Scroll Top

Η ΘΕΑΤΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ – Του Γιώργου Κόρδη

Έγραφε ο Γιώργος Σεφέρης, αφού επισκέφτηκε τις ιστορημένες λαξευτές εκκλησιές στην Καππαδοκία της Μικράς Ασίας, πως η βυζαντινή ζωγραφική εκτός των άλλων έχει θεατρικότητα. Κι αυτό το έλεγε ως αρετή κι όχι ως ψόγο όπως θα το εξελάμβαναν σήμερα πολλοί εικαστικοί που ταυτίζουν την θεατρικότητα με το ψεύτικο ζητώντας, υποτίθεται, οι ίδιοι την “φυσικότητα”.

Μου πήρε χρόνια να το καταλάβω. Θαρρώ πως κάτι έχω πια καταλάβει. Ίσως εννοήσω περισσότερο στο μέλλον άμα καταφέρω να αλλάξω λόγο θέασης των πραγμάτων και απεγκλωβιστώ από το νατουραλισμό της Αναγέννησης και των επίγονων τάσεων.

Η βυζαντινή ζωγραφική έχει θεατρικότητα γιατί δεν αναπαριστά αλλά γράφει και ιστορεί σε παροντικό χρόνο κατενώπιον θεατών τους οποίους θεωρεί παρόντες κι όχι απόντες. Στην αναγεννησιακή τέχνη και σε ό,τι ακολούθησε το έργο τέχνης υπάρχει εξ αντικειμένου και υφίσταται σε παρελθοντικό χρόνο ερήμην των θεατών οι οποίοι ως τρίτοι μπορούν να έχουν μαζί του διάλογο αλλά δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση τον λόγο υπάρξεως του έργου. Οι φόρμες δηλαδή του έργου δεν πλάθονται με λόγο τον θεατή αλλά την σύσταση μιας ορθής κατασκευής που αναπαριστά πιστώς τον φαινόμενο κόσμο.

Στην βυζαντινή ζωγραφική τα πράγματα γράφονται ώστε να έχουν αναφορά στον θεατή ο οποίος λογίζεται πως είναι παρών όπως ακριβώς σε μια θεατρική παράσταση. Ο χώρος π.χ στις εικόνες είναι όπως η σκηνή θεάτρου, μια στενή λωρίδα γης όπου πατούν οι “πρωταγωνισταί” και οι “δευτοαγωνισταί” και όλοι κι όλα κινούνται και αναφέρονται προς την μεριά του θεατή αφού είναι ο μόνος χώρος που έχουν.

Ύστερα και ο τρόπος που συντίθενται τα πράγματα είναι θεατρικά δηλαδή δεν μιμούνται αναπαραστατικά την φαινομενική πραγματικότητα. Μάλιστα αδιαφορούν συχνά αν όσα ζωγραφίζονται μοιάζουν με τα αντίστοιχα φαινόμενα. Όλα στήνονται ώστε να φαίνονται ωραία και καλά στον θεατή , να επικοινωνούν με τις αισθήσεις του και να μεταφέρουν σε αυτόν κάποιες ποιότητες που θέλει ο ζωγράφος να μεταφέρει. Οι ποιότητες αυτές δεν είναι κατ᾽ ανάγκη συναισθήματα και ιδέες. Οι ποιότητες αυτές μπορεί να είναι ένα ύφος ή ένα ήθος, ένας τρόπος ύπαρξης των πραγμάτων, πράγματα δηλαδή που στις μέρες μας και στα πλαίσια του δυτικού μας πολιτισμού μοιάζουν αλλόκοτα ή αδιάφορα.

Εν πάσει περιπτώσει, έτσι γράφοντας και συνθέτοντας η βυζαντινή ζωγραφική δεν προσπαθεί να εξαπατήσει την αίσθηση του θεατή δημιουργώντας την ψευδαίσθηση του πραγματικού. Δεν προσπαθεί να είναι πειστική. Γι’ αυτό και δεν είναι, εκτός λίγων εξαιρετικών στιγμών, δραματική και φορτισμένη συναισθηματικά. Παρουσιάζει δεν αναπαριστά, δείχνει δεν κοροϊδεύει, δεν πείθει αλλά καλεί ολόκληρο τον άνθρωπο σε μετοχή με την καρδιά και το νου και το σώμα. Γι’ αυτό το νόημα, η μελωδική του χρώματος και των γραμμών και ο ρυθμός όλων των στοιχείων είναι ισορροπημένα και σε θαυμαστή αλληλοπεριχώρηση.

Η Βυζαντινή ζωγραφική είναι θεατρική γιατί στοχεύει στην μέθεξη με το πραγματικό κι όχι στην αναπαράσταση του πραγματικού.

* Ο Γιώργος Κόρδης είναι ζωγράφος, εικονογράφος, συγγραφέας και πανεπιστημιακός καθηγητής.

Ερωτόκριτος, Το κονταροκτύπημα / Αυγοτέμπερα σε ξύλο. 2003, έργο του ιδίου