Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του ποιητή στην κοινωνία;
Είναι η Φωνή ανάμεσα στις άλλες. Πυρπολημένη έσωθεν, μιλάει ευθαρσώς και ευθέως για την εγκόσμια περιπέτεια σε μια απροκάλυπτη δημόσια ομολογία. Χωρίς να ενδύεται τον ρόλο του θεσμοθέτη, η Φωνή του Ποιητή εκφράζει την οργανωμένη αναρώτηση γύρω από την καθημερινότητα της ζωής του, εγκαλώντας θεούς και δαίμονες και συγκολλώντας την αφόρητη σύσταση του Ανθρώπου.
Ο Ποιητής έχει το μεγάλο προνόμιο να είναι ταυτόχρονα ο ίδιος και ο Άλλος. Σαν αυτές τις περιπλανώμενες ψυχές που ψάχνουν να βρουν σώμα, κάνει την είσοδο του, όταν θέλει και σε όποιο πρόσωπο επιλέγει να είναι. Κάπως έτσι η Ποίηση παρά το περιεκτικό τού λόγου έχει την ακριβή ποιότητα να κάνει τον κόσμο της καθημερινότητας πιο ευρύ, πιο ανοιχτό. Κάθε Ποίηση αντάξια του ονόματός της περιέχει την αποκάλυψη. Επειδή η Ποίηση δεν είναι ένα παιγνίδι. Είναι ένα μέσον υψηλής γνώσης και αυτογνωσίας.
Αυτή την ποιητική δυνατότητα την μεταλαμβάνει ο αναγνώστης ως αποκάλυψη και ως μοίρασμα κρυφών σπερμάτων. Κάπως έτσι το Εγώ του Ποιητή, μέσω του καταγεγραμμένου στοχασμού για την επίγεια πράξη, δηλώνει απερίφραστα την παρουσία και την ταυτότητά του. Ο Ποιητής υποστασιοποιεί τις σκέψεις του αποδίδοντας τες το αίμα και τη σάρκα που χρειάζονται, για να μετατραπούν εν τέλει σε σώμα ποιητικό. Ο Ποιητής πετάει την σκόνη που σκεπάζει το ορατό του καθημερινού, προβάλλοντας το έκπληκτο βλέμμα του πάνω στο σύνηθες. Λες και ανανεώνει το τοπίο, το οποίο μας περιέχει αμαχητί.
Ο Ποιητής διαθέτει όλα τα στοιχεία της Τέχνης που καθιστούν την Ποίηση νέα εμπειρία σε κάθε ανάγνωση. Πρόκειται για τη συν-κίνηση του ποιητικού υποκειμένου αρθρωμένη από λέξεις, που στόχο έχουν να συνεγείρουν τον παραλήπτη. Και δεν αναφέρομαι σε καινούριες συγκινήσεις. Η Ποίηση μιλά τις καθημερινές συγκινήσεις σαν να ήταν η πρώτη φορά της μετάληψής τους. Γιατί αυτό είναι το χάρισμά της. Να συνδέει διαφορετικές ζωές και να οικοδομεί την πρωτογενή συγκίνηση πολλών πιθανοτήτων.
Σε περιόδους κρίσης, όπως του CoVID-19, έχει ιδιαίτερο ρόλο η ποίηση;
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, εν μέσω απομόνωσης και σιωπής βαθιάς, η Ποίηση κάνει χρήση της ελευθερίας της έκφρασής της, καταρρίπτοντας κάθε καθημερινό αυτοματισμό στο όνομα του χρέους της, που ξεκινάει από μιαν εκρηκτική ρήξη σαν διαφεύγουσα, μυστική ανάσα μέσα στη νύχτα του εντός. Παραμένει, τώρα όπως και πάντα, με όλη τη σκευή της εκείνος ο Λόγος που λαμβάνει σοβαρά υπόψη του την έκφραση του εσωτερικού γίγνεσθαι ως ελπίδας για τη ζωή την ίδια.
Οι κρίσιμες παρούσες συνθήκες αποτελούν πρόκληση για τον Ποιητή και τη φύση της Ποίησης. Γιατί ο Ποιητής είναι στα όρια του πραγματικού και του ονείρου, απλός όσο και σύνθετος, που γράφει για να στοχαστεί πρώτα ο ίδιος πάνω στη δική του ζωή. Αν ο Ποιητής δεν βιώσει στο πετσί του το ρίγος, αν δεν ρισκάρει την ανθρώπινη φύση του, κατεβαίνοντας τα πιο σκοτεινά σκαλοπάτια της αλήθειας του, ο αναγνώστης με τη σειρά του δεν δύναται να ανασάνει καθαρό αέρα ποίησης, σαν προσευχή, έτσι όπως την έχει ανάγκη.
Ο Ποιητής μιλώντας την κρίση μας προσφέρει καινούρια μάτια, νέες αισθήσεις, ούτως ώστε να αποκτήσει η Φωνή την απόλυτη αποκλειστικότητα στο απόκρυφο των εσωτερικών πραγμάτων και των νοημάτων τους. Στρατευμένος πάντα στο βάθος και στη διάρκεια, μόνον έτσι μπορεί να γίνει οικείο το ανοίκειο, μετρήσιμο το αναρίθμητο, να ειπωθεί εν τέλει το γνωστό με άγνωστο τρόπο. Τον δικό του τρόπο. Υπό τους ήχους ενός ρυθμού μυστικού, που κατονομάζει το Τρομερό, ως εάν η Φωνή αποκαλύπτεται σε πράξεις Ζωής και Θανάτου. Μια Φωνή ανθρώπινη που πιάνει το νήμα της ως αντίσταση κατάφασης στη φθορά του τελεσίδικου, σαν τελετουργικό μύησης σε έναν χώρο και ένα χρόνο, όπου ενδύεται μόνο την ύψιστη όραση για να δει το αόρατο. Με τον τραγικό λυγμό που την κατοικεί. Αυτόν τον λυγμό που δεν κρύβει τίποτε, που δεν χρωστά τίποτε και σε κανέναν. Μόνο σημαίνει. Στο σημείο αυτό τελείται ο πολλαπλασιασμός της δημιουργίας και η σύνδεσή της με τον Άλλον.
Το απόσταγμα που φτάνει στα μάτια μας είναι η εκ θεμελίων αλήθεια, η χωνεμένη πληγή, που γενναιόδωρα προσδοκά να αναστοχαστεί δημοσία και φωναχτά το ανείπωτο.
* Η Καλλιόπη Εξάρχου είναι Aναπληρώτρια Καθηγήτρια Θεατρολογίας στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Α.Π.Θ. Διδάσκει Ιστορία και Θεωρία του Θεάτρου. Η επιστημονική της δραστηριότητα περιλαμβάνει βιβλία, δημοσιεύσεις άρθρων, μεταφράσεις θεατρικών έργων. H λογοτεχνική της δραστηριότητα περιλαμβάνει θεατρικά έργα, ποιητικές συλλογές, διηγήματα και μια σπονδυλωτή νουβέλα.