Scroll Top

Δεν ξέρω αν μπορεί να υπάρξει ζωή χωρίς συνεχείς «κρίσεις», είτε αυτές είναι ατομικής είτε συλλογικής κλίμακας – Του Χρήστου Αρμάντο Γκέζου

Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του πεζογράφου στην κοινωνία; 

Δεν ξέρω ποια χαρακτηριστικά μπορεί να είναι ιδιαίτερα σε μια κοινωνία, αφού ο κάθε ρόλος έχει τα δικά του που επιτελούν συγκεκριμένες και λιγότερο ή περισσότερο διακριτές λειτουργίες. Ο πεζογράφος πάντως στην κοινωνία θα έλεγα ότι έχει μια θέση που μου θυμίζει εκείνη του παραμυθά σε κάποιες οικογένειες.

  Ο άνθρωπος από τα πρώτα του βήματα συναρπαζόταν από τις ιστορίες και τις αφηγήσεις και αυτός ακριβώς ο θεμελιώδης λόγος είναι που κάνει τη λογοτεχνία τόσο γοητευτική και απαραίτητη. Μέσα από αυτές τις ιστορίες ο άνθρωπος δίνει μια ψευδαίσθηση τάξης στον κόσμο που τον περιβάλλει και παράλληλα ζει ζωές που δεν μπόρεσε ή δεν θα ήταν δυνατόν ποτέ να ζήσει.
  Επιπλέον, ο πεζογράφος, από τη θέση εκείνου που πλάθει φανταστικές πραγματικότητες, διαθέτει ή καλό θα είναι να διαθέτει οξυμμένη ενσυναίσθηση, η οποία θα του επιτρέπει να συμμερίζεται προβλήματα που δεν τον αφορούν ή θίγουν άμεσα. Αυτή την υπερβατική, μαγική σχεδόν ιδιότητα, μπορεί να τη μεταφέρει και στους αναγνώστες του, οι οποίοι έτσι πλουτίζουν συναισθηματικά και πλαταίνουν το βεληνεκές της εμπειρίας τους, με αποτέλεσμα να μπορούν πιο εύκολα να ενδιαφερθούν για ζητήματα που σε διαφορετικές περιστάσεις δεν θα μπορούσαν καν να κατανοήσουν. Αυτό μπορεί να συνδυάζεται και με την παρατηρητικότητα του πεζογράφου, που έχει τη δυνατότητα να φωτίζει άρρητες πτυχές της καθημερινότητας οι οποίες κι αυτές με τη σειρά τους οδηγούν σε μια πιο σφαιρική και βαθιά κατανόηση κοινωνικών και ψυχικών φαινομένων.
  Διαβάζοντας κανείς τα Σταφύλια της Οργής  του Τζον Στάινμπεκ, για παράδειγμα, βουτάει στις αγωνίες ανθρώπων που πασχίζουν και παλεύουν να τα φέρουν βόλτα στη ζωή. Ίσως έτσι να νιώσει συμπόνια, ίσως και όχι, σε κάθε περίπτωση όμως έπειτα θα είναι μεγαλύτερες οι πιθανότητες από ό,τι πριν (έστω κατά ένα ελάχιστο ποσοστό, που όμως μπορεί και να μην είναι αμελητέο αθροιστικά) να νοιαστεί για τη βελτίωση των οικονομικών και εργασιακών συνθηκών μεγάλων μερίδων του πληθυσμού, ακόμα και αν ο ίδιος δεν αντιμετωπίζει δυσκολίες τέτοιας έκτασης ή βαρύτητας.
 Σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή του κορωνοϊού, έχει ιδιαίτερο ρόλο η πεζογραφία;  Δεν μου αρέσει γενικά όταν κάποιος θυμάται κάτι σε ώρες ανάγκης, είτε αυτό είναι λογοτεχνία είτε οτιδήποτε άλλο. Δεν μου αρέσει όταν διαβάζουν βιβλία στις παραλίες μόνο για να γεμίσουν ώρες ανάμεσα στις βουτιές ή στις αίθουσες αναμονής των ιατρείων μέχρι να έρθει η σειρά τους. Αυτή η αντιμετώπιση υποβιβάζει το βιβλίο (ή και άλλα αντικείμενα ή και ανθρώπους, αναλόγως την περίσταση), εργαλειοποιώντας το με έναν τρόπο που περιορίζει και αποκρύπτει την πραγματική του αξία. Παρόμοια, δεν θα ήθελα η πεζογραφία να έχει ρόλο σε περιόδους κρίσης, τον οποίο δεν έχει και σε περιόδους «κανονικότητας». Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει πως δεν γίνεται να ισχύει κάτι τέτοιο, ωστόσο είναι μια κατάσταση που διαμορφώνεται ανάλογα με τη δική μας διάθεση και οπτική.

  Ας δούμε την περίοδο της καραντίνας, για παράδειγμα, κατά την οποία πολύς κόσμος στράφηκε – θεωρητικά, τουλάχιστον – στο βιβλίο. Προσωπικά, το είδα αυτό σαν μια παραδοχή ή ομολογία πως το βιβλίο για πολύ κόσμο δεν είναι τίποτε άλλο από ένα αποπαίδι του χρόνου του, ένα πάρεργο στο οποίο καταφεύγει για να σκοτώσει τις ώρες. Το βιβλίο, η λογοτεχνία, επιβραβεύεται, αποθεώνεται ακόμα, όταν το επιλέγουμε επειδή το κρίνουμε ως έναν παραγωγικό και συναρπαστικό τρόπο για να ξοδέψουμε τα περιορισμένα λεπτά του χρόνου μας.
  Από εκεί και πέρα, και εκτός καραντίνας, δεν ξέρω αν μπορεί να υπάρξει ζωή χωρίς συνεχείς «κρίσεις», είτε αυτές είναι ατομικής είτε συλλογικής κλίμακας. Η λογοτεχνία αυτές καταγράφει, αυτές αναδεικνύει και αυτές μεταλλάσσει σε κάτι ανώτερο.* O Χρήστος Αρμάντο Γκέζος γεννήθηκε στη Χιμάρα και μεγάλωσε στη Λακωνία. Έχει εκδώσει τα βιβλία: «Ανεκπλήρωτοι Φόβοι» (ποιήματα – Κρατικό Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα 2013), «Η λάσπη» (μυθιστόρημα – Μελάνι, 2014), «Τραμπάλα» (διηγήματα – Μελάνι, 2016), «Το δέντρο που είχε μια μπάλα για κεφάλι» (παιδικό εικονογραφημένο – Καστανιώτης, 2019). Ζει στην Αθήνα.