Scroll Top

Παρωδία της σύγχρονης κουλτούρας – Κριτική από την Λίλια Τσούβα

   Η κουλτούρα εκτείνεται πέρα από τη βιβλιοθήκη και το θέατρο, σύμφωνα με τον Ρολάν Μπαρτ. Περιλαμβάνει το σύνολο της καθημερινής ζωής.

Η Βελγίδα ηθοποιός και συγγραφέας Ιζαμπέλ Βερύ (Isabelle Wéry) στο μυθιστόρημά της Ξεκοκαλίζοντας τη Μαριλύν καταπιάνεται με την κουλτούρα της εποχής, καυτηριάζοντας τη σύγχρονη μυθολογία και την αισθητική της. Στο σουρεαλιστικό της κολάζ στροβιλίζονται άνθρωποι και ιδεολογίες, πλασματική και πραγματική ζωή. Το σύμπαν αναφοράς της περιλαμβάνει θέματα, όπως o φεμινισμός, η καταπίεση, η τηλεόραση, η σεξουαλικότητα, η ελευθερία, και πάνω από όλα ο έρωτας και η αγάπη.

Η Ιζαμπέλ Βερύ γεννήθηκε στη Λιέγη. Σπούδασε θέατρο στο Ανώτερο Εθνικό Ίδρυμα Θεάματος και Τεχνών (INSAS) και έχει έως τώρα γράψει τέσσερα μυθιστορήματα. Το 2013 έλαβε το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το βιβλίο της Ξεκοκαλίζοντας τη Μαριλύν, το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Βακχικόν (2021) σε υπέροχη μετάφραση της Ανδριάνας Χονδρογιάννη. Λάτρης του θεάτρου και της ποίησης η Ιζαμπέλ Βερύ συμμετείχε έως τώρα σε πολλές παραστάσεις στη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Το Ξεκοκαλίζοντας τη Μαριλύν είναι ένα έργο με ηρωίδα τη Μαριλύν Τυρκύ που γράφει ένα μυθιστόρημα εισχωρώντας στο βάθος της συνείδησης και επανεξετάζοντας τη ζωή της. Προσβλέποντας στα αλλοτινά βιώματα, επαναφέρει μνήμες από την παιδική ηλικία. Κέντρο του ενδιαφέροντος στη ζωή της ήταν πάντα η αγάπη, η ρομαντική εκείνη συνάντηση δύο ψυχών που θα όριζε το μεγαλείο ενός συναισθήματος ξεχωριστού και αδιατάρακτου. Για να διερευνήσει όμως τα όρια του συναισθήματος αυτού η Μαριλύν, δεν διστάζει να φτάσει στα άκρα. Ξεκοκαλίζοντας τις εμπειρίες της και εντρυφώντας στην ανάγκη δύο πλασμάτων να γεύονται την αγάπη, καταβυθίζεται στις αναμνήσεις μιας προσωπικής πορείας ιδιαίτερα τολμηρής.

Τα τρία κεφάλαια το έργου θυμίζουν θεατρικές πράξεις και σχετίζονται με τις αναμνήσεις των πιο σημαντικών περιόδων στη ζωή της Μαριλύν: την παιδική, τη νεανική και την ώριμη ηλικία. Οι τίτλοι παίζουν με τη λέξη ξεκοκαλίζοντας του γενικού τίτλου:

Πρώτο κόκαλο: είμαι 6-8 χρονών,

Δεύτερο κόκαλο: είμαι 25 χρονών,

Τρίτο κόκαλο: είμαι εδώ και τώρα.

   Η Βερύ στο μυθιστόρημα Ξεκοκαλίζοντας τη Μαριλύν κάνοντας χρήση μεταμοντερνιστικών τεχνικών, όπως η διακειμενικότητα, η εικαστική αποτύπωση των σκέψεων και η ποιητικότητα, ειρωνεύεται τους μύθους που κατασκευάζει η κοινωνία μας για τον έρωτα, την αμφίεση, την κομψότητα, το look. Αποκαλύπτει τους ψυχολογικούς παράγοντες που διαμορφώνουν την ιδεολογία της προσποίησης, με τις κούφιες φιγούρες του make up και του glitter, τα βαμμένα μαλλιά και τα κλισέ για άνδρες και γυναίκες. Διαποτίζοντας το έργο της με χιούμορ και σαρκασμό, ανασύρει πίσω από τις οικειοποιημένες αυτές μορφές κουλτούρας τον θρίαμβο του αποξενωμένου ανθρώπου, τα ανθρωποειδή με τον ναρκισσισμό, τον μηδενισμό και την κατακερματισμένη συνείδηση.

   Είμαστε τόσο όμορφοι, τόσο όμορφοι… άδειοι, έλεγε ο στίχος των Sex Pistols.

   Η απουσία της ντροπής προς όφελος της ευχαρίστησης, γράφει η συγγραφέας.

Η Βερύ έχει αφομοιώσει τις κουλτούρες της rock, των beats, του underground, των cartoon. Με εργαλείο τη γλώσσα τους, στηλιτεύει την πατριαρχία και τους μηχανισμούς της θρησκείας, τον τρόπο λειτουργίας της εκπαίδευσης, την κάθε είδους κακοποίηση. Θίγει διαχρονικά, αλλά και σύγχρονα προβλήματα, όπως το υπαρξιακό, το ζήτημα της ευτυχίας, του φεμινισμού, της ομοφυλοφιλίας, των παιδικών φόβων και ονείρων. Καταπιάνεται με τη μόδα, το στυλ, το internet.

Μια τάρτα γενεθλίων είναι η ολότητα του βίου, σύμφωνα με τη Βερύ. Μόριά της η αναζήτηση φύλου, συντρόφου, επαγγέλματος. Η ζωή διαποτίζεται με αλήθειες και ψεύδη, αδιέξοδα και ενοχές. Η Μαριλύν αναζητά από τη μικρή ηλικία την αγάπη. Όμως χάνεται κάποια περίοδο της ζωής στη σκοτεινή αντανάκλαση του εαυτού και τις ανώμαλες επιφάνειες των οργίων. Η Βερύ βάζει τη Μαριλύν να λιποθυμάει μέσα στα κλαμπ των οργίων. Δεν αντέχει με τη γεύση του θανάτου μέσα στη ζωή. Ένα εσώρουχο είναι το σεξ χωρίς συναίσθημα, γράφει. Ο άνθρωπος ψάχνει μονίμως την αγάπη. Το μυαλό θέλγεται από την τρυφερότητα και την απλότητα. Όμως η αγάπη χάνεται στην κενότητα. Γι’ αυτό και η ερώτηση της Μαριλύν επανέρχεται αγωνιώδης στο έργο:

   Πού είσαι, Αγάπη μου;[i]

   Θα μπορούσε να είναι αυτό η Αγάπη Μου;[ii]

Η Βερύ με τη διαρκή απορία της ηρωίδας για την αγάπη, μας οδηγεί στο παιχνίδι των επιφανειών και της απώλειας του πραγματικού, αποκαλύπτοντας το ψεύδος της εικονικής πραγματικότητας. Μια προσομοίωση είναι η τηλεόραση, η Ντίσνεϋλαντ, τα καρτούν, τα κοινωνικά δίκτυα. Μια εξιδανίκευση. Οι πραγματικοί άνθρωποι, επηρεασμένοι από την εικόνα, λειτουργούν σαν καρικατούρες, σαν ομοιώματα, συγχέουν την εικόνα με την πραγματικότητα. Ναρκισσεύονται με τα ομοιώματά τους στον καθρέφτη, όμως βρίσκονται μακριά από τον πραγματικό τους εαυτό. Η Βερύ βάζει μια φίλη τής Μαριλύν να αλλάζει το χρώμα των ματιών της με ειδικούς φακούς και να γίνεται αγνώριστη. Ο θρίαμβος της εικόνας, η απομάκρυνση από το «είναι».

   Όλα είναι μοντέλο, εικόνα, όλα είναι επιφάνεια χωρίς βάθος, πίστευε ο Μπωντριγιάρ. Η Βερύ εξερευνά τα όρια της κουλτούρας. Το όνειρο του καθενός για τον μεγάλο έρωτα και τη λειτουργία της εικόνας σε αυτό. Εμβαθύνει στα ζητήματα φύλου, την queer θεωρία. Εστιάζει στις εξιδανικευμένες εικόνες αρρενωπότητας και θηλυκότητας που παρουσιάζουν οι διαφημίσεις. Κανένας άνθρωπος δεν είναι έτσι, παρόλο που κάποιοι προσπαθούν να μοιάσουν σ’ αυτές τις εικόνες. Η εικόνα με τον τρόπο αυτό γίνεται πραγματικότητα ή τείνει να συγχέεται με αυτή. Πίσω από τη βιτρίνα της Barbie και τους «αρρενωπούς» άνδρες με το τσιγάρο των διαφημίσεων, πίσω από τα αμερικανικά είδωλα, τα προϊόντα made in China, τα στριγκ, τη γκλαμουριά, την υποχρέωση τού να είσαι σέξι, κρύβεται η κενότητα, η αποκτήνωση, ο κυνισμός, η σχιζοφρένεια, οι αγορές.

Η Ιζαμπέλ Βερύ μέσω της ηρωίδας της που γράφει ένα μυθιστόρημα, εστιάζει και στην ερωτική σχέση του συγγραφέα με τη γραφή, τη γοητευτική διαδικασία τού να μπεις σ’ ένα άλλο πρόσωπο, σ’ έναν χαρακτήρα του έργου σου.

   Δωμάτιο, κρεβάτι, γράψιμο. Το τρίπτυχο της ευτυχίας, γράφει.

   Στην καλύτερη μορφή της η ζωή, όπως και η τέχνη, είναι επαναστατική. Στη χειρότερη είναι μια φυλακή, έγραφε το 1977 ο κοινωνιολόγος Paul Willis.

Η Ιζαμπέλ Βερύ στο μυθιστόρημά της Ξεκοκαλίζοντας τη Μαριλύν χρησιμοποιεί γλώσσα υπερρεαλιστική, παραβατική. Δημιουργεί ένα έργο ποιητικό, γεμάτο λογοπαίγνια και παρηχήσεις, συνδέσεις με τη μουσική, το θέατρο, τη σκηνοθεσία, το παραμύθι. Το έργο της είναι μια θαυμάσια παρωδία της σύγχρονης εποχής με τολμηρές παρομοιώσεις και πλούσια ειρωνεία. Όχι τυχαία, στο εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης, τοποθετήθηκε η φωτογραφία της Μέριλυν Μονρόε, ενός από τους πιο επιδραστικούς και κατασκευασμένους μύθους περί θηλυκότητας.

Η Ιζαμπέλ Βερύ θριαμβεύει με την αιρετική της γραφή. Από τις σελίδες της αναδύεται ο θραυσμένος και ηθικά διχασμένος άνθρωπος της εποχής, με τη ματαιόδοξη ανάγκη του για εξαπάτηση των άλλων, αλλά και του εαυτού του.

[i] Σελ.90
[ii] Σελ.75