Συχνά διαβάζουμε ή ακούμε δηλώσεις και λόγους θεσμικών (και μη) προσώπων, που παρερμηνεύουν ή/και απαξιώνουν – άμεσα και έμμεσα – κάθε αίτημα και λόγο με κριτική προσέγγιση/προδιάθεση. Πιστεύω πως δεν ενδιαφέρονται για τη διαλεκτική μορφοποίηση στάσεων και αντιλήψεων αλλά για την επιβολή μιας ορισμένης μορφής έκφρασης, της δικής τους. Το δε σχήμα διαλόγου που επικαλούνται είναι προσχηματικό, με στόχο να συγκαλυφθούν κυρίως όλες εκείνες οι παράμετροι που ενδεχομένως να οδηγούν στο συμπέρασμα περί αυταρχικής ή δεσποτικής κουλτούρας. Η επιβολή ωστόσο αυτής της κουλτούρας μορφοποιείται με τη δράση και την προσπάθεια (α) επιβολής μονοδρομικής όσο και γραφειοκρατικής αντιμετώπισης της πραγματικότητας, και (β) απονομιμοποίησης της αντίθετης άποψης. Το εν λόγω σχήμα, μολονότι φαίνεται εξ όψεως θεμιτό για όλους/-ες, εντούτοις στην ουσία κρύβει τον δεσποτικό συσχετισμό δυνάμεων από τον οποίο απορρέει και τον οποίο τελικά (εξ)υπηρετεί. Τούτου δοθέντος, σκέφτομαι πως δεν είναι λάθος ν´ αναζητήσουμε – μεταξύ άλλων – στην καβαφική χρήση της ειρωνείας τη στάση μας απέναντι σε νοσηρά πρόσωπα που συστηματικά και μεθοδικά -με το λόγο και τις πράξεις τους- υποτιμούν είτε τη νοημοσύνη μας είτε την ανοχή μας. Επιπλέον, να σκεφτούμε πως η ζωτική απόσταση είναι έκφραση, και δη ελλειπτική, της καβαφικής ειρωνείας. Δεν αναφέρομαι τόσο στη «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κοµµαγηνή, 595 µ. Χ», όσο «Στα 200 π.Χ.» {το προτελευταίο που δημοσίευσε ο Καβάφης (1931)}. Εκεί κλείνει ο ποιητής με το στίχο «Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!». Βέβαια όλα αυτά σε επίπεδο λόγου, αφού τα πάντα κρίνονται στο πεδίο της θεμελιώδους κοινωνικής διαλεκτικής και, συνάμα, της δημοκρατικής δράσης.
Mε αφορμή διάφορα πολιτικά και πολιτισμικά δρώμενα και την κοινωνική εμπειρία – Του Κώστα Γουλιάμου
Από CULTURE BOOK
23/08/2020