Βιώνουμε την κακοκαιρία της απώλειας και του φόβου. Όσοι δεν έχασαν αγαπημένους, έχασαν την ελευθερία τους. Όσοι δεν έχασαν την ελευθερία τους, έχασαν τις βεβαιότητες τους, όλοι απώλεσαν τις βεβαιότητες τους και αρκετοί αποστερήθηκαν τα αναφερόμενα τους, μαζί με κάτι που ποτέ δεν εξηγείται με λόγια.
Αλήθεια τι μπορεί να μου διδάξει μια τέτοια εποχή, εμένα που σιχαίνομαι τα διδάγματα και λατρεύω τα ερωτήματα; Πέραν από φράσεις κλισέ του τύπου «επαναξιολογώ τη ζωή μου», «αναδιατάσσω τις προτεραιότητες μου», είναι δυνατόν κανείς να μάθει τις σωστές απορίες; Ναι, αλλά όχι τζάμπα. Τα δωρεάν μαθήματα ζωής είναι ένα μύθος, το τίμημα μιας τέτοιας συμπιεσμένης, από όλες τις απόψεις, «ακαδημαϊκής» θητείας, είναι δαπανηρό, πληρώνεται με άλγος αδιαμέλιστο. Και οι σκληρές εποχές, για να σε διδάξουν, πρέπει πρώτα να σε χαράξουν.
Αγανακτώ με τον εαυτό μου, βλέποντας εκ των υστέρων πόσο χρόνο ξόδεψα να μιλώ για το τίποτα, να συνδιαλέγομαι με το τίποτα, να διαβάζω και να βλέπω μαλακίες, εγώ που διαβάζω και κανένα καλό βιβλίο μέσα μέσα. Φανταστείτε πόσο θα έπρεπε αντιστοίχως να αγανακτούν τα σούργελα της εποχής μας, που είτε από βιοπορισμό, είτε εκ φύσεως εκ κινούμενοι, έχουν μετατρέψει τη ζωή τους σε θλιβερό θέαμα, εγκιβωτίζοντας την σε υπερμεγέθη κενά. Όμως μάλλον, το μόνιμο εμβόλιο της ελαφρότητας, παράγει διαχρονική ανοσία και τους προστατεύει. Θα συνεχίσουν άραγε και μετά να υπάρχουν με τον τρόπο που υπήρξαν μέχρι τώρα;
Ξαφνικά λοιπόν βαραίνει τον κόσμο ο κορωνοϊός. Ο άνθρωπος, από θύτης των πάντων και κατακτητής, μετατρέπεται σε απειλούμενο είδος. Το πρώτο κύμα παρέρχεται με φρικτές παγκόσμιες απώλειες, όμως αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε πως δεν είναι όλα τελειωμένα. Υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να σε σώσουν: Ο κακοπληρωμένος γιατρός της δημόσιας υγείας πριν από την εντατική, ο εντατικολόγος πριν από τον τάφο, ο επιδημιολόγος που θα καταστρώσει ένα σχέδιο, ο Πακιστανός ντελιβεράς που θα φέρει το φαΐ έξω από την πόρτα, (ο Ρομπέρτο Φερνάντες Ρεταμάρ που πέθανε το περασμένο Σάββατο, με ένα ποίημα του, αν θες να σωθείς διαφορετικά).
Παρατηρούμε με ανακούφιση ότι την πόρτα των νοσοκομείων διέρχονται όχι μόνο σακούλες με πτώματα αλλά και αποθεραπευθέντες. Και είναι πολλοί.
Συγκινούμαστε, δακρύζουμε, κάποιοι οργανώνουν ζητωκραυγές σε προαυλιακούς νοσοκομειακούς χώρους, μοναχικές συναυλίες σε μπαλκόνια, μεταμεσονύχτια ανάμματα κεριών, αποθεώνουν, επευφημούν.
Η συρρίκνωση της δικής μας ύπαρξης, μεγεθύνει σε βαθμό υπερθετικό την πιστή άσκηση καθήκοντος ενός κομματιού της κοινωνίας και την αναγάγει σε ηρωισμό. Θεωρεί το ταλέντο, την αφοσίωση, υπερφυσικά χαρίσματα. Η απομάκρυνση μας από την ανθρώπινη υπόσταση, μας κάνει να βλέπουμε ήρωες σε εκείνους που κατάφεραν να τη διατηρήσουν και να την ανθίζουν. Ανακουφιζόμαστε λυτρωτικά, επειδή διαπιστώνουμε πως ενδημούν ακόμα άνθρωποι, που μέσα σε πανδημίες, εξακολουθούν να κάνουν τη δουλειά τους: Να σώζουν ζωές ή ψυχές. Αυτό ανέκαθεν εντέλλονταν να κάνουν-και το έκαναν- οι ορκισμένοι στον Ιπποκράτη ή οι ποιητές. Απλώς εμείς, σαν πρωτοετείς, τώρα το παρατηρήσαμε και αφού έπρεπε να απωλέσουμε τις βασικές ανθρώπινες λειτουργίες της αλληλεγγύης, της αυταπάρνησης και ανιδιοτελούς προσφοράς. Την ανάγκη για κάποιου είδους πραγματική έκσταση. Ό,τι μας απέμεινε, τα απομεινάρια μας, το έθεσε υπό διαπραγμάτευση η πανδημία και το ξύπνησε. Χαμένες συναισθήσεις και διαισθήσεις. Τα καλύτερα εδάφη της ψυχής μας μπορούν να ποτιστούν και να αναζωογονηθούν, τώρα.
Αύριο, φυσικά, κάποτε, όταν η ζωή «ομαλοποιηθεί», θα τους ξεχάσουμε όλους αυτούς, αφού τις γκρίνιες για την απομόνωση στην οποία τεθήκαμε, θα διαδεχτούν οι γιορτές της χαράς για τη λήξη της.
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι έχουμε ξεχάσει πως οι άνθρωποι ως άτομα δεν μπορούσαν να επιβιώσουν πολλές μέρες σε αυτόν τον πλανήτη ειδικά όπως τον καταντήσαμε. Για να υπάρχει Παιδεία, πρέπει κάποιοι να γράψουν βιβλία. Για να γράψουν βιβλία, έπρεπε να επινοηθεί το χαρτί. Για να γραφτεί στο χαρτί η γνώση, έπρεπε κάτι να την αποτυπώνει. Για να υπάρχουν νοσοκομεία που μας περιθάλπουν έπρεπε κάποιοι να τα χτίσουν, άλλοι να δημιουργήσουν γιατρούς, εξειδικευμένοι κατασκευαστές να παράγουν αναλώσιμα και πολύπλοκο ιατρικό εξοπλισμό. Φορτηγά με οδηγούς που βρωμοκοπάνε ιδρώτα να τα μεταφέρουν, να τα εγκαταστήσουν, άλλοι ειδικοί, να τα δοκιμάσουν αν δουλεύουν. Για να διαβάσω ποιήματα όπως εκείνα του Ρεταμάρ που πέθανε προχθές, έπρεπε ο Ρήγας Καππάτος να τον μεταφράσει τόσο γοητευτικά και πριν χρόνια να προλάβω εν τη αγνοία μου, το τελευταίο αντίτυπο στο βιβλιοπωλείο, επειδή η πτήση μου δεν θα έφευγε τόσο νωρίς.
Μένω άναυδος όσο αναλογίζομαι πόσα έκαναν για μένα εκατομμύρια άγνωστοι, ώστε μια μέρα, μέσα από τη συμπλοκή αμέτρητων συνταυτίσεων και συγκυριών, να μπορώ να σωθώ.
Αυτό μου έμαθε η πανδημία μεγαλώνοντας τον κατάλογο των ερωτημάτων μου.
*Ο Γιώργος Χριστοδουλίδης είναι ποιητής και δημοσιογράφος