Ένα ρήμα, ένα τηλεφώνημα
Τρίτη, 19 Νοεμβρίου 1991. Η σελίδα βιβλίου της Καθημερινής, που είχα την επιμέλειά της, αφιερώνεται στον Οδυσσέα Ελύτη και τα Ελεγεία της Οξώπετρας. Στο πάνω μισό της ο Άρης Μπερλής, φίλος αγαπημένος, γράφει για την «ποίηση του Ελύτη καταντικρύ της δεινής κυριολεξίας του θανάτου». Στο κάτω μισό, το δικό μου κείμενο, με τον τίτλο «Μ΄ ένα μετέωρο ρήμα σαν κλειδί του κόσμου», ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με το ποίημα «Ρήμα το σκοτεινόν». Προτείνω μάλιστα μιαν αυθαίρετη, τι άλλο, ερμηνεία του ρήματος «καταρκυθμεύω»: «Αν σπάσουμε το ρήμα “καταρκυθμεύω” στη μάλλον δηλούμενη εγκοπή του, το “κατάρ” ίσως μας οδηγήσει συνειρμικά στο “καταρτίζω” και το “καταρτύω”, το ρυθμίζω δηλαδή και το διευθετώ, δύο ρήματα που κάθε ποιητής επιθυμεί να πραγματώσει. Το δεύτερο μέλος της λέξης, έτσι όπως αυθαίρετα κι ίσως ανώφελα την κερματίσαμε, το “κυθμεύω”, απηχεί την Κυθέρεια και καλεί τη μακρινή εξαδέλφη Σαπφώ. Με το ζευγάρι ποίηση-έρωτας ανοίγει η γη και γονιμεύεται».
Το απόγευμα μια φωνή στο τηλέφωνο, γνώριμη μόνο από την τηλεόραση, με ευχαρίστησε ζεστά για τη σελίδα που αφιερώθηκε στα Ελεγεία. Ήταν ο Ελύτης. Φυσικά και δεν το περίμενα. Φυσικά και η άναυδη χαρά μου χρειάστηκε κάμποσα δευτερόλεπτα ώσπου να ψελλίσει τις δικές μου ευχαριστίες. Φυσικά και δεν ρώτησα τίποτε για το «σκοτεινό ρήμα». Και φυσικά κρατάω ακόμα τη ζέστα εκείνης της απροσδόκητης φωνής.