ταξίδι οριζόντων στoυ Βορρά τις θάλασσες. Εμείς που γεννηθήκαμε και περπατήσαμε σε
κρύσταλλα νερά και ρίμες περιβόλια, μα βαδίζουμε εξ ανάγκης με γυμνή τη μνήμη στην
καυτή άμμο του Ιούλη, βογκώντας μυστικά για τ΄ Άδικο τρίτου βαθμού.
Εμείς που έχουμε ακόμα ένα μαντίλι λευκό κάτω από τον πόθο, με τις οικονομίες μιας ζωής
που λεηλατήθηκε. Αγοράζουμε, που λες εμείς, τις μέρες μας με πίστωση, τα όνειρα τοις
μετρητοίς και είμαστε πάντα χρεωμένοι. Όλο και περισσότερο πόνο πρέπει να πληρώνουμε
σε τοκογλύφο χρόνο.
Εμείς, σου λέω, που κρατάμε μία μνήμη πάνω από φωτιά και μύρο ταυτόχρονα. Έχουμε
εμείς ένα θολό τοπίο να μας κυνηγά μες στη νωχελικότητα της θάλασσας του θέρους,
έναν άνεμο ξεσηκωμού στη νηνεμία της ραστώνης. Αναπνέουμε στον αέρα που απέμεινε
πυκνά σωματίδια νοσταλγίας. Και επιβιώνουμε ξεπερνώντας όσα ημιθανή μας απειλούνε
πλέον με την τέφρα τους. Να τη σκορπίσουν ψάχνουν σε όποια συνέχεια μάς έχει
απομείνει. Μα πώς να γίνει η ζώσα ελπίδα τεφροδόχος;
Εμείς, λοιπόν, που κρατάμε πεθυμιές κάτω από τα σύννεφα, για να μας στάξουν χρώμα
και ουράνιο τόξο.
Εμείς που κλέβουμε ηλιαχτίδες τη μέρα και τις κεντάμε στου ύπνου τα προσκέφαλα τις
νύχτες, όταν αγριεύουν.
Όλοι εμείς έχουμε αφήσει ένα σώμα αμάραντο στον Βορρά. Σαν απολιθωμένη Αγάπη που
ο χρόνος τη βουλιάζει στη θάλασσα και γίνεται αμμόχωστη, και γίνεται διατηρητέα από
ευγενείς συλλέκτες της απώλειας.
Εμείς, αν θες, οι γυάλινοι ήρωες, σπάμε και γινόμαστε η άμμος σε μια κλεψύδρα που όλο
και μικραίνει εντός μας.
Ναι!
Είμαστε εμείς τα θύματα μιας πτώχευσης των εποχών.
Κι είμαστε σταθερά εμείς που γράφουμε ακόμα μέσα μας ανάσταση, σχίζοντας φύλλα
πορτοκαλεώνα, στύβοντας μελάνι ανθό.
Εμείς, λοιπόν,
έχουμε κάτι αλλόκοτο στο βλέμμα. Ζωγράφος άγνωστος με το πινέλο μιας σαγήνης
πρόλαβε να ζωγραφίσει μες στο μέλλον μας ψήγματα χρυσού. Κι από τότε σκάβουμε
συνεχώς σε ορυχείο μικρό απ΄το παρελθόν μας, να βρούμε την πολύτιμη νοηματοδότηση
ζωής.
Εμείς, εν τέλει,
που ζούμε την επέτειο σαν πρεμιέρα της ίδιας φρικτής παράστασης κι είμαστε πάντα ο
τραγικός πρωταγωνιστής. Αυτός, που κανείς από μηχανής Θεός δεν σώζει.