Αν ο προορισμός της Λογοτεχνίας είναι να εξορύσσει και να μεταφέρει ποιητικά το άλεκτο της κοινωνικής πραγματικότητας, τότε στις μέρες που διανύουμε έχει προς άντληση υλικό τρομακτικών καταρρεύσεων.
Το θέμα, όμως, είναι αν παράγεται Λογοτεχνία μεγάλης πνοής. Χρειαζόμαστε, με άλλα λόγια, μία Λογοτεχνία που θα ενθρονίσει τη Φωνή της, χωρίς να ολιγοπιστήσει ούτε στο ύφος ούτε στον υψηλό στοχασμό.
1.
Αλήθεια
πώς άλλαξε τελευταία ο ορίζοντας
λες και τον βασανίζουν
κλαίοντα στήθη ενός άλλου αιώνα
χέρια
πόδια
κεφάλια
σε ακροβασίες επί ξυρού ακμής;
Είναι η παρακμή που εξαπλώνεται σαν επιλήψιμη πανδημία
ή μήπως στέρεψαν οι ουρανοί;
2.
Έτσι, που λέτε, έγιναν τα πράγματα
Πρώτα έφραξαν το κατώφλι της πόλης
Στη συνέχεια σταμάτησαν τα αλισβερίσια
Σφραγίστηκαν παράθυρα και πόρτες
Για να μην συναντηθεί η ανάσα σου με την ανάσα μου και γίνει νεκρό σημείο Κεκλεισμένων των στομάτων
Προς παραδειγματισμό, δεν ξέρω ποιας μοίρας
Χωρίς τον Ξένο να κρούει καλέσματα φιλοξενίας
Τι νηστεία, αλίμονο, και τούτη από Άνθρωπο
Μόνο τα ζώα και τα πουλιά μιλούσαν ακόμη ζωντανές γλώσσες
Αν έσκυβες να ακούσεις τι έλεγαν
θα έβλεπες φθόγγους με φτερά και χρώματα να ανεβαίνουν στον ουρανό
ευχαριστίες στην ελεύθερη Φύση
Έτσι, που λέτε, ξεκίνησε η αιωνιότητα της τερατωδίας μας
χωρίς να γνωρίζουμε πότε θα αναθρώσκουμε αλύγιστοι προς τα αστέρια
αυτά τα ένδοξα σημάδια δωρεάν φωτός
Και πώς θα κάνουμε αντίσταση ενάντια στη βουή
που βράζει από τα έγκατα σαν προφητεία πολέμου
Τέτοια άδοξη ιστορία, λοιπόν, έμελλε να συνοδεύει τις μέρες μας;
Για ένα θηρίο ανήμερο που βρυχιόταν αλλόφρον
εν μέσω σιωπής και ξηρασίας;
3.
Λες και δεν φτάνει του οίκου ο νόστος
ο ιδιωτικός και ο δημόσιος
είναι και τα οδόσημα
που φυτεύουν στην αυλή μας
περαστικοί οι Ποιητές
με πένες εκ θαύματος
αλλιώς χάρακες εγκάρσιους στο σώμα το φθαρτό
καταπώς συγγένειες εκλεκτικές
των αστεριών και του χάους
Και ούτω πορευόμαστε
4.
Μήπως έφτασε ο καιρός
να Συναντηθούμε
ανυπόδητοι
ανένδυτοι
πρωτόπλαστοι
γύρω από τη φωτιά
για να ξεμαγαρίσουμε το Άλας της Γης
που ματώνει;