Η Ελλάδα είναι καλό μέρος για να κοιτάς το φεγγάρι, δεν είναι; *
Είναι ένα ερώτημα τραχύ κι αδέξιο στην απλότητά του που βρίσκει αναπάντεχα την απάντησή του σε αυτό το βιβλίο. Γιατί τόσος παρορμητικός ενθουσιασμός από ξένους περιηγητές, καλλιτέχνες, ποιητές, συγγραφείς, τόσους διανοούμενους εποχής που αγάπησαν τόσο σφοδρά την Ελλάδα ώστε να ζήσουν κάποια διαστήματα ή για πάντα σε αυτήν, να πεθάνουν σε αυτήν ή και ακόμα και να θυσιαστούν γι’ αυτήν, να υμνήσουν τις χάρες και την ομορφιά της, κυρίως την πνευματική της υπόσταση στο δημιουργικό τους έργο, κάποιοι να μάθουν τη γλώσσα, ν’ αποτυπώσουν στοιχεία της που τους καθόρισαν, όπως η θάλασσα, ο ήλιος, η πλούσια ιστορία μιας χώρας λαμπερής, θερμής και διάφανης σαν ντυμένης με γυαλί.
Η απάντηση περικλείει μια λέξη η οποία επαναλαμβάνεται σε όλα τα κείμενα των δεκατεσσάρων ξένων προσωπικοτήτων που επέλεξε ο συγγραφέας Jimmy Jamar, πρώην υψηλόβαθμος υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχοντας λειτουργήσει για όλους σαν πόλος έλξης. Είναι η λέξη φως με όλα τα συναφή παράγωγά του κι όλες τις έννοιες κυριολεκτικές και μεταφορικές. Η Ελλάδα είναι το μέρος που σε γιατρεύει με το φως της, το μεγάλο της άυλο αγαθό, το μεγάλο φάρμακο για το σώμα, το πνεύμα και την ψυχή.
Ο συγγραφέας κάνει μια συγκροτημένη προσπάθεια να δώσει επιλεγμένες επεξηγήσεις της έννοιας «Φιλέλληνας» μέσα από τον ίδιο τον αυτούσιο γραπτό λόγο των προσώπων του, επιχειρώντας να συλλέξει θραύσματα από ένα ευρύ φάσμα του σύγχρονου φιλελληνισμού. «Ο Jimmy Jamar συγγραφέας αυτού του ενδιαφέροντος βιβλίου δεν είναι απλά ένας φιλέλληνας», γράφει στον πρόλογο ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, «είναι κάποιος που αγαπάει τους Έλληνες». Κι η αγάπη αυτή, όπως και ο θαυμασμός είναι οι κινητήριες δυνάμεις του κόσμου που κρύβουν μέσα τους μια ουσία μυστική, τόσο ρομαντική και αφελή που μοιάζει να είναι για την σύγχρονη Ελλάδα της ιστορικής κόπωσης, των συμπλεγμάτων και των ενοχών από καιρό χαμένη. Την ουσία της αγάπης για έναν τόπο, γιατί είναι σίγουρο ακόμα και μια χώρα, ένας λαός, ένας τόπος έχει ανάγκη ν’ αγαπηθεί, έτσι απλά, όπως ένας άνθρωπος και τότε όταν αγαπηθεί αληθινά μπορεί ν’ «ανθήσει» δίνοντας χώρο σε αληθινά θαύματα να συμβούν. Η αγάπη αυτή με την πνευματική της διάσταση πάντα, πυροδότησε στο βαθύ παρελθόν ένα θερμό παρακλάδι του ρομαντικού κινήματος, αυτό του φιλελληνισμού που βοήθησε κι αυτό στον αγώνα ενός λαού να συγκροτήσει τη μικρή του γη, το μικρό του σύμπαν, να συγκολλήσει τα σκόρπια θραύσματά του με στόχο του την απελευθέρωση.
Η αγάπη λοιπόν είναι αυτή η απλοϊκή, χιλιοφθαρμένη, έως γλυκερή λέξη που συνενώνει όλους τους ξεχωριστούς αφηγητές αυτού του βιβλίου, με τον τρόπο που την εκφράζει ενδεικτικά ο συγγραφέας Λόρενς Ντάρελ, που είχε κατανοήσει την αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπου και τοπίου, μεταξύ ύπαρξης και τόπου, για όλα εκείνα τα καλοκαίρια που του δίδαξαν ότι η Ελλάδα δεν είναι απλώς μια χώρα, αλλά ένας ζωντανός οφθαλμός. Για τον Ελληνισμό της Ζακλίν ντε Ρομιγί, που χαρακτηρίζεται ως η απόλυτη «Φιλελληνίδα», που διαπιστώνει ότι κανένας άλλος πολιτισμός δεν είχε τόσο πάθος για την τέχνη του λόγου, η Ελλάδα μας άφησε την πρώτη πραγματική λογοτεχνία του δυτικού κόσμου. Η Ελλάδα δεν κατέκτησε κανένα λαό. Δεν επέβαλε τους θεσμούς της σε κανένα. Το πρώτο θαύμα είναι το να βλέπουμε το φως. Έτσι όριζαν οι Έλληνες τη ζωή.
«Ο ήλιος, ο ήλιος» γράφει ο Έντμουντ Κίλι αναλύοντας το αίσθημα πως υπάρχει μια άλλη πρόσοψη της ζωής. Ο Κίλι άλλωστε συνδέθηκε με την Ελλάδα εντρυφώντας στους Έλληνες ποιητές της εποχής, ανασυνθέτοντας με χιούμορ και νοσταλγία το σκηνικό της Γενιάς του Τριάντα.
Για έναν ακόμα συγγραφέα τον Ζακ Λακαριέρ, που τη χαρακτηρίζει τόπο μελαγχολικό, με την ακίνητη θάλασσα και τον αργό θάνατο των καϊκιών, η Ελλάδα σημαίνει προσκύνημα στις πηγές του εαυτού μας.
Η Αθήνα είναι η πόλη που υμνήθηκε όσο λίγες από τον χαρισματικό φιλέλληνα Αυτοκράτορα Αδριανό, που είχε γράψει: «Ό,τι έχουμε μέσα μας ανθρώπινο, ευθύ, καθαρό μάς έρχεται απ’ αυτήν». Η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο του έργου της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ κι «ό,τι έχει λεχθεί καλό από τον άνθρωπο, έχει ως επί το πλείστον λεχθεί στα ελληνικά», ενώ για τον Χένρι Μίλερ τον σπουδαίο συγγραφέα του «Τροπικού του Καρκίνου», που έζησε παράφορα ηλιόλουστα ελληνικά καλοκαίρια στην Κέρκυρα με έναν σφοδρό νεανικό ενθουσιασμό που του τροφοδοτούσε ο καλός του φίλος Λόρενς Ντάρελ, «η Ελλάδα δεν είναι πλέον ένα τόπος ή μια χώρα, αλλά μια πνευματική στάση ζωής. Δεν είναι τυχαίο ότι η χώρα αυτή ήταν πάντοτε η γη των ηρώων και των ποιητών, η γη όπου ο άνθρωπος ήταν ίσος με τους θεούς και όπου οι ίδιοι οι θεοί έπαιρναν ανθρώπινη μορφή».
Ο Λόρδος Βύρων ο εμβληματικός Φιλέλληνας, που εξομολογείται πως «Εάν είμαι ποιητής, έγινα χάρη στον αέρα της Ελλάδας» άφησε στην «καρδιά» της σαν σφραγίδα ένα βαθύ ιστορικό αποτύπωμα, γιατί όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Jamar, «Η ιστορία έχει τους νόμους της και ορισμένες φορές είναι άδικη, αλλά σπάνια κάνει λάθος στην επιλογή των ηρώων της».
Ο Πάτρικ Λι Φέρμορ ο συγγραφέας, περιηγητής, ο ένθερμος φίλος της Ελλάδας και της σκληροτράχηλης Μάνης, με τη χαρακτηριστική του χαρούμενη αθωότητα, διατηρούσε κι αυτός τον ίδιο παρορμητικό ενθουσιασμό, όπως και ο Βύρων γι’ αυτήν την -ίσως-εξιδανικευμένη εικόνα της Ελλάδας. Το φως, μεταξύ άλλων, καθόρισε και τη σχέση του Ζυλ Ντασέν με την Ελλάδα, πέρα από την καθοριστική του συμπόρευση, συνεργασία και συμβίωση με μια θερμόαιμη Ελληνίδα. Είχε πει: «Όλα όσα ακούτε για το φως είναι αλήθεια».
Η Ελλάδα, και ιδίως το αγαπημένο του νησί η Ύδρα, υπήρξε η μούσα του αντικομφορμιστή ποιητή, τραγουδοποιού με το ελεύθερο πνεύμα, του Λέοναρντ Κοέν. Για τη δημοφιλή και Ελληνίδα πλέον συγγραφέα Βικτόρια Χίσλοπ, τα τοπία, το φως, η ατμόσφαιρα, οι άνθρωποι, της Ελλάδας, όπως ομολογεί ή ίδια, αποτελούν τη σταθερή πηγή της έμπνευσής της.
Συνοψίζοντας, «Οι Φιλέλληνες» είναι ένα βιβλίο φορτισμένο διακριτικά, είναι ένα χάδι σε κακοποιημένο σώμα, ένας χαμηλόφωνος ύμνος σε δεκατέσσερις διαφορετικές εκδοχές και φωνές για έναν τόπο μικρό, με μεγάλη παράδοση, ιστορικό βάρος και μια χιλιόχρονη σκόνη να σκεπάζει στοργικά τα ιερά ερείπιά του. Είναι μια μικρή παρακαταθήκη υπενθύμισης για το παρελθόν, αλλά και υποστήριξης για το μέλλον, κάτι που ομοιάζει στο τόσο αναγκαίο κουράγιο.
*Στίχος του διάσημου Καναδού τραγουδοποιού Λέοναρντ Κοέν
* Φιλέλληνες , Jimmy Jamar , εκδόσεις Μελάνι 2022, σ. 267