Scroll Top

Ο πεζογράφος βρίσκεται διαρκώς μέσα στον παλμό και την ανάσα του κόσμου – Της Ελένης Πριοβόλου

Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του πεζογράφου στην κοινωνία;/Σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή του κορωνοϊού, έχει ιδιαίτερο ρόλο η πεζογραφία;
Με ρωτάτε εάν η θέση μιας πεζογράφου στην καθημερινότητα της κοινωνίας έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, κυρίως σε περιόδους κρίσης, όπως της πανδημίας που βιώνουμε στις μέρες μας.

Θα μιλήσω προσωπικά. Διότι κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός, το ίδιο και ο κάθε ποιητής, πεζογράφος, εικαστικός, τεχνίτης του λόγου και της σκέψης.

Δεν ήμουν ποτέ εφησυχασμένη. Ακόμα και τις μέρες της πλασματικής ευμάρειας των περασμένων δεκαετιών, πολιτικά σκεπτόμενη, βρισκόμουν διαρκώς σε αναμονή και εγρήγορση. Πίστευα πως κάποια στιγμή θα ξεσκεπαζόταν το ψέμα. Με ανησυχούσε η σταδιακή μετατροπή του ανθρώπου σε αδηφάγο καταναλωτικό ον, κύτταρο μιας μάζας, ομοιόμορφα σκεπτόμενης, ως προς την γραμμή του life style, που πρότειναν τα «παντοδύναμα» μέσα προπαγάνδας.

Από την εποχή του Τσερνομπίλ και εντεύθεν παγιώθηκε μέσα μου και η έννοια της αποκόλλησης μας από τη φύση.

Έτσι όλη μου η πεζογραφική πορεία-αρχής γενομένης από τα παιδιά και τους εφήβους και εν συνεχεία για ενήλικες-ασχολείται με το καίριο ερώτημα. «Τις πταιει;» «Ατομική και συλλογική ευθύνη», «ο φόβος, φυσικός αλλά και κατασκευασμένος από την εκάστοτε κυρίαρχη ιδεολογία». Πάνω από όλα με απασχολεί το θέμα της Ελευθερίας. Επιλέγουμε ή είναι δρομολογημένη αυτή που ονομάζεται «ελεύθερη επιλογή;»

Όλο τούτο το «προζύμι» της δημιουργίας πλάθεται μέσα σε δύσκολους καιρούς. Διότι δύσκολοι ήταν και οι καιροί που καταναλώναμε περισσότερα από όσα παράγαμε, όντας εθελουσίως πιόνια, του παιχνιδιού των τραπεζών και κερδοσκόπων. Μέσα στην ελαφρότητα του συρμού και με τα υποψιασμένα αντανακλαστικά σε αδράνεια ή εθελοτυφλία, δεν μένουν περιθώρια χρόνου να γίνει αντιληπτό αυτό που έρχεται. Είναι η εποχή που η μεγάλη πλειοψηφία ακολουθεί το ρεύμα. Μέχρι που μπουκάρει το οικονομικό τσουνάμι και βρίσκει το σύνολο απροετοίμαστο. Γυμνό. Οι παγκόσμιοι κερδοσκόποι πάλι διαβαίνουν αβρόχοις ποσί. Οι μάζες-τα πιόνια-είναι οι μεγάλοι χαμένοι.

Ακολουθεί η πανδημία να μας παγιώσει το αίσθημα πως κυρίαρχη είναι η φύση και καθόλου ο άνθρωπος. Η παραβίαση των κανόνων της και όχι η αρμονική συμβίωση με αυτούς τους κανόνες δεν γίνεται να μην έχει συνέπειες τις οποίες εγκληματίας και ηθικός αυτουργός θα υποστεί.

Σαν πεζογράφος λοιπόν- και όχι μόνο εγώ- βρίσκομαι διαρκώς εγκεφαλικά αλλά και νοητικά μέσα στο συνταρακτικό γίγνεσθαι της ανθρώπινης κοινωνίας αλλά και της ύπαρξης του κάθε ατόμου μέσα σε αυτό το γίγνεσθαι.

Το έργο που θα προκύψει-διότι αργά ή γρήγορα προκύπτει το αποτέλεσμα της όλης διεργασίας-θα βγει και θα παραδοθεί στην κοινωνία, η οποία θα το πάρει και μέσα από τον λόγο ή της θέσεις θα προσπαθήσει να επικοινωνήσει, να αντιληφθεί, να γευτεί ή να μην απολαύσει ούτε μια στάλα λογοτεχνικής χάρητος. Εξαρτάται τι θα προσφέρεις και πως.

Συμπερασματικά λοιπόν ο πεζογράφος βρίσκεται διαρκώς μέσα στον παλμό και την ανάσα του κόσμου. Ακόμα και αν τα γεγονότα περνούν σε ιστορικό πλέον χρόνο.

Μέσα στις εποχές δόθηκαν σπουδαία δείγματα γραφών σχετικών με τις πανδημίες. Αναφέρω ενδεικτικά το «Δεκαήμερο» του Βοκκάκιου, η «Πανούκλα» του Καμύ, ο «έρωτας στα χρόνια της χολέρας» του Μαρκές, « η πανούκλα στο Λονδίνο» του Ντεφόου».

Σαν πεζογράφος βρίσκομαι μέσα στην κοινωνία. Στα σοβαρά θέματα και τα προβλήματα της. Διότι εκτός από συγγραφέας είμαι και άνθρωπος και πολίτης.

Όπως αναφέρει ο Ροζέ Μιλλιέξ, όταν άρχισε η Κατοχή βρέθηκε με τη σύζυγό του Τατιάνα στο σπίτι του Σικελιανού. Οι κουβέντες όλων περιστρέφονταν γύρω από την λογοτεχνία. Τότε ο Άγγελος Σικελιανός τους έφερε μπροστά στις ευθύνες τους. «Όλα καλά τα περί λογοτεχνίας. Όμως εκεί έξω η πίνα άρχισε να θερίζει. Κάπως πρέπει να συμμετέχουμε και εμείς». Εννοούσε τα συσσίτια.

Τη νέα εποχή- που ιστορικά θα την θυμόμαστε σαν την μετά τον κορονοίό -είθε η ανθρωπότητα να στραφεί προς μια ολιστική αναγέννηση.

* Η Ελένη Πριοβόλου γεννήθηκε στο Αγγελόκαστρο Αιτωλίας και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες. Γράφει αναζητώντας την ευρυθμία και την καθαρότητα του λόγου. Η τάση να αναπαριστά με σύμβολα τον κόσμο τη στράτευσε στο παραμύθι, το οποίο υπηρετεί μέχρι σήμερα. Έχει καταθέσει είκοσι δυο βιβλία για παιδιά και εφήβους, επτά μυθιστορήματα για μεγάλους, μία νουβέλα και ένα βιβλίο με ιστορίες. Το 2010 τιμήθηκε με το Βραβείο Αναγνωστών του ΕΚΕΒΙ για το μυθιστόρημά της Όπως ήθελα να ζήσω. Επίσης έχει αποσπάσει το Βραβείο Λογοτεχνικού Βιβλίου για Μεγάλα Παιδιά του περιοδικού Διαβάζω για το βιβλίο της Το σύνθημα (2009).