Όσο οι λέξεις είναι φτιαγμένες από ανάσες και ανασαίνουν από ζωή, η ποιητική συνείδηση λάμνει ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, σ’ έναν τόπο μη τόπο, σ’ έναν χρόνο μη χρόνο, έναν φιλοσοφικό μη χωροχρόνο όπου όλα είναι φευγαλέα και ρευστά κι ο άνθρωπος-ποιητής γίνεται θεατής του εαυτού του, γράφοντας ποιήματα που στοχάζονται πάνω στον εαυτό τους, με αναγωγή στο παρελθόν και βλέμμα στο μέλλον, χωρίς συμπτώματα εικόνας, αλλά μιας ποίησης που αντιπαλεύει την ελαφρότητα της ύλης με τη βαρύτητα του πνεύματος.
Λευκή περγαμηνή, λευκός πάπυρος, λευκό χαρτί. Η φιλοσοφική συνείδηση του κόσμου ακτινοβολεί τη λευκότητά της. Όταν τα παλιά επιστρώματα ξύνονται και αφαιρούνται τότε όλα μοιάζουν να ξαναγράφονται από την αρχή, και τότε το αδρανές, το αόρατο, το αιώνιο, το βουβό, το διαρκές, το ανείπωτο, το ανώφελο, το απόλυτο, το ακυβέρνητο, το παντοδύναμο, το απάνθρωπο συντονίζονται πάνω σ’ ένα αόρατο παλίμψηστο που εμπλουτίζεται ολοένα από τις επιστρώσεις των αφυπνίσεων της ανθρώπινης συνείδησης που προσθέτει στο πέρασμά του ο ποιητής-άνθρωπος κατά την περιπλάνησή του «σε μιαν έρημο μεγάλη σαν κόσμο κι έναν κόσμο μικρό σαν σημάδι της στίξης».
Αναπόφευκτα, επικράτησε η έρημος./Η σκιά αποσύρθηκε στην εξορία της/ αφού πήρε μαζί της όλα τα πουλιά./Ο ήλιος μαστίγωνε το διχασμένο/-διχαλωτό, δίποδο, δίσημο;-/ζώο/ και η εκτυφλωτική προφάνεια των πραγμάτων/- γιατί κάθε τι το ίδιο με τον εαυτό του ακριβώς-/ παρέλυε ακόμα και το αεράκι της μετωνυμίας/ -για μεταφορά ούτε λόγος!-/ απ’ τις φυλλωσιές./
Ο τρελός ρωτούσε τις πέτρες/ για το νερό κι έπειτα έκλαιγε/ πάνω στις σπασμένες επιγραφές./
Αυτή είναι μια πρώτη προσέγγιση στον τίτλο και στο περιεχόμενο της ποιητικής συλλογής του Αντώνη Μπαλασόπουλου, που θα χαρακτήριζα ως μια επιτυχημένη απόπειρα φιλοσοφικής ποιητικής αλχημείας. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία θεματικά κεφάλαια: α. Όντα είναι, β. Η πληγή που μιλάει, γ. κάτοπτρα, υπό τον γενικό τίτλο της συλλογής «Λευκό στο Λευκό» με κάποιες απαραίτητες όσο και διαφωτιστικές σημειώσεις που επεξηγούν τις κρυφές συνδέσεις που χαρακτηρίζουν μέρος των στίχων, χωρίς όμως η διακειμενική διάθεση να υπερισχύει εις βάρος του πρωτότυπου κι αυτό είναι μια αδιαμφισβήτητη αρετή. Ενδεικτικά μόνον ο ποιητής επιχειρεί θεματική τροφοδοσία και ποιητική σύνδεση με τους Πλάτωνα, Παρμενίδη, Θουκιδίδη, Ξενοφώντα, Paul Celan, Σαίξπηρ, Καρούζο, διάφορους εικαστικούς σύγχρονους καλλιτέχνες και διανοούμενους, στους οποίους οι αναφορές γίνονται διακριτικά χωρίς να τονίζεται δυσάρεστα η ευρυμάθεια του ποιητή.
Η συλλογή περιλαμβάνει ένα σημαντικό όγκο συνειδητά ετερόκλητων ως προς το ύφος, την τεχνοτροπία και τη σύνθεση ποιημάτων που προσφέρουν εναλλαγές, διαφέροντας σημαντικά μεταξύ τους, μέσω των εύστοχων πειραματισμών του Μπαλασόπουλου με το υλικό του και τη γλώσσα, στέλνοντας ριπές δροσιάς στον αναγνώστη σαν μια βεντάλια που ξεδιπλώνει παράλληλα μιαν αξιοπρόσεκτη γκάμα από ποικιλότροπες εκφραστικές δυνατότητες.
Η ποιητική ανάγνωση που συμβαίνει όταν ο ποιητής διαβάζει τα σημάδια του κόσμου μέσα στην απεραντοσύνη του απείρου, όταν η σκέψη πηγαίνει όλο και πιο μακριά με την πεποίθηση ότι θα παραβιάσει τα όρια μέσα από το θαύμα της ανυπακοής, η κινητοποίηση της σκέψης και η αδρανοποίηση του φόβου, η εμβάθυνση στο μύχιο και στο αθέατο πέρα από το προφανές, ο ποιητής ως μάρτυρας του καιρού και της ύπαρξης, πασχίζει να λύσει τον γρίφο της αιώνιας παρεξήγησης ανάμεσα στον άνθρωπο και τον κόσμο, όπου ασύμμετρες γεωμετρίες σε ασύμμετρους καιρούς συμβαίνουν.
Στον καθρέφτη του ιδεατού/εσύ δεν είσαι εσύ∙/ σε έχει διαδεχτεί/ ένας άλλος εαυτός/ αβλαβής και χάρτινος./ Την ώρα που όρισες του επισκεπτηρίου/ απουσιάζουν όλα τα θηρία∙/μόνο κλουβιά προς θέασιν/ και τέρψιν του κοινού.
Μέσα από τις διαρκείς ταλαντώσεις της Ιστορίας το παρελθόν βυθίζεται ολοένα στην άβυσσο, η γνώση χάνει σε αξία, η αλήθεια ολοένα θολώνει, το βιβλίο του κόσμου για τον κόσμο χάνει την ιερότητά του κι όμως η πίστη μένει σ’ αυτό που δεν φαίνεται, σε ό,τι μας συνδέει∙ σε μια δυνατότητα πίστης, στην ελπίδα που μας κάνει να δημιουργούμε την πραγματικότητα από τη δυνατότητα, μαγεμένοι από το εύρος της περιρρέουσας πολυπλοκότητάς της.
Ερμητικά επτασφράγιστα μυστικά μοιάζουν ν’ αποκαλύπτονται μέσα από τα ποιητικά νεφελώματα, απ’ όπου ξετρυπώνουν λευκές αντανακλάσεις φωτός στην αναζήτηση μιας χαμένης αθωότητας, που συμβαδίζει με μια αιωνιότητα κι έπειτα με μια στιγμή που έχει περάσει, αλλά και με μια νέα αφετηρία με τα γραμμένα σβησμένα, με έκδηλη την ανάγκη να μηδενίσει κανείς ξεκινώντας απ’ την αρχή, να γίνει και πάλι το παιδί που παίζοντας αναποδογυρίζει τον κόσμο, με μιαν ερώτηση να πλανάται προς διερεύνηση: Πώς να σωθείς από τα δόντια της λήθης και του χρόνου; Από τη διαρκή διαγραφή, λήθη, εξάλειψη, επανάληψη, από τη συνέχεια της ασυνέχειας, από την ασυνέχεια της συνέχειας; Ίσως την απάντηση να μας τη δίνει έμεσα μέσα από τους στίχους του ο Αντώνης Μπαλασόπουλος προτρέποντάς μας να πιούμε λίγο από το γλυκό, συμπυκνωμένο γάλα της Μεταφυσικής.
[…]Λευκό στο λευκό:/ σαν να μην είδες τίποτε,/ σαν αυτό που είδες/ να μην είχε έρθει ακόμη,/ σαν να βρισκόταν ήδη/ απ’ την άλλη πλευρά της πτυχής/ που σε περιλαμβάνει./ Αρετή του ελάχιστου!/Γλυκό συμπυκνωμένο γάλα της Μεταφυσικής!/ Πάλι καμώνομαι τον θάνατο/ που βρίσκει τα όντα στο δάσος!/ Πάλι ντύνομαι με το τρίχωμα/ του γοερού θηρίου!/ Το πιο δύσκολο/ ίχνος, η κλωστή του υδράργυρου/ στο σπασμένο θερμόμετρο, στη σπασμένη/ λέξη/ η κινούμενη άμμος.
* Αντώνης Μπαλασόπουλος, Λευκό στο Λευκό, εκδ. Ενύπνιο 2021 σ. 93