισμα γοργό.
Τον κοίταζε ως τη στροφή,
που χάθηκε,
του δρόμου.
Έβαλε πάλι τα μαύρα της γυαλιά.
Και πάλι μόνη.
(Κάνεις τόσα πολλά
για να΄σαι προορισμός
κι είσαι για κείνους,
ολιγόλεπτος σταθμός.
Ένα μονάχα πανδοχείο
στου δρόμου τους
τη σκόνη)
*Η ΓΚΑΡΝΤΑΡΟΜΠΑ
Την επικράτειά του,
γάτος κυρίαρχος μάρκαρε.
Είχε η ώρα σταματήσει
για τσιγάρο.
Της ψησταριάς ντουμάνιαζε τον τόπο
το φουγάρο,
μια νέα οδηγός
με δυσκολία πάρκαρε.Συσκέπτονταν τα σύννεφα
βροχή,
ένα σπουργίτι τσιμπολόγαγε
στων μυρμηγκιών την τρύπα,
την γκαρνταρόμπα της
άλλαζε αργά η εποχή.
γάτος κυρίαρχος μάρκαρε.
Είχε η ώρα σταματήσει
για τσιγάρο.
Της ψησταριάς ντουμάνιαζε τον τόπο
το φουγάρο,
μια νέα οδηγός
με δυσκολία πάρκαρε.Συσκέπτονταν τα σύννεφα
βροχή,
ένα σπουργίτι τσιμπολόγαγε
στων μυρμηγκιών την τρύπα,
την γκαρνταρόμπα της
άλλαζε αργά η εποχή.
Θα σε θυμάμαι,
είπε.
Θα σε θυμάμαι,
είπα.
Είμαι ο Τάσος Σ. Μάντζιος, καθηγητής σε γυμνάσιο, στο μάθημα των Θρησκευτικών. Γεννήθηκα στην Πλακωτή Θεσπρωτίας κι έχω εκδώσει μια ποιητική συλλογή με τίτλο “Τα οξέα του ποιήματος”. Ποιήματά μου έχουν φιλοξενηθεί σε ηλεκτρονικές λογοτεχνικές σελίδες και πολλά, τα αναρτώ στην σελίδα μου γνωστού ιστότοπου κοινωνικής δικτύωσης. Συμμετείχα με διάφορα ποιήματά μου σε αρκετές ανθολογίες Ποίησης.